Τρίτη, Οκτωβρίου 27, 2020

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ:ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥΣΤΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ _ΔΗΔ11

 

Macintosh HD:Users:sophiacholeva:Desktop:democracy-word-cloud-10093433.jpg

 

 

 

ΣΟΦΙΑ ΧΟΛΕΒΑ

ΛΑΡΙΣΑ 2018

 

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

 

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ................................................................................... 2

ΕΙΣΑΓΩΓΗ..................................................................................................................3

ΚΥΡΙΩΣ ΘΕΜΑ......................................................................................................4-10

i.                 ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΑΡΧΗ.................................................................. 4-5-6

ii.               ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΕΔΗΛΩΜΕΝΗΣ......................................................................6-7

iii.              Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ............................7

iv.              ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΣ-ΚΡΙΣΗ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΥ....................8

v.               ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ...............................................................................................8-9-10

vi.              ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ......................................................................................10

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ................................................................11

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ......................................................................12

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στην παρούσα εργασία θα εξετάσουμε την έννοια της κοινοβουλευτικής αρχής, τη σημασία που έχει αυτή για το πολίτευμα καθώς και το που αυτή διαχρονικά κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα. Προσπαθώντας να δώσουμε τον ορισμό της κοινοβουλευτικής αρχής θα λέγαμε πως πρόκειται για τον κανόνα σύμφωνα με τον οποίο η κυβέρνηση που διορίζεται από τον αρχηγό του κράτους και ασκεί την εκτελεστική εξουσία εξάρταται από την εμπιστοσύνη της Βουλής. Με άλλα λόγια θα λέγαμε πως η κοινοβουλευτική αρχή συνίσταται στην πρωταρχικότητα της Βουλής ως αντιπροσωπείας του κυρίαρχου λαού και στην εξάρτηση της Κυβέρνησης από την εμπιστοσύνη της Βουλής σε όλη την πορεία της αλλά και κατά τη φάση διορισμού της.[1]

Επίσης θα δούμε πως γεννήθηκε η αρχή της δεδηλωμένης και πως αυτή συνδέεται με την κοινοβουλευτική αρχή. Επιπρόσθετα θα εξετάσουμε τη λειτουργία της κοινοβουλευτικής αρχής, που είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό του πολιτεύματος και στη συνέχεια θα δούμε εν συντομία το κοινοβουλευτικό σύστημα κυβέρνησης σε αντιπαραβολή με άλλης μορφής δημοκρατικά πολιτεύματα.Επιπλέον θα αναφερθούμε επιγραμματικά στον κοινοβουλευτισμό και στην κρίση τουκαι τέλος θα  δώσουμε  έμφαση στην διαχρονική καταγραφή της ρητής κατοχύρωσης της κοινοβουλευτικής αρχήςστο ελληνικόΣύνταγμα και θα δούμεπαράλληλα τι γίνεται σε Ευρωπαϊκό επίπεδο Δικαίου

 

ΚΥΡΙΩΣ ΘΕΜΑ

i.ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΑΡΧΗ

Η κοινοβουλευτική αρχή είναι μια θεμελιώδης αρχή της συνταγματικής τάξης και οργανωτική βάση του πολιτεύματος, όπως για παράδειγμα είναι και η αρχή της διάκρισης των λειτουργιών, η δημοκρατική αρχή κ.α.Η σημασία της κοινοβουλευτικής αρχής είναι τέτοια, ώστε καθορίζει τον ίδιο τον χαρακτήρα του συστήματος κυβέρνησης, το οποίο ακολουθείται σε ορισμένη συνταγματική τάξη.[2] Υπό την ισχύ της κοινοβουλευτικής αρχής το πολίτευμα χαρακτηρίζεται κοινοβουλευτικό, σε αντιπαραβολή άλλων μορφών οργάνωσης, όπως είναι το προεδρικό, το ημι-προεδρικό σύστημα διακυβέρνησης ή το σύστημα της κυβερνώσας βουλής .

Η ισχύς της κοινοβουλευτικής αρχής στο ισχύον Σύνταγμα προβλέπεται  στη διάταξη του άρθρου 1 παρ.1 του Συντάγματος, με την οποία διακηρύσσεται το πολίτευμα της Ελλάδας ως «Προεδρευόμενη Κοινοβουλεύτικη Δημοκρατία» και επίσης αποτελεί μία μη αναθεωρημένη επιλογή, σύμφωνα με την ρητή αναφορά στο άρθρο 110 παρ. 1 του Συντάγματος. Επιπρόσθετα η ισχύς της κοινοβουλευτικής αρχής προβλέπεται εμμέσως πλην σαφώς και από τις διατάξεις του άρθρου 84 του Συντάγματος, με τις οποίες ρυθμίζεται η ευθύνη της Κυβέρνησης έναντι της Βουλής κατά τα οριακά στάδια της παροχής ψήφου εμπιστοσύνης και τυχόν υπερψήφισης πρότασης δυσπιστίας. Επομένως ακόμα και αν δεν υπήρχε η διατύπωση της αρχής στο άρθρο 1 παρ. 1, δεν θα υπήρχε θέμα αμφισβήτησης του χαρακτήρα του πολιτεύματος ως κοινοβουλευτικού.[3]

Η κοινοβουλευτική αρχή εφαρμόζεται σε πλαίσιο μη αυστηρής τριμερούς διάκρισης των λειτουργιών και ρυθμίζει τις σχέσεις αλληλεξάρτησεις μεταξύ των φορέων της εκτελεστικής και της νομοθετικής λειτουργίας.[4] Η Κυβέρνηση ως το όργανο το οποίο ασκεί κατεξοχήν την εκτελεστική λειτουργία(άρθρα 26 παρ. 2 και 82 παρ. 1 του Συντάγματος) πρέπει να διαθέτει την εμπιστοσύνη του νομοθετικού σώματος. Σύμφωνα με το ισχύον Σύνταγμα, ειδικότερες εκφάνσεις της κοινοβουλευτικής αρχής αποτελούν οι συνταγματικές διατάξεις κατά τις οποίες ρυθμίζεται ο διορισμός και η απαλλαγή της Κυβέρνησης από τα καθήκοντα της (άρθρα 37επ. και 84 παρ.1), η διάλυση της Βουλής(άρθρο 41) και η υπαγωγή της Κυβέρνησης σε κοινοbουλευτικό έλεγχο(άρθρα 66,68 και 70 παρ. 6). Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 84 του Συντάγματος, η Κυβέρνηση  οφείλει να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την ορκωμοσία του Πρωθυπουργού,η Κυβέρνηση υποχρεούται να ζήτησει ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής και μπορεί να τη ζητεί και οποτεδήποτε άλλωτε. Η Βουλή, αν έχουν διακοπεί οι εργασίες της κατά τον σχηματισμό της κυβέρνησης καλείται μέσα σε δεκαπέντε μέρες να αποφανθεί για την πρόταση εμπιστοσύνης. Πρόταση εμπιστοσύνης δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αν δεν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, οι οποίοι όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα δυο πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών. Πρόταση δυσπιστίας γίνεται δεκτή, μόνο αν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών.

Ο Πρωθυπουργός επομένως μπορεί να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της βουλευτικής περιόδου(δυνητική ψήφος εμπιστοσύνης). Η πρόταση γίνεται δεκτή, με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη των δύο πέμπτων δηλαδή εκατών είκοσι βουλευτών. Όσο για την πρόταση δυσπιστίας η βουλή έχει το δικαίωμα να αποσύρει την εμπιστοσύνη της από την Κυβέρνηση ή από μέλος της, η πρόταση δυσπιστίας αποτελεί το πλέον ακραίο μέσο κοινοβουλευτικού ελέγχου στη διάθεση της αντιπολίτευσης. Τέλος οι σχέσεις Βουλής, Κυβέρνησης είναι ουσιαστικά οι σχέσεις κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και αντιπολίτευσης.[5]

Εκείνο που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι πως η ισχύς της κοινοβουλευτικής αρχής στη σύγχρονη εκδοχή της απορρέει από την υπεροχή του Λαού(άρθρο 1. παράγραφος 2 του Συντάγματος). Ας μην ξεχνάμε πως ο Λαός είναι εκείνος που σε μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία ενεργεί μέσω του κοινοβουλίου το οποίο διαθέτει και την άμεση νομιμοποίηση και για τον έλεγχο όσων ασκούν την εκτελεστική λειτουργία. Όπως και να έχει, εκείνο που πρέπει να επισημάνουμε είναι πως μπορεί να υπάρχει δημοκρατική αρχή και ύπαρξη δημοκρατικού πολιτεύματος χωρίς να υπάρχει ισχύς της κοινοβουλευτικής αρχής. Αυτό μπορούμε εύκολα να το καταλάβουμε από το ότι υπάρχουν κι άλλα πολιτεύματα τα οποία είναι μεν δημοκρατικά αλλά όχι κοινοβουλευτικά, όπως για παράδειγμα είναι τα προεδρικά και ημι-προεδρικά πολιτεύματα. Επίσης στα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα όπως και στην περίπτωση της χώρας μας που έχουμε «Προεδρευόμενη Κοινοβουλεύτικη Δημοκρατία» ο αρχηγός του Κράτους στην περίπτωση μας ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, περιορίζεται κατά βάση σε έναν ρυθμιστικό και συμβολικό ρόλο.

ii.ΗΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΕΔΗΛΩΜΕΝΗΣ

Μια ειδικότερη έννοια σε σχέση με την κοινοβουλευτική αρχή αποτελεί και η αρχή της δεδηλωμένης. Από τη μία η κοινοβουλευτική αρχή είναι εκείνη που ρυθμίζει εν γένει τις σχέσεις μεταξύ κυβέρνησης και βουλής και από  την άλλη  η αρχή της δεδηλωμένης αφορά κυρίως το στάδιο του διορισμού της κυβέρνησης και έτσι αποτελεί μια μικρότερη έκφανση της κοινοβουλευτικής αρχής.[6] Η αρχή της δεδηλωμένης «γεννήθηκε» μετά την καταγγελία του Χ. Τρικούπη ότι ο βασιλιάς διόριζε αυταρχικά υπουργούς από την μειοψηφία. Από τότε οι κυβερνήσεις πρέπει να έχουν «δεδηλωμένη» την απόλυτη πλειοψηφία.[7] Από το 1927 και μέχρι σήμερα ακολούθησε εκτός από την αρχή της δεδηλωμένης και η ρητή καταγραφή της κοινοβουλευτικής αρχής στο κείμενο του Συντάγματος, με στόχο τη βελτίωση και εμπέδωση της λειτουργίας των κοινοβουλευτικών θεσμών. Πάντως αυτό που ουσιαστικά σημαίνει η αρχή της δεδηλωμένης το φανερώνει ο ίδιος της ο τίτλος, πρόκειται δηλαδή για την εμπιστοσύνη της Βουλής η οποία απαιτείται να υπάρχει από το αρχικό στάδιο του διορισμού της από τον αρχηγό του κράτους, ανεξάρτητα από το εάν αυτός είναι αιρετώς ή κληρονομικός(π.χ στη Μ.Βρετανία, υπάρχει κοινοβουλευτική αρχή με κληρονομικό ανώτατο άρχοντα)υποχρεούται να διορίσει στο αξίωμα του Πρωθυπουργού τον αρχηγό της δεδηλωμένης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας(άρθρο 37 παρ.2 του Συντάγματος). Στην περίπτωση αυτή επομένως η κυβέρνηση που θα σχηματιστεί από τον πρωθυπουργό θα απολαμβάνει και την εμπιστοσύνη της Βουλής.

iii.Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ

Συνεχίζοντας θα εξετάσουμε τη λειτουργία της κοινοβουλευτικής αρχής που είναι ουσιαστικά υπεύθυνη για τον καθορισμό του πολιτεύματος που εφαρμόζεται σε μια ορισμένη χώρα. Έτσι, όταν η κυβέρνηση εξαρτάται από την εμπιστοσύνη της Βουλής και οι σχέσεις μεταξύ νομοθετικής και εκτελεστικής λειτουργίας ρυθμίζονται τυποποιημένα το σύστημα κυβέρνησης χαρακτηρίζεται ως «κοινοβουλευτικό». Υπο την ισχύ της κοινοβουλευτικής αρχής λοιπόν έχουμε κοινοβουλευτικό σύστημα σε αντιπαραβολή άλλων μορφών οργάνωσης, όπως είναι το προεδρικό που εφαρμόζεται π.χ στις Η.Π.Α και στην Κύπρο όπου εκεί δεν τίθεται θέμα παροχής εμπιστοσύνης προς τους υπουργούς αφού τους διορίζει ο ίδιος ο Πρόεδροςή το σύστημα της κυβερνώσας βουλής, στο οποίο φορέας της εκτελεστικής λειτουργίας είναι η ίδια η βουλή, ενεργώντας συνήθως μέσω επιτροπής, ενώ δεν ιφίσταται διακριτικό όργανο του κράτους για την ανάθεση της εκτελεστικής αρμοδιότητας, καθώς εδώ δεν υπάρχει η διάκριση των λειτουργιών. Πάντως το σύστημα της  κυβερνώσας βουλής στις μέρες μας τείνει να εκλείψει.

 Όσο για το ημιπροεδρικό σύστημα η διαφορά του με το κοινοβουλευτικό έγκειται στο ότι στην περίπτωση αυτή η κυβέρνηση εξαρτάται τόσο από την εμπιστοσύνη της βουλής όσο και από την εμπιστοσύνη του αρχηγού του κράτους. Πάντως και στο προεδρικό και στο ημιπροεδρικό σύστημα ο πρόεδρος εκλέγεται κατευθείαν από το Λαό κι αυτός είναι και ο λόγος που έχει αυξημένες αρμοδιότητες σε σχέση με τον αρχηγό του κράτους στα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα που έχει συμβολικό ρόλο.

iv. ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΣ- ΚΡΙΣΗ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΥ

Η κοινοβουλευτική αρχή διαφέρει από τον κοινοβουλευτισμό. Ο κοινοβουλευτισμός είναι μια γενικότερη έννοια με την οποία ουσιαστικά περιγράφονται διάφορες μορφές συνελεύσεων εκπροσώπησης, από διορισμένα ή και εκλεγμένα μέλη με άλλωτε συμβουλευτικές ή και αποφασιστικές αρμοδιότητες. Παρ’όλα αυτά σίγουρα ο κοινοβουλευτισμός δεν παύει να αποτελεί τη βάση του σύγχρονου κοινοβουλευτισμού.

Πρώτη φορά κατά την περίοδο του μεσοπολέμου στην Ελλάδα, παρατηρήθηκαν οισιώδεις πολιτικές αλλαγές που επηρέασαν την οργάνωση των σχέσεων μεταξύ εκτελεστικής και νομοθετικής λειτουργίας. Έτσι με τον όρο «κρίση του κοινοβουλευτισμού» ουσιαστικά αναφερόμαστε στις πολιτικές συνθήκες οι οποίες οδήγησαν σε ενίσχυση της κυβερνητικής λειτουργίας σε βάρος της αποτελεσματικότητας της βουλής κι αυτό γιατί η κυβέρνηση ταυτίζεται με την πλειοψηφία των βουλευτών και γίνεται παράλληλα παράκαμψη της αρχής της ελεύθερης εντολής (άρθρο 60 παρ.1) μέσω  της κομματικής πειθαρχίας[8]. Συζήτηση για την κρίση του κοινοβουλευτισμού πάντως ιφύσταται μέχρι και στις μέρες μας με αφορμή το συγκεκριμένο κομματικό σύστημα που επικρατεί και με την έντονη εξάρτηση των βουλευτών από τον αρχηγό του κόμματος.

v.ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ

Όπως προαναφέρθηκε ρητή καταγραφή της κοινοβουλευτικής αρχής στο Σύνταγμα είχαμε πρώτη φορά το 1927 και συγκεκριμένα στο άρθρο 89 του Συντάγματος όπου απαιτείτο η Κυβέρνηση να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Όμως το Σύνταγμα του 1927 υπήρξε βραχύβιο λόγω  της πολιτικής αστάθειας που ακολούθησε μετά τη θέσπιση του, οπότε δεν συνέβαλε καθόλου ως προς την εμπέδωση των κοινοβουλευτικών θεσμών. Η διάταξη του άρθρου 89 του συντάγματος του 1927 αντιγράφηκε και στο σύνταγμα του 1952 και συγκεκριμένα στο άρθρο 78. Παρόλα αυτά εξακολούθησαν να υπάρχουν παραβιάσεις της κοινοβουλευτικής αρχής εκ μέρους του Βασιλιά γιατί ας μην ξεχνάμε πως στο σύνταγμα του 1952 υπήρχαν παράλληλα ακόμα και αυξημένες βασιλικές αρμοδιότητες σε σχέση με τον διορισμό της κυβέρνησης και τη διάλυση της βουλής. Παρόμοιοι λόγοι είχαν γίνει η αιτία της γέννησης της αρχής της δεδηλωμένης επί Χαριλάου Τρικούπη. Πάντως χαρακτηριστική περίπτωση παρεβάσεων σε αντίθεση με τη λαική κυριαρχία, υπήρξε και η περίοδος της δεκαετίας του 1960, η οποία και τελικά κατέληξε στην επιβολή της δικτατορίας τον Απρίλιο του 1967.[9]

Πρώτη φορά που το πολίτευμα της Ελλάδας χαρακτηρίστηκε ρητώς ως «κοινοβουλευτική δημοκρατία», απόφαση που όπως προείπαμε δεν υπάγεται σε αναθεώρηση, ήταν έπειτα από την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ε’ Αναθεωρητική Βουλή με το άρθρο 1. παρ.1 του Συντάγματος του 1975. Πέρα όμως από αυτή τη διακύρηξη, στο άρθρο 84 παρ.1 καταγράφεται και η πεμπτουσία του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, αφού προβλέπεται ρητά ότι η κυβέρνηση «οφείλει» να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της βουλής και της οποίας την εμπιστοσύνη εάν χάσει οφείλει να παραιτηθεί. Επιπρόσθετα θεσπίστηκαν διατάξεις με τις οποίες ρυθμίζονται λεπτομερώς οι σχέσεις κυβέρνησης και βουλής και επίσης οριοθετείται και καθορίζεται ο ρόλος του αρχηγού του κράτους σχετικά(άρθρα 35,37,38,41,82 και 84 του Συντάγματος του 1975). Στο πλαίσιο της ρύθμισης των σχέσεων μεταξύ των φορέων της εκτελεστικής και της νομοθετικής λειτουργίας κατά τη θέσπιση του συνταγματος του 1975 υιοθετήθηκαν και συγκεκριμένες ρυθμιστικές αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας και συγκεκριμένα η δυνατότητα παύσης της κυβέρνησης, την αρμοδιότητα παύσης της βουλής λόγω προφανούς δυσαρμονίας με το λαικό αίσθημα και την αρμοδιότητα προκύρηξης δημοψηφίσματος. Με την αναθεώρηση του Συντάγματος το 1986 όλες οι παραπάνω διατάξεις καταργήθηκαν αν και ουσιαστικά δεν ασκήθηκαν ποτέ. Με τον τρόπο αυτό μειώθηκαν οι δυνατότητες παρέμβασεις του αρχηγού του κράτους στην πολιτική ζωή της χώρας.Στην μόνη περίπτωση που μπορούσε να παρέμβει ακόμη ήταν στη διάλυση της βουλής για έλλειψη κυβερνητικής σταθερότητας, σύμφωνα με το άρθρο 41 του Συντάγματος οπού απαιτείται να συντρέχουν συγκεκριμένα δεδομένα, δηλαδή να έχει προηγηθεί παραίτηση ή καταψήφιση δύο κυβερνήσεων. Ύπο μια έννοια θα μπορούσαμε να πούμε πως με την αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975 επιτεύχθηκε η θεσμική ολοκλήρωση του κοινοβουλευτικού συστήματος.Παρόλα αυτά υπήρξε και αντίλογος ειδικά μετά την αναθεώρηση του 1986 σχετικά με τον περιορισμό του ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας σε καθαρά συμβολικό χαρακτήρα καθώς αυτό σήμαινε και την κατάργηση ενός σημαντικού «θεσμικού αντίβαρου» που έχει ως συνέπεια την υπερβολική ενίσχυση της θέσης του Πρωθυπουργού. Πάντως από το 1986 και έκτοτε ποτέ δεν τέθηκε θέμα επαναφοράς των καταργηθέντων αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας.

vii.            ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Το κοινοβουλευτικό σύστημα ως ένα κοινό ευρωπαϊκό μοντέλο οργάνωσης της εξουσίας, υπάρχει και στο πρωτογενές δίκαιο της Ε.Ε, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο τη δημοκρατική νομιμοποίηση των αποφάσεων της Ένωσης.Το Ευρωπαικό Κοινοβούλιο είναι ένας δημοκρατικά νομιμοποιημένος νομοθέτης επομένως που ενεργεί παράλληλα και από κοινού με άλλα νομοθετικά όργανα της Ε.Ε αλλά επίσης είναι και ένα ελεγκτικό όργανο των φορέων εκτελεστικών αρμοδιοτήτων(άρθρα 226&234 ΣΛΕΕ). Στο πλαίσιο του πρωτογενούς ευρωπαικού δικαίου, οι επιμέρους συνταγματικοί εθνικοί κανόνες σχετικά με την καθιέρωση της κοινοβουλευτικής αρχής έχουν ιδιαίτερη σημασία, ειδικά στο μέτρο κατά το οποίο σύμφωνα με το νέο άρθρο 10 παρ.2 εδ β’ ΣΕΕ αναγνωρίζεται ότι η απόδοση ευθύνης σε σχέση με τη δράση των εκπροσώπων των κυβερνήσεων και αρχηγών των κρατών μελών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και στο Συμβούλιο διαμεσολαβείται από τις σχετικές ελεγκτικές αρμοδιότητες των εθνικών κοινοβουλίων.[10]

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Συμπερασματικά το κοινοβουλευτικό σύστημα αποτελεί μορφή της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας αλλά μπορεί να υπάρχει δημοκρατική αρχή και χωρίς κοινοβουλευτικό σύστημα. Το κοινοβουλευτικό σύστημα είναι ένα κυβερνητικό σύστημα που επηρεάζει την κυβέρνηση και διαφέρει βασικά από άλλα συστήματα.[11] Η κοινοβουλευτική αρχή συνίσταται στην πρωταρχικότητα της Βουλής ως αντιπροσωπείας του κυρίαρχου λαού και στην εξάρτηση της Κυβέρνησης από την εμπιστοσύνη της Βουλής.Ο κοινοβουλευτισμός χωρίζεται σε τρεις διαστάσεις, πρώτον την ανάδειξη, τον έλεγχο και τη διατήρηση της κυβέρνησης στην εξουσία.

Με την αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975/86 επιτεύχθηκε η θεσμική ολοκλήρωση του κοινοβουλευτικού συστήματος στην Ελλάδα και από τότε μέχρι πριν μερικά χρόνια το κοινοβουλευτικό σύστημα λειτούργησε ομαλά, αφού κατά κανόνα έβγαιναν αυτοδύναμες, μονοκομματικές κυβερνήσεις. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο λόγω της οικονομικής κρίσης, δημιουργήθηκαν έντονες αντιπαραθέσεις σχετικά με τα μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας που υποχρεώθηκε η χώρα να τηρεί και πλέον δεν φαίνεται πια εύκολα να μπορεί να επιτευχθεί πλειοψηφία στη Βουλή. Κλείνοντας ας κρατήσουμε πως η εξέλιξη του κοινοβουλευτικού συστήματος  συμβαδίζει με την εξέλιξη της Δημοκρατίας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

..


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ø  Αντωνίου Θ.(επιμ)(2014). Γενικές Αρχές Δημοσίου Δικαίου, Σειρά:Εγχειρίδια Δημοσίου Δικαίου και Ευρωπαικού Δημοσίου Δικαίου

Ø  Παπαδοπούλου Λίνα, Α.Π.Θ, Ανοιχτά Ακαδημαικά Μαθήματα «Ενότητα δέκατη» Κοινοβουλευτική  αρχή https://opencourses.auth.gr/modules/units/?course=OCRS101&id=1066

Ø  Παραράς Π.(1991)- Σύνταγμα 1975 -Corpus III, άρθρα 81-92, Κυβέρνηση-Δικαστική εξουσία Ι

Ø  Περγούλη Αναστασία, Αθήνα 2010, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών «Έννοια και διαστάσεις του κοινοβουλευτικού συστήματος» https://eclass.uoa.gr/modules/document/file.php/  (ανακτήθηκε 11/12/2018)

Ø  https://www.mixanitouxronou.gr/i-archi-tis-dedilomenis-gennithike-meta-tin-katangelia-tou-ch-trikoupi-oti-o-vasilias-diorize-aftarchika-ipourgous-apo-tin-miopsifia-apo-tote-i-kivernisis-prepi-na-echoun-dedilomeni-tin-apoli/ (ανακτήθηκε 10/12/2018)



[1]Παπαδοπούλου Λίνα, Α.Π.Θ, Ανοιχτά Ακαδημαικά Μαθήματα «Ενότητα δέκατη» Κοινοβουλευτική  αρχή https://opencourses.auth.gr/modules/units/?course=OCRS101&id=1066

[2]Αντωνίου Θ. (Επιμ.) (2014). Γενικές Αρχές Δημοσίου Δικαίου, Σειρά: Εγχειρίδια Δημοσίου Δικαίου και Ευρωπαϊκού Δημοσίου Δικαίου. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη. Αικ. Ηλιάδου σελ 68

[3]Παραράς Π.(1991)- Σύνταγμα 1975 -Corpus III, άρθρα 81-92, Κυβέρνηση-Δικαστική εξουσία Ι , σελ 143, αρ. Περ.9

[4]Αντωνίου Θ. (Επιμ.) (2014). Γενικές Αρχές Δημοσίου Δικαίου, Σειρά: Εγχειρίδια Δημοσίου Δικαίου και Ευρωπαϊκού Δημοσίου Δικαίου. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη. Αικ. Ηλιάδου σελ 69

 

[5]Παπαδοπούλου Λίνα, Α.Π.Θ, Ανοιχτά Ακαδημαικά Μαθήματα «Ενότητα δέκατη» Κοινοβουλευτική αρχή https://opencourses.auth.gr/modules/units/?course=OCRS101&id=1066

 

[6]Αντωνίου Θ. (Επιμ.) (2014). Γενικές Αρχές Δημοσίου Δικαίου, Σειρά: Εγχειρίδια Δημοσίου Δικαίου και Ευρωπαϊκού Δημοσίου Δικαίου. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη. Αικ. Ηλιάδου σελ 70

 

[7]https://www.mixanitouxronou.gr/i-archi-tis-dedilomenis-gennithike-meta-tin-katangelia-tou-ch-trikoupi-oti-o-vasilias-diorize-aftarchika-ipourgous-apo-tin-miopsifia-apo-tote-i-kivernisis-prepi-na-echoun-dedilomeni-tin-apoli/

[8]Αντωνίου Θ. (Επιμ.) (2014). Γενικές Αρχές Δημοσίου Δικαίου, Σειρά: Εγχειρίδια Δημοσίου Δικαίου και Ευρωπαϊκού Δημοσίου Δικαίου. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη. Αικ. Ηλιάδου σελ 71

 

[9]Αντωνίου Θ. (Επιμ.) (2014). Γενικές Αρχές Δημοσίου Δικαίου, Σειρά: Εγχειρίδια Δημοσίου Δικαίου και Ευρωπαϊκού Δημοσίου Δικαίου. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη. Αικ. Ηλιάδου σελ 77

[10]Αντωνίου Θ. (Επιμ.) (2014). Γενικές Αρχές Δημοσίου Δικαίου, Σειρά: Εγχειρίδια Δημοσίου Δικαίου και Ευρωπαϊκού Δημοσίου Δικαίου. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη. Αικ. Ηλιάδου σελ 80

 

[11]Περγούλη Αναστασία, Αθήνα 2010, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών «Έννοια και διαστάσεις του κοινοβουλευτικού συστήματος» https://eclass.uoa.gr/modules/document/file.php/  (ανακτήθηκε 11/12/2018)

Δευτέρα, Οκτωβρίου 12, 2020

My reality

Get out of the kitchen if you can't take the heat...

Έπρεπε να φτάσω στα τριάντα πέντε για να φάω μια γερή σφαλιάρα συνειδητοποίησης. Έπρεπε να εκπληρώσω όλες τις κοινωνικές επιταγές για να απαλλαγώ από το βάρος τους ή μήπως να φορτωθώ περισσότερο; Σαν να μου'ρθε επιφώτιση, σαν τόσα χρόνια να κοιμόμουνα τον ύπνο του δικαίου, σαν να έχασα το φως μου και να το ξαναβρήκα κι όλα αυτά τα κλισέ. Όμως πραγματικά απορώ πως δεν τα έβλεπα όλα αυτά ενώ ήταν ακριβώς μπροστά μου. Τελικά καμιά φορά τα γυαλιά της εμπειρίας ξεδιαλύνουν τα πάντα μόνο που έρχονται κάπως αργά σαν την πρεσβυωπία ένα πράγμα.

Οι πιέσεις των κοινωνικών επιταγών δεν είναι ότι ήταν βαριές στην περίπτωση μου, ίσα ίσα αν το καλοσκεφτώ είχα άπειρες βάσεις και ευκαιρίες για να τις σκαπουλάρω ολοκληρωτικά κι αυτό το κάνει ακόμα πιο μαζοχιστικό. Έτσι ουσιαστικά οι πιέσεις που δέχτηκα ήταν ακριβώς όπως και σε όλους τους άλλους απλά εγώ τις πήρα στα σοβαρά και σαν άτομο του καθήκοντος βάρεσα προσοχή. Βεβαία λες και ήξερα τι έκανα; Όλα με βρήκαν εκεί στο μεταίχμιο των τριάντα να δουλεύω σαν το σκυλί και να ψάχνω σιγουριές σε ένα απάνθρωπο εργασιακό περιβάλλον με το μυαλό μου πατημένο σαν σκατά κι εγώ απλά να εκτελώ εντολές. Τι είπαμε ότι θέλει από εμένα η κοινωνία; Τελικά υπήρξα νέα και αφελής για να αντισταθώ ή μάλλον να αντιληφθώ τις κοινωνικές νόρμες και την ενστάλαξη των αξιών μιας κοινωνίας που στην πραγματικότητα δε με αφορούσαν, αντιθέτως πραγματικά μέσα μου βρισκόμουνα πολύ μακριά από αυτές.

Όπως έχω πει και παλαιότερα, έχω παίξει όλα τα ρολάκια που μου πασάραν οι πολλοί με συγκινητική επιτυχία ομολογουμένως και κάπως έτσι μου έχει φύγει ένα βάρος από εδώ και πέρα ελπίζω να ζήσω ακριβώς όπως θέλω εγώ κι όχι όπως προστάζουν οι πολλοί. Μπορεί και πάλι να είχα κάνει ακριβώς τις ίδιες επιλογές και να μην είχε αλλάξει και κάτι ουσιαστικά αλλά δεν μπορείς να φανταστείς τι τεράστια στέρηση χαράς είναι όταν κάνεις τα πράγματα κάτω από πίεση .

Κατάλαβα πως μια γυναίκα του σήμερα όπως εγώ θα μπορούσε όλα αυτά να τα είχε αποφύγει να είχε απαλλαγεί από όλα αυτά τα στερεότυπα, να πάψει πια να χαντακώνεται οικειοθελώς η γυναίκα, γιατί αυτό που ουσιαστικά ακόμα η κοινωνία ζητάει από τις γυναίκες είναι το χαντάκωμα τους. Ξυπνήστε επιτέλους και ζήστε ακριβώς όπως σας λέει το μέσα σας κάτι παραπάνω ξέρει και όπως έχει πει και ο Marley "Open your eyes, look within. Are you satisfied with the life you're living?"Στην τελική είμαι ευχαριστημένη γιατί ακόμα και έτσι, δεν με έχασα , το πάλεψα και το παλεύω για τα πραγματικά μου θέλω, για τον πραγματικό μου εαυτό να ξαναβγεί στην επιφάνεια και αν για αρκετά χρόνια χαντακώθηκα οικειοθελώς ήρθε  ο καιρός να ξαναλάμψω ...

Πέμπτη, Οκτωβρίου 08, 2020

Μασκέ γόβες


Διαλέγοντας την κουρτίνα τρία στο μεγάλο παζάρι της ζωής, δε μου βγήκε ο μίστερ Ζόνγκ αλλά η γονεϊκότητα. Το κυρίαρχο συναίσθημα όταν η κουρτίνα άνοιξε, ήταν αυτό του "τα έχω εντελώς χαμένα" και ένας ανεξερεύνητος, ελικοειδής δρόμος είχε ανοιχτεί μπροστά μου.

Ακόμα μαθαίνω πως να'μαι μάνα και πιστέψτε με είναι ότι πιο δύσκολο έχω υπάρξει ποτέ, παρόλα αυτά κάτι μου λέει ότι στην επόμενη στροφή με περιμένει απέραντη γαματοσύνη ή τουλάχιστον έτσι μου τάζω για να την βγάλω καθαρή.

Τα άγρυπνα βράδια δίπλα στον μικρό, διαβάζοντας θεωρίες για δημόσιες πολιτικές, ονειρεύομαι πως ξαναφορώ τις πρασινοκίτρινες τζαμαϊκανικές μου γόβες και μεταμορφώνομαι πάλι σε Minnie Mouse, με το κατακόκκινο φόρεμα κι εκείνο το κοκκινόασπρο πουά φιόγκο πάνω στα ποντικίσια αυτιά μου. 

Όχι, δεν τις φόρεσα μόνο σε εκείνο το μασκέ πάρτυ και ήρθε ο καιρός να τις φορέσω και πάλι και πάλι και πάλι, γιατί που ξέρεις η ζωή έχει πολύ πλούσια φαντασία... 






Τρίτη, Σεπτεμβρίου 29, 2020

Mother Blame

 Mother Blame: Η ντροπή της ψυχολογίας που κατηγορεί τη μάνα για όλα.



"Η μητρότητα είναι δύσκολη. Μία από τις δυσκολότερες «δουλειές» στον κόσμο. Δεν είχα, απολύτως, καμία ιδέα για το πόσο δύσκολη είναι μέχρι που έγινα μάνα. Τότε ανακάλυψα ότι δεν υπάρχουν οδηγίες χρήσης. Υπάρχει μόνο αυτό το φρικτό πράγμα που ονομάζεται Mother Blame. Επιπλέον, η κουλτούρα μας δεν μας παρέχει και μεγάλη υποστήριξη. Μας παρέχει, ωστόσο, πολλά κραγιόν και κρέμες κτλ.

Μακάρι να υπήρχε ένα επάγγελμα που να μπορούσε να μας βοηθήσει ... αλλά για μισό λεπτό! Υπάρχει η ψυχολογία!

Όντας η ίδια ψυχολόγος, στράφηκα προς τον κλάδο μου για να βρω υποστήριξη. Το μόνο που διαπίστωσα, όμως, ήταν ότι οι ψυχολόγοι, όχι μόνο δεν είμαστε χρήσιμοι, αλλά, μερικές φορές, είμαστε εντελώς απαράδεκτοι.
Οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας έχουν κατηγορήσει τις μητέρες για τα πάντα. Από τη δημιουργία σχιζοφρένειας κι αυτισμού, μέχρι το ότι δεν προστατεύουν τα παιδιά τους ή τα προστατεύουν πάρα πολύ. Κατηγορούμε, συχνά, τις μητέρες για τα προβλήματα των παιδιών τους ή για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η ίδια η οικογένεια. Η θεραπεία, συνήθως, εστιάζει στην συμπεριφορά της μητέρας, αλλά, σπάνια, στις ανάγκες της ίδιας της μητέρας.
Το πεδίο της ψυχολογίας έχει, επίσης, αγνοήσει την πραγματικότητα της μητέρας στη θεωρία, την έρευνα και την πρακτική.

Υπάρχει πολύ λίγη θεωρία ή έρευνα σχετικά με τη διαδικασία της μητρότητας. Επιπλέον, η θεραπεία σε θέματα που επηρεάζουν τις μητέρες, όπως η επιλόχεια κατάθλιψη, το φαινόμενο της «σούπερ μαμάς» και τα υψηλά ποσοστά κατάθλιψης γενικά, είναι στην καλύτερη περίπτωση ελάχιστη. Κατά συνέπεια, η ψυχολογία έχει να δώσει πολλές απαντήσεις στις μητέρες.
Υπάρχει μια εκκωφαντική σιωπή γύρω από την έρευνα που έχει γίνει για τις μητέρες.

Γνωρίζουμε ότι παντρεμένες γυναίκες με παιδιά είναι πολύ πιθανότερο να υποφέρουν από κατάθλιψη από οποιαδήποτε άλλη ομάδα, ωστόσο, δεν λέμε τίποτε για τους λόγους για τους οποίους συμβαίνει. Αναγνωρίζουμε ότι η επιλόχεια κατάθλιψη προκαλείται, σε μεγάλο βαθμό, από την έλλειψη κοινωνικής και οικογενειακής υποστήριξης, αλλά σιωπούμε για τις αλλαγές που πρέπει να εφαρμοστούν ώστε να υπάρξει μείωση της συχνότητας της ασθένειας.

Αντιλαμβανόμαστε ότι η φτώχεια είναι ένας τεράστιος παράγοντας για την ψυχική ασθένεια κι ότι είναι σίγουρα θέμα της μητέρας, δεν διαδραματίζουμε, όμως, σημαντικό ρόλο στις πολιτικές συζητήσεις σχετικά με την κοινωνική πρόνοια ή άλλα κοινωνικά προγράμματα που επηρεάζουν τις μητέρες. Γνωρίζουμε ότι η εγκυμοσύνη είναι ένας εξαιρετικά επικίνδυνος κι ευάλωτος χρόνος για τις γυναίκες και τις μητέρες που πλήττονται δυσανάλογα απ’την ενδοοικογενειακή βία, αλλά δεν υπάρχει τεράστια κατακραυγή απ’τους ψυχολόγους για να ληφθεί υπόψη η κατάσταση της μητρότητας στις πολιτικές αποφάσεις.

Γιατί ο τομέας της ψυχολογίας ήταν τόσο σιωπηλός για όλα αυτά τα θέματα; Εάν δεν υποστηρίζουμε εμείς τις μητέρες, ποιος θα το κάνει;

Ποιος από εμάς δεν έχει δει οικογένεια ή ακόμα και παιδιά στη θεραπεία και δεν κατηγόρησε την μητέρα; Οι single mothers, ειδικότερα, δέχονται μεγάλο μέρος αυτής της μομφής, γιατί είναι μόνες. Δεν υπάρχει κανένας άλλος για να ρίξουμε το φταίξιμο. Ωστόσο, αυτός ο τύπος σκέψης είναι ριζικά λανθασμένος. Επιπλέον, αποτελεί μόνο ένα παράδειγμα της βαθιάς φύσης αυτής της προκατάληψης ενάντια στις μητέρες.

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΜΕ ΝΑ ΖΗΤΑΜΕ ΝΑ ΜΑΘΟΥΜΕ ΓΙΑΤΙ Η ΜΗΤΕΡΑ ΑΦΗΣΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΗΣ ΧΩΡΙΣ ΕΠΙΒΛΕΨΗ. ΚΑΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΡΧΙΣΟΥΜΕ ΝΑ ΔΙΕΡΕΥΝΟΥΜΕ ΤΟ ΕΙΔΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΠΟΥ ΔΙΑΘΕΤΕΙ.

Πρέπει να σταματήσουμε να κατηγορούμε τις δεξιότητες της μητέρας. Αντιθέτως, πρέπει να αρχίσουμε να εξετάζουμε τι είδους μοντέλα είχε ως πρότυπα για τη μητρότητα. Επίσης, να διευρευνήσουμε πότε είχε τελευταία φορά χρόνο να ξοδέψει για τον εαυτό της.

Δεν μπορείς να είσαι καλή μητέρα αν δεν ξεκουράζεσαι επαρκώς και δεν έχεις αυτοπεποίθηση.

Οποιοσδήποτε εργοδότης απαιτούσε εργασία 24 ώρες το 24ωρο, 7 μέρες την βδομάδα χωρίς διαλείμματα θα βρισκόταν στα δικαστήρια. Ωστόσο, περιμένουμε απ’τις μητέρες ΠΑΝΤΑ εξαιρετική απόδοση όσον αφορά την μητρότητα κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες κάθε μέρα, συχνά χωρίς διακοπές, αργίες, Σαββατοκύριακα, ρεπό, άδειες ή αναρρωτικές. Όταν οι μητέρες δεν κάνουν το ακατόρθωτο, τότε τις ενοχοποιούμε για την έλλειψη τελειότητας τους.

Πότε θα αρχίζουμε να εξετάζουμε/κριτικάρουμε τον εαυτό μας ως κοινωνία και να συνειδητοποιούμε ότι είμαστε κι εμείς υπόλογοι;

Παρόλο που ο τομέας της ψυχολογίας είναι αμελής, ακόμη κι επιβλαβής για τις μητέρες, πρέπει να αρχίσουμε να βελτιωνόμαστε. Δεδομένης της έμφασης για ανάπτυξη, ενδοψυχικές ανησυχίες, οικογενειακές διαδικασίες και κοινωνικές επιπτώσεις, είμαστε μοναδικά τοποθετημένοι για να παίρνουμε τον ηγετικό ρόλο στην παροχή της υποστήριξης που χρειάζονται οι περισσότερες μητέρες. Έτσι λοιπόν, τίθεται το ερώτημα:

Πώς θ’αλλάξουμε αυτό το έλλειμμα της μητέρας; Πώς θα σταματήσουμε το mother blame που έχει παγιδευτεί τόσο πολύ στην ψυχολογία;

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους μπορούμε να το κάνουμε αυτό:

1. Πρέπει να στρατολογούμε και να εμπλέκουμε μητέρες στον κλάδο μας. Οι ίδιες οι μητέρες γνωρίζουν, συχνά, τις προκλήσεις που υπάρχουν για τις άλλες μητέρες. Οι μητέρες-ψυχολόγοι μπορούν ν’αυξήσουν την ευαισθητοποίηση. Να ενσωματώσουν θέματα μητρότητας στην εκπαίδευση. Να ανταποκριθούν με συμπόνια στις μητέρες που βλέπουμε στη θεραπεία. Επιπλέον, εάν γίνει σωστά, μπορούμε να αποτελέσουμε πρότυπα για το πώς να αντιμετωπίζουμε τις μητέρες.

2. Ο κλάδος μας πρέπει να ευαισθητοποιήσει σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι μητέρες και πώς αυτές οι δυσκολίες επηρεάζουν τις ίδιες τις μητέρες, τις οικογένειες και την ευρύτερη κοινωνία. Μέρος αυτής της ευαισθητοποίησης θα περιλαμβάνει να κάνουμε ένα βήμα πίσω απ’την παραδοσιακή ατομική μας εστίαση και να δούμε τη μεγαλύτερη εικόνα. Δεν είναι, πλέον, αποδεκτό ν’αντιμετωπίζουμε μόνο το άτομο, την οικογένεια ή την ομάδα μπροστά μας. Η λήψη συστημικής προοπτικής είναι απαραίτητη. Για να παραφράσω έναν απ’τους φοιτητές μου απ’την ψυχολογία της μητρότητας: «Το να αγνοούμε τις μυριάδες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι μητέρες είναι ανήθικο, διότι πραγματικά κάνουμε κακό».

3. Τέλος, οι ψυχολόγοι πρέπει να παίξουμε μεγαλύτερο ρόλο στη δημόσια πολιτική και στις πολιτικές αποφάσεις που επηρεάζουν τις μητέρες. Δεδομένου του τι γνωρίζουμε, δεν θα πρέπει, πλέον, να σιωπούμε. Αντιθέτως, θα πρέπει να ξεκινήσουμε να φωνάζουμε από τις στέγες. Οι μητέρες δεν αξίζουν τίποτα λιγότερο."

Πρωτότυπο κείμενο: http://www.thepsychologicalhook.com/mother-blame/ | Ελεύθερη απόδοση κι επιμέλεια: Έλενα Θάνου για τη σελίδα The Mamagers

Repost από Family Sleep Consulting & Workshops Συμβουλευτικές υπηρεσίες ύπνου

Άκου μάνα!

Μάνα 

The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked.  The second time I told my story, I felt on...