Παρασκευή, Μαρτίου 02, 2012

Η Ελλάδα που μεγάλωσα


Δεν ξέρω αν πάντα ήταν έτσι οι Έλληνες, εγώ θα σας μιλήσω για τους Έλληνες που έζησα εγώ. Από το σχολείο ακόμα τα μικρά παιδάκια κουβαλούσαν μέσα στην τάξη το σπίτι τους, την κοινωνία που μεγάλωναν. Χτυπούσαν, κορόιδευαν, κατέστρεφαν πράγματα, αντιμιλούσαν. Κοιτούσε το ένα παιδάκι το άλλο για να δει ποιο φοράει καλύτερα ρούχα. Κρίνανε τους ανθρώπους γύρω τους σύμφωνα με το τι μάρκα τσάντας είχανε. Οι γονείς τους, τους έμαθαν ότι έχουν μόνο δικαιώματα και καμία υποχρέωση. Aν η δασκάλα έλεγε στο γονιό ότι το παιδί του ήταν ατίθασο ή δεν ξέρω εγώ τι άλλο, αυτοί λέγανε ότι εκείνη απλά δεν ξέρει να κάνει καλά τη δουλειά της και ότι το παιδί τους ήταν μια χαρά.

Μετά γέμισαν τα ιδιωτικά και τα κολέγια. H μεγαλομανία δεν είχε όρια, θα παίρνανε δάνεια, θα κάνανε τα πάντα αρκεί το ντουβάρι τους να περνούσε τις τάξεις. Ακόμα και στο δημοτικό τα παιδιά ήταν φανατισμένα, εκτός από το Παναθηναικός -Ολυμπιακός υπήρχε και το ΠΑΣΟΚ-ΝΔ  αυτά ήταν τα ιδανικά μας, άντε και το Μπράβο Ρούλα. Ακόμα θυμάμαι τότε που ήμουνα δευτέρα δημοτικού και την επόμενη των εκλογών τα παιδιά  ΠΑΣΟΚ ανέβαιναν πάνω στα θρανία και  πανηγύριζαν ενώ τα παιδιά ΝΔ καθόντουσαν με κατήφεια στα θρανία τους. Τρομερό... Παντού υπήρχε η αίσθηση ότι για να είσαι έξυπνος και μάγκας, έπρεπε να είχες έναν μπάρμπα βουλευτή, να είχες βάλει όλο σου το σόι στο δημόσιο ενώ είχανε βγάλει το δημοτικό μόνο, να τα άρπαζες από παντού και να μην σεβόσουν κανέναν και τίποτα.Μαγκιά, κλανιά και ο βουλευτής να'ναι καλά.

Στο γυμνάσιο γινόντουσαν καταλήψεις, καίγανε τα σχολεία, τους υπολογιστές, τα θρανία, τα πάντα για ένα σπαστό καλαμάκι αν και το πρόβλημα ήταν άλλου. Στο αστικό, κανένα τσογλάνι δεν θα παραχωρούσε τη θέση του, σε ηλικιωμένο, εγκυμονούσα ή ανήμπορο κι αν κανένας γεράκος τολμούσε να του κάνει και παρατήρηση κινδύνευε από το να ακούσει ένα απλό μπινελίκι μέχρι και να φάει μπουκέτο. (όσο για εισιτήριο...)

Στη μόδα ήταν τα δάνεια, το χρηματιστήριο, οι γκόμενες και τα μπουζούκια. Σε μια νύχτα γίνανε όλοι πλούσιοι, βγάλανε εύκολα λεφτά και δύσκολα γούστα. Ο μπαμπάς σου έπρεπε να έχει τουλάχιστον δυο γκομενίτσες αλλιώς ήταν μπας κλας. Τα διαζύγια πηγαίνανε αβέρτα και προσπαθούσανε να βρουν ισορροπία με παιδοψυχολόγους. Δίνανε φακελάκια στα νοσοκομεία που και καλά ήταν δημόσια και οι ίδιοι γιατροί που τα παίρνανε,παίρνανε άλλα τόσα "δωράκια" από τους ιατρικούς επισκέπτες για να πλασάρουν τα φάρμακα τους.

Πήγαινες σε έναν οδοντίατρο να σου φτιάξει μια κουφάλα και αν είχες "καλό" ταμείο εκείνος έγραφε ότι σου είχε φτιάξει όλα τα δόντια. Μέσα σε αυτή την κοινωνία μεγάλωσα, άπειρες φορές αντίκρισα γύρω μου μίσος, ζήλια και φθόνο, όπως είχε πει και ο Χριστόδουλος, δεν μας ένοιαζε αν θα είχαμε δικιά μας κατσίκα αρκεί να ψοφούσε του γείτονα, οποιοσδήποτε πετύχαινε κάτι με την αξία του, απαξιωνότανε ή απλά τον λέγανε μαλάκα και χαζό που τα κατάφερε μόνος του και δεν έφαγε κι αυτός από το δημόσιο. Στην Ελλάδα που μεγάλωσα εγώ αν ήσουνα από χοντρό παιδάκι, καλός μαθητής, παιδί μεταναστών ή ανάπηρος, σε κάνανε οι γύρω σου να νιώθεις τόσο άσχημα, που το καλύτερο που είχες να κάνεις θα ήτανε να κλειστείς στο μπουντρούμι που σου είχανε φτιάξει.

Θράσος, τσαμπουκάδες, ψευτομαγκιά. Ακόμα και στη δήθεν τέχνη, αν δεν έπαιρνες τίποτα επιχορηγήσεις δεν γινότανε τίποτα. Στο ποδόσφαιρο και εκεί αξιοκρατία όπως και παντού άλλωστε στην Ελλάδα. Στο Λύκειο τα ίδια, φροντιστήρια, λεφτά, λεφτά, λεφτά, πεταμένα λεφτά, ιδιαίτερα, ανύπαρκτο σχολείο. Το πιο τραγικό ήταν ότι στην πολυκατοικία μας, ο ίδιος μαθηματικός που είχανε τα παιδιά στο σχολείο ερχότανε και τους έκανε ιδιαίτερα στο σπίτι!

Όσο μετά, για τις σπουδές, τα κόμματα μέσα στα πανεπιστήμια, την οργάνωση και την μόρφωση,τι να πω; Αν κατάφερνες να περάσεις κάπου, ο μπαμπάς σου θα σου έκανε σούπερ αυτοκινητάκι δώρο, αν πάλι δεν κατάφερνες και τα είχε θα σε έκανε με το ζόρι αυτό που ήθελε στέλνοντας το βλαστάρι του στο εξωτερικό. Τα παιδιά τώρα μπορεί να μην σε έκριναν με το τι μάρκα σάκας έχεις αλλά υπήρχαν άλλα τόσα για να σε  εκτιμήσουν, αυτοκίνητο, μάρκα υπολογιστή, κινητού κλπ.

Η τηλεόραση όπως πάντα είχε ριάλιτι, Μενεγάκη και Τριανταφυλλόπουλο. Μετά αναρωτιέστε γιατί φτάσαμε εδώ. Αν υπάρχει θεία δίκη έπρεπε να μας είχε πάρει όλους και να μας είχε σηκώσει, όπως σηκωνόντουσαν τα αυθαίρετα, όπως καίγαμε τα δάση, όπως βασανίζαμε τα αδέσποτα. Μη μου λέτε λοιπόν, πως δεν φταίμε, να ένα άλλο χαρακτηριστικό του νεοέλληνα , κάποιος άλλος έχει την ευθύνη και όχι εγώ , εγώ τα έκανα όλα τέλεια.

Φυσικά υπάρχουν και εξαιρέσεις, φυσικά υπάρχουν άνθρωποι που δεν έκαναν τίποτα από όλα αυτά αλλά πρώτον είναι ελάχιστοι και δεύτερον κάποιοι παρασύρθηκαν, όπως ακριβώς οι νέοι δημόσιοι υπάλληλοι και να είχανε όρεξη για δουλειά μπαίνανε μέσα και αλλοτριωνόντουσαν κι αυτοί. Η σιωπή είναι συνενοχή. Σχεδόν όλα τα παιδιά της γενιάς μου, μείναμε με τον πούλο στο χέρι, τώρα δεν ξέρω αν θα ανέβουν πάνω σε κάποιο θρανίο για να πανηγυρίσουν, δεν ξέρω αν κολλήσουν αφίσες ή πάνε σε πάρτυ της παράταξης  τους. Τώρα το πάρτυ τελείωσε και πρώτοι και καλύτεροι πληρώνουμε εμείς τα σπασμένα. Μερικές φορές σκέφτομαι και πως λίγα μας κάνουνε, εκείνο που τρέμω περισσότερο δεν είναι ότι μάλλον δεν θα με αφήσουν να προχωρήσω τη ζωή μου, εκείνο που φοβάμαι είναι ότι δεν θα απαλλαγούμε ποτέ από αυτή τη νοοτροπία που μας έφερε εδώ.


Scottish lifestyle

Calton Hill
Εδώ έχει έναν άσπρο ουρανό, σπάνια βλέπεις το μπλε και οι άνθρωποι τρέχουν από πίσω σου να σου δώσουν αυτό που από απροσεξία σου έπεσε ή ξέχασες. Ευγενικοί, μάλλον έτσι έμαθαν να είναι. Τόσο ευγενικοί που μερικές φορές μπορώ και να τους παρεξηγήσω συνηθισμένη από την γαιδουροσύνη που άφησα πίσω μου.

Κάθε μέρα ανεβαίνω στον πάνω όροφο του λεωφορείου και μετράω, είναι άπειροι. Παντού άντρες με καροτσάκια  και με τα άλλα δυο παιδιά τους από δίπλα. Στατιστικά αυτή η εικόνα είναι πολύ πιο συχνή, σπάνια βλέπεις γυναίκες να σπρώχνουν τα παιδικά καροτσάκια , να και μια εικόνα που δεν συναντάς στην Ελλάδα. Υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι που είναι πάνω στα καροτσάκια και είναι κι αυτοί επίσης πολλοί, που σου δημιουργείται η εντύπωση πως οι μισοί Σκοτσέζοι είναι ανάπηροι, χμμμ μάλλον απλά εδώ ζούνε τη ζωή τους ενώ στο Ellada αναγκάζονται να περιορίζονται στα σπίτια τους. Α ξέχασα και όλοι λένε thank you στο οδηγό μόλις κατέβουν από το αστικό, πίσω στην μαμά πατρίδα αυτό απλά δεν υπάρχει! Όσο για τα κιλτ, δεν μου προκάλεσαν καμία εντύπωση. Εδώ οι περισσότεροι ντύνονται τόσο αλλοπρόσαλλα που το κιλτ μου μοιάζει με απλό casual τζινάκι. 

Γιατί οι Έλληνες είναι παντού; Μπορεί να τους μαζέψει κάποιος; Όσο για τη Σκωτία και τα Αγγλικά, νομίζω ότι υπάρχει ένας μύθος, ότι και καλά έχουν μια περίεργη προφορά που δεν καταλαβαίνεις Χριστό. Εγώ με χαρά δηλώνω ότι δεν αντιμετωπίζω κανένα απολύτως πρόβλημα σε αντίθεση με το Λονδίνο που είχα επισκεφθεί πριν κάποια χρόνια και μπορούσα να συνεννοηθώ μόνο με  Ινδούς και με τη βοήθεια διαλογισμού. .

Ας πιω τον grande cappuccino μου, έχω πολλά να παρατηρήσω ακόμα. Δεν έχω τίποτα με την Ελλάδα, η σχέση μου μαζί της είναι μεγάλη και μαζοχιστική(μέσα της βλέπω να σαπίζω) στην ιδέα και μόνο ότι θα ξαναγυρίσω με πιάνει μια τρελή χαρά που δυσκολεύομαι να την εξηγήσω(μάλλον θα φταίει που θα φάω φαγητό που τρώγεται!). Δεν είμαστε καλοί άνθρωποι, δε μας μάθανε να είμαστε καλοί άνθρωποι. Καχυποψία, μιζέρια, κλεψιά. Μας μένει όμως πάντα ο μπλε ουρανός και ο φόβος ότι όταν κατέβω στην Αθήνα και πάρω το μετρό πρέπει να ζωστώ με τα προσωπικά μου αντικείμενα - εκεί δεν επιστρέφουν τίποτα πίσω στο αρπάζουν μέσα από τα χέρια....



Υ.Σ  respect στον ραστά με το κιλτ 

Υ.Σ Δεν είδα πουθενά αδέσποτα. Τυχαίο; 

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 27, 2012

Royal Mile

Royal Mile

Με περίμεναν στο σπίτι. Μόλις γύρισα δεν ήξερα ποιον να πρώτο αγκαλιάσω. Τη λεκάνη, τη μπανιέρα ή το κρεβάτι μου;

Τελικά η σειρά είχε ως εξής: 

1. Λεκάνη 

2. Μπάνιο 

3. Καναπές 

Είπα ότι θα ήταν για λίγο αλλά με το που με άδειασα εκεί, η αποπλάνηση ήταν αναπόφευκτη. 

Το κρεβάτι μου ακόμα περιμένει.

Αυτά, χθες.Προχθές στη George Street, ο ταρίφας-ταρίφας ήταν είδος υπό 

εξαφάνιση. Δεν ήταν απαραίτητα και κακό, μας βοήθησε να απολαύσουμε για λίγο τη νυχτερινή

έξοδο των περαστικών με τα ψηλά τακούνια. Ο κόσμος εδώ είναι διαφορετικός . 

Δεν έχουν περάσει πολλές μέρες που λείπω από την Ελλάδα και ήδη όλα έχουν αλλάξει.

Θυμάμαι εκείνο το πρωινό της Τρίτης, πουρνό-πουρνό στο σταθμό της Λάρισας 

να περιμένω το τρένο, που ήρθε με μισή ώρα καθυστέρηση και τους ταξιδιώτες που φεύγανε για 

Βόλο και Θεσσαλονίκη με το "Imagine"  στα χέρια και αναρωτιόμουνα. Άραγε θα τους κρατήσω 

συντροφιά στο μικρό τους ταξίδι ; Τότε θύμωσα μαζί μου. Αυτός ο κόσμος δεν έχει ανάγκη

άλλο από αγανάκτηση, μπορεί να το κάνει και μόνος του στον καναπέ του, τώρα αν εγώ 

τον εκφράζω με αυτά που γράφω, είναι άλλο θέμα. Αυτός ο κόσμος έχει ανάγκη 

από μια άλλη οπτική, από ένα άλλο δρόμο, ο παλιός βγάζει απλά σε αδιέξοδο.Όχι άλλες 

διαπιστώσεις, μόνο καινούργιες διαδρομές. Μας λείπει η προοπτική. Είχα μπει ήδη στο τρένο,

ψάχνοντας τη δικιά μου...


Συνεχίζεται.... 


Στο Ελ. Βελ απολάμβανα τον φραπέ μου, τον είχα πληρώσει 3,80 και όχι 1,60 που έγραφε ο 

τιμοκατάλογος. Όταν παραπονέθηκα μου είπαν ότι 1,60 ήταν ο take away... Έκατσα και 

ρουφούσα μαζί με εκείνον και το 2board , διάβασα και το διήγημα  "Ταξίδι στον αέρα" είχα στείλει

κι εγώ, η αλήθεια είναι όχι κάτι ιδιαίτερο αλλά ποιος ξέρει ίσως κάποτε κρατήσω συντροφιά και 

σε άλλους ταξιδιώτες....

The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked.  The second time I told my story, I felt on...