Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα Ποίηση

Για να υπάρχω

Κανείς δεν το περίμενε ούτε κι εμείς θα μέναμε εδώ - κανείς Κι όμως κοίτα μας τώρα εδώ εμείς βουβοί πια και χαμένοι Μόνο εμείς μείναμε κανείς Μα δε μιλάς πια και δεν ρωτώ Δεν γράφω πια κι ούτε κι εσύ απαντάς Γίναμε ένα με τούτη τη γωνία μας ρούφηξαν οι τοίχοι Δεν παρατηρείς πια δεν γράφω κρύωσαν τα δαχτυλά μου πάγωσα στους τοίχους Δε νιώθω πια, δε νιώθω ένα κενό αχανές οι ζωές μας μια φαρσοκωμωδία Κι έλεγα πάντα θα γράφω έστω για σένα για μένα για να υπάρχω Μα δεν υπάρχουμε πια Δεν υπάρχω σ.χ

Φεβρουάριοι

Γαμημένοι Φεβρουάριοι Κουτσουρεμένοι μήνες Βαρέθηκα να ανέχομαι Ξεθωριασμένες μνήμες Στα τσακίδια Αρρώστιες Θάνατοι Απώλειες κι εγώ να μεγαλώνω κατά έξι μήνες Ξεχειλωμένοι κώλοι μας αρπάζουν την τύχη μας εκτοπίζουν στο λεπτό μας πηδάν και τη Γωγώ Στα τσακίδια σ.χ

Ήλιος στην Σκοτία

Αντίο Δάσκαλε...  Μίμης Σουλιώτης, Ήλιος στην Σκοτία (22.) Ο ήλιος ανατέλλει εδώ και δύει στην Αλαμπάμα, τονώνοντας ξελιγωμένα μάτια: Αλλού το όνειρο κι αλλού το θάμα, στενάζει ο βετεράνος μετανάστης, Στα κομμάτια! Οι σκέψεις του κατσιάζουν στο υποτιθέμενο χθες, πτώμα εαυτού τού πλακώνει τη μνήμη– ο κορμοράνος βολτάρει πάνω απ' τη λίμνη και ας το σήκωνε το ειδεχθές. Από τη συλλογή Ήλιος στην Σκοτία (2001)

Όχι πια δάκρυα...

Εικόνα
Μακρύ ασημένιο καλώδιο στης βρύσης το λαιμό τυλιγμένο  Θηλιά το νεκρό σου τηλέφωνο κανείς δεν καλεί Μουλιάζει ξεχασμένο για χρόνια στη λεκάνη το όνειρο Σταγόνα στο μέτωπο,  στη μύτη, στο σαγόνι  Κοίτα πως στριφογυρνούν  τα χθες στο σιφόνι  Λέρα, αφροί, τρίχες και δάκρυα τσούζουν τα ψέματα όταν μπαίνουν στα μάτια  Ξέπλυνε τις μνήμες σου  με χλιαρό νερό  και δες τα ψάρια  της κουρτίνας   πως πιάνουν το χορό Χθες ήταν που βρήκανε  δίπλα από εσένανε  και το παπάκι σου νεκρό... σ.χ

Θήλυ

«Το ξέραμε κάποια στιγμή πως θα συμβεί/ Το περιμέναμε/ Φάνηκε άλλωστε και στο υπερηχογράφημα/ Το μωρό είχε δέκα δάχτυλα πάνω, δέκα δάχτυλα κάτω/ και κλειτορίδα/ Η Σελήνη κυλάει ανάμεσα στα πόδια μου/ Βάφει το λευκό μου βρακάκι/ Δύσκολος λεκές το αίμα» (ποίημα  Θήλυ ). Νίκη Χαλκιαδάκη  «Ανάσκελη με πυρετό» (Εκδόσεις Μανδραγόρας)

Πτώματα φύλλων

Εικόνα
 www.momentography.gr - by nan8iela8keto Ακούω τον ήχο του φθινοπώρου  της καφετιέρας  των πεσμένων φύλλων  της πίσω αυλής  στον πίσω ακάλυπτο  Κι όλα είναι μπροστά βρεγμένοι δρόμοι  και άνθρωποι μούσκεμα  Μυρίζω καφέ  και πτώματα φίλων  πεσμένων φίλων  που προσγειώθηκαν  στην πίσω αυλή στον πίσω ακάλυπτο  Όλα στο χώμα γυρίζουν  Βρεγμένο  Βρεγμένο  Κι αυτό συνεχίζει ακάθεκτο να κάνει τη δουλειά του σ.χ  

Κλίμα της απουσίας

Όλα τα σύννεφα στη γη εξομολογήθηκαν Τη θέση τους ένας καημός δικός μου επήρε Κι όταν μες στα μαλλιά μου μελαγχόλησε Το αμετανόητο χέρι Δέθηκα σ' έναν κόμπο λύπης. II Η ώρα ξεχάστηκε βραδιάζοντας Δίχως θύμηση Με το δέντρο της αμίλητο Προς τη θάλασσα Ξεχάστηκε βραδιάζοντας Δίχως φτερούγισμα Με την όψη της ακίνητη Προς τη θάλασσα Βραδιάζοντας Δίχως έρωτα Με το στόμα της ανένδοτο Προς τη θάλασσα Κι εγώ - μες στη Γαλήνη που σαγήνεψα. III Απόγευμα Κι η αυτοκρατορική του απομόνωση Κι η στοργή των ανέμων του Κι η ριψοκίνδυνη αίγλη του Τίποτε να μην έρχεται Τίποτε Να μη φεύγει Όλα τα μέτωπα γυμνά Και για συναίσθημα ένα κρύσταλλο.  (Οδυσσέας Ελύτης, προσανατολισμοί,1941)  

As It Was Written

Earth, earth, riding your merry-go-round toward extinction, right to the roots, thickening the oceans like gravy, festering in your caves, you are becoming a latrine. Your trees are twisted chairs. Your flowers moan at their mirrors, and cry for a sun that doesn't wear a mask. Your clouds wear white, trying to become nuns and say novenas to the sky. The sky is yellow with its jaundice, and its veins spill into the rivers where the fish kneel down to swallow hair and goat's eyes. All in all, I'd say, the world is strangling. And I, in my bed each night, listen to my twenty shoes converse about it. And the moon, under its dark hood, falls out of the sky each night, with its hungry red mouth to suck at my scars.  Anne Sexton

Ανάσκελη με πυρετό

Ανάσκελη με πυρετό"_ Νίκη Χαλκιαδάκη _ Μανδραγόρας Αύγουστος 2012 Hide and Sick Τους φίλους με τα ματωμένα γόνατα τους έντυσαν με τα μακό  Tους έμαθαν να κρύβονται -μόνο να κρύβονται- Τους φίλους από μανταρίνι και χώμα δεν τους έψαξε κανείς Θα χουν σαπίσει στις αυλές πίσω από τα αυτοκίνητα Tα πτώματά τους ανήλικα πάλλονται άθαφτα Μαμά, βάλε με στην κοιλιά σου -μόνο για απόψε- και γέννα με αύριο στο δρόμο Έχω μέσα μου ΞΕΛΕΥΘΕΡΙΑ για όλους

Το πρώτο σκαλί - Η Πόλις

Ντάλα ήλιο

Καλοκαίρι ντάλα ήλιο Σαγιονάρα και μαγιό Δε θα μείνω άλλο στην πόλη Στα παράλια εξορμώ Βάζω μπρος τη μηχανή μου Με ντεπόζιτο μισό Και μαζί με το μωρό μου Βάζουμε αντηλιακό Το'χα όμως δα ξεχάσει Πίνοντας φραπέ γλυκό Πως θα πρέπει μπρος στην κάλπη Πάλι να ξανασταθώ Να ψηφίσω να τους βγάλω Ή να πέσω να πνιγώ; Την πετσέτα μου αρπάζω Κι αραχτός στην αμμουδιά 'Ισως βρω τρόπο ν'αλλάξω Ή πατρίδα ή μυαλά                                         σ.χ

Ενώτιο

Είμαι ένα σκουλαρίκι στην παλάμη μου Μα δεν έχω τρύπες στους λοβούς Όλο το άλλο μου σώμα διάτρητο                          σ.χ

Συνταγές αμυντικές

Ξέστρωτες  σκέψεις Σεντόνια Σφυρίγματα από τέντες Αϋπνίες   Δάκρυα πονοκεφάλου  Πρωί- Βράδυ Μετά το φαγητό                               σ.χ 

Το μπλε

Εικόνα
Το μπλε Ήταν το χρώμα Του ύπνου μου Πέρασε η ώρα Ξεχάστηκα διορθώνοντας Κρατούσα κόκκινο στυλό Να σημειώνω λάθη Κόκκινες πινελιές Στα ποιήματα Ήθελα να σηκωθώ Να στο ζωγραφίσω Να το δεις Μα ήμουν κουρασμένη θαλασσί ανοιχτό - Κοιμήθηκα ανάσκελα Γαλάζιο του ουρανού - Δεν πρόλαβα να στο δείξω Βραδιάζοντας έγινε μαύρο σ.χ

Αποδομώντας τη Θεωρία Λογοτεχνίας

Πομπός και μήνυμα, δείκτες συγγραφή ξεκίνα με μια στάση ποζιτιβιστική. Υμνείς αυτόν που το’γραψε, υμνείς την ιστορία κι έτσι το κάθε κείμενο γίνεται μαρτυρία. Λίγα χρονάκια πιο μετά ΠΕΤΑΞΕ τα διδακτικά, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, και τ’ αρχαία γνωμικά! Για να γεμίσει το χαρτί, η μίμησις δεν επαρκεί. Γιατί έχουν οι φορμαλιστές αντίρρηση σαφή. Ξεκίνα μ’ ανοικείωση να γίνεις χορευτής Αλλιώς θα μείνεις πάντοτε αθώος βαδιστής. Εστίασε στο κείμενο Στο πώς θα σου το πει. Η λέξη δεν είν’ εύκολη Ή κατανοητή. Κι αν έχεις κιόλας βαρεθεί, έρχεται η Νέα Κριτική που είναι πιο διαλλακτική μα παραμένει εμπειρική. Μιλά για ειρωνεία, παράλογο, αμφισημία κι όπως όλα είναι πλάνη, ένας Έλιοτ δεν φτάνει. Ύστερα πάλι ο δομισμός Ξέρεις, ο στρουκτουραλισμός Θεό τον κάνει τον Σωσίρ Κι όλοι του κάνουν το χατίρι. Σημαίνον σημαινόμενο Βαδίζουν αγκαλιά και έχουνε το Σύστημα πάντα γι’ αναφορά. Μα πριν να εμπεδώσουμε το σύστημα το γλωσσικό αναβολή και απουσία μας την κάνουν τ...

The Road Not Taken

by  Robert Frost Two roads diverged in a yellow wood, And sorry I could not travel both And be one traveler, long I stood And looked down one as far as I could To where it bent in the undergrowth; Then took the other, as just as fair, And having perhaps the better claim Because it was grassy and wanted wear, Though as for that the passing there Had worn them really about the same, And both that morning equally lay In leaves no step had trodden black. Oh, I marked the first for another day! Yet knowing how   way   leads   on to way I doubted if I should ever come back. I shall be telling this with a sigh Somewhere ages and ages hence: Two roads diverged in a wood, and I, I took the one less traveled by, And that has made all the difference.  

Αλαφροΐσκιωτος. Γυρισμός Σικελιανός Άγγελος

Ύπνος ιερός, λιονταρίσιος, του γυρισμού, στη μεγάλη της αμμουδιάς απλωσιά. Στην καρδιά μου τα βλέφαρά μου κλεισμένα· και λάμπει, ωσάν ήλιος, βαθιά μου... Bοή του πελάου πλημμυρίζει τις φλέβες μου· απάνω μου τρίζει σα μυλολίθαρο ο ήλιος·                         10 γεμάτες χτυπάει τις φτερούγες ο αγέρας· αγκομαχάει το άφαντο αξόνι. Δε μου ακούγεται η τρίσβαθη ανάσα. Γαληνεύει, ως στον άμμο, βαθιά μου και απλώνεται η θάλασσα πάσα. Σε ψηλοθόλωτο κύμα την υψώνει το απέραντο χάδι· ποτίζουν τα σπλάχνα τα ολόδροσα φύκια, ραντίζει τα διάφωτη η άχνα                                20 του αφρού που ξεσπάει στα χαλίκια· πέρα σβήνει το σύφυλλο βούισμα οπού ξέχειλο αχούν τα τζιτζίκια. Mια βοή φτάνει απόμακρα· και άξαφνα, σαν πανί το σκαρμό που έχει φύγει, χ...

Σημεία σμίξης

Μου γράφεις σ’ αγαπώ ή σ ’αγαπάω ; Και τι βάζεις μετά; Ξέρεις εγώ- Κάτι τέτοια, τα μετράω Σβήσαν τα αποσιωπητικά Στίγματα ποιητικά Σου μπήκαν τα ερωτηματικά Και λες – Δε σ’ αγαπάω Της ζωής παρενθέσεις ή απλά αλλαγή θέσης ; Τώρα πια μείναν τα θαυμαστικά Μόνα και ορθά Να θαυμάζεις που μ’ αγαπάς Μα δε με έχεις . σ.χ

ΣΗΜΥΔΕΣ

Είναι η στρογγυλάδα τους που με κάνει και τα εμπιστεύομαι Στρόγγυλες ώριμες σκέψεις Κάποτε δεν μπορούσαμε ούτε καν να τις προφέρουμε Μα ήταν ολοφάνερο, αν είναι δυνατόν ΟΛΟΦΑΝΕΡΟ Ανεπούλωτες δαγκωματιές Κι εμείς σαν λύκοι , γλείφουμε Τις παλιές πληγές ΞΑΝΑ Συμφιλιωνόμαστε με τις παλιές μας ρήξεις Γλείφουμε και ρουφάμε τις γραμμές Γραμμές συναισθημάτων Μήπως αλλάξουν σχήμα Μήπως πάψουμε να είμαστε ΕΜΕΙΣ Εμείς που κουβαλάμε χιλιόμετρα Σε ξεγέλασαν οι δρόμοι Οι σκιές του μυαλού   Όσα δημιουργήματα κι αν συσσωρεύσουμε Μοιάζουμε Δες στον καθρέφτη Σε βλέπω… Κοίτα εκεί ΕΓΩ ΕΣΥ Νεκρός ψίθυρος Κοίταξε με Θέλω να ελευθερωθώ Απ’ τα δεσμά του νου Να ανθίσουν μέσα μου Σημύδες    Μέσα από τον βόρβορο   ΣΗΜΥΔΕΣ 

ΣΕ ΣΚΟΤΕΙΝΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ - ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ

ΣΕ ΣΚΟΤΕΙΝΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ - ΜΠΕΡΤΟΛΤ ΜΠΡΕΧΤ [In finsteren Zeiten] Δε θα λένε: Τον καιρό που η βελανιδιά τα κλαδιά της      ανεμοσάλευε. Θα λένε: Τον καιρό που ο μπογιατζής τσάκιζε τους εργάτες. Δε θα λένε: Τον καιρό που το παιδί πετούσε βότσαλα πλατιά στου       ποταμού το ρέμα. Θα λένε: τον καιρό που ετοιμάζονταν οι μεγάλοι πόλεμοι. Δε θα λένε: Τον καιρό που μπήκε στην κάμαρα η γυναίκα. Θα λένε: Τον καιρό που οι μεγάλες δυνάμεις συμμαχούσαν      ενάντια στους εργάτες. Μα δε θα λένε: Ήτανε σκοτεινοί καιροί Θα λένε: Γιατί σωπαίναν οι ποιητές τους;  (1937)  Μετάφραση Μάριου Πλωρίτη - Θεμέλιο