Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 14, 2011

Άλλη μια αθόρυβη έξοδος


Βράδυ στην Τήνο. Περπατάω το δρόμο που τη μέρα των πάνε μπουσουλώντας. Έξω από τον ΟΤΕ, Πακιστανός με την πραμάτεια του στον ώμο, μιλάει μέσα σε ένα κίτρινο κουβούκλιο καρτοτηλεφώνου. Λέει δυνατά κάτι στη γλώσσα του, ξαφνικά σωριάζεται στο πεζοδρόμιο. Πλησιάζω διστακτικά , το ακουστικό μετέωρο , φωνές αλλόγλωσσες  βγάζει.

Μαζεύεται κόσμος τριγύρω σαν τα κοράκια , καλούν ασθενοφόρο. Δεν αργεί. Πρώτες βοήθειες. Δεν χρειάστηκαν. Δεν είχε σφυγμό, ήδη νεκρός. Τον ανεβάζουν στο κρεβάτι με τις ρόδες και από εκεί στο ασθενοφόρο. Φεύγει, ο κόσμος ακόμα εκεί. Πέθανε από την πείνα σχολιάζει κάποιος. Πεθαίνει ο κόσμος από την πείνα, ρωτάει κάποια άλλη . Αχ τον καημένο. Σιγά-σιγά σπάει ο κόσμος, όλα μπαίνουν στο  ρυθμό του πριν. Οι μονάδες ακόμα πέφτουν, κλείνουν το ακουστικό… 

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 05, 2011

Τάσος Λειβαδίτης, [Θα θελα να μιλήσω...]


Θα θελα να μιλήσω
Απλά
Όπως ξεκουμπώνει κανείς το πουκάμισό του
Και δείχνει ένα παλιό σημάδι
Όπως κρυώνει ο αγκώνας σου
Γυρίζεις
Και βλέπεις ότι είναι τρύπιος
Όπως κάθεται στην πέτρα ένας σύντροφος και μπαλώνει τη φανέλα του.
Να μιλήσω αν μια μέρα ξαναγυρίσω
Κουβαλώντας μια βρώμικη καραβάνα γεμάτη ξενητειά
Κουβαλώντας στις τσέπες μου δυο γροθιές σφιγμένες
Να μιλήσω απλά-
Μονάχα μια στιγμή ν΄ακουμπήσω κάπου τα δεκανίκια μου.

Κάποτε ονειρευόμαστε να γίνουμε μεγάλοι ποιητές
Μιλούσαμε για τον ήλιο.
Τώρα μας τρυπάει η καρδιά
Σαν μια πρόκα στην αρβύλα μας.
Εκεί που άλλοτε λέγαμε ουρανός, τώρα λέμε κουράγιο.
Δεν είμαστε πια ποιητές
Παρά μονάχα σύντροφοι
Με μεγάλες πληγές και πιο μεγάλα όνειρα.

Απόψε λέμε να σου γράψουμε μάνα,
Μήπως ακούσουμε τη βροχή
Να περπατάει με τα λυωμένα σου τσόκαρα
Μήπως δούμε το χαμόγελο σου
Να κρέμεται σαν παγούρι πάνω απ ΄τη δίψα μας.
Μας ταίzουν σάπιες πατάτες : μην ανησυχείς
Μας βρίζουν και μας χτυπάνε : να μας αγαπάς
Ίσως να μη γυρίσουμε – μα εσύ ν΄ανάψεις τη λάμπα
μάνα θα ρθουν άλλοι…

Αγαπημένη
Μπορεί να κρυώνω όταν βρέχει
Μπορεί να χαϊδεύω στις στέπες μου τα ψίχουλα
Της ανάμνησης
Ακόμα καίνε οι παλάμες μου που κάποτε σε κράτησαν,
Μα δεν μπορώ να γυρίσω.
Πως ν΄αρνηθώ το ξεροκόμματο που μοιράσαμε είκοσι άνθρωποι,
Πως ν αρνηθώ τη μητέρα μου που καρτεράει μια κούπα φασκόμηλο,
Πως ν αρνηθώ το παιδί μας που του τάξαμε ένα χωνάκι ουρανό,
Πως ν αρνηθώ τον Νικόλα-
Τραγουδούσε μάθαμε καθώς τον πυροβολούσαν.

Να μ΄αγαπάς.
Κι όταν κάποτε ξαναγυρίσω
Βαστώντας σαν ένα μεγάλο μπόγο την καρδιά μου
Θα καθίσουμε στα φαγωμένα σκαλοπάτια.
Δεν σ΄αρέσουν πια τα ροζιασμένα μου χέρια – θα πω.
Θα χαμογελάσεις και θα σφίξεις τα χέρια μου.
Έν΄άστρο θα κουδουνίζει στο βρεγμένο ουρανό.
Μπορεί
και να κλάψω. 

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 03, 2011

Φίλοι


Φίλοι. Νομίζω ότι έχω πάψει να έχω τέτοιους από τότε που ήμουνα δεκατέσσερα χρονών. Ζητώ συγγνώμη από τους φίλους μου. Οι περισσότεροι / ες είναι κάτι περιθωριακοί τύποι, κατεστραμμένοι του κερατά, νωθροί, ομοφυλόφιλοι, παχύσαρκοι , φαντασμένοι, θρασύδειλοι , δειλοί όπως κι εγώ . Δείξε μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι. Νομίζω ότι με κάνουν παρέα γιατί κάθομαι και τους ακούω και όχι μόνο αυτό δίνω και συμβουλές τρομάρα μου. Όσο για μένα, μάλλον τους κάνω παρέα γιατί δε με παρεξηγούν. Χθες βρέθηκα σε ένα πάρτυ τίγκα στα παπάρια(εννοώ μόνο άντρες κι εγώ) .. Ένα παπάρι ήρθε και μου είπε «Γιατί δεν έφερες καμιά φίλη σου;» Τι να του έλεγα; Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω ρε φίλε… Τουλάχιστον είναι κάτι που στη ζωή μου το κάνω από επιλογή όχι από ανάγκη… Από επιλογή δεν έχω φίλους ή έχω αυτούς που έχω. Προφανώς είμαι ένα τρομερά μοναχικό άτομο, αν δεν ήμουνα δε νομίζω να έγραφα. Τώρα το γιατί και το πώς είναι αλλού παπά ευαγγέλιο .  Μου δόθηκε η ευκαιρία να μείνω δυο μέρες εντελώς μόνη μου σε ένα σπίτι όπως παλιά. Απολάμβανα κάθε πολύτιμο λεπτό της μοναξιάς μου, σκεφτόμουνα εντελώς διαφορετικά ,είχα μια τρομερή ενέργεια μέσα από τη σιωπή. Σκέφτομαι μερικές φορές πόσο αλλιώς θα ήταν οι αποφάσεις στη ζωή μου…

Δεν περιμένω τίποτα από τους φίλους μου, μέχρι εκεί μπορούν. Το κακό είναι ότι δεν περιμένω τίποτα κι από εμένα κι αυτό δεν είναι από επιλογή. Θα μου πείτε, τι με έπιασε βραδιάτικα με όλα αυτά τα υπαρξιακά. Μπήκε το φθινόπωρο τι τα θες.  Δεν πιστεύω στους ανθρώπους, άλλους τους βαριέμαι, άλλους τους φοβάμαι, άλλους τους θαυμάζω αλλά με κανέναν από αυτούς δε θέλω να κάνω παρέα! Έχω και αγάπη κι αυτή θέλω κάπου να τη δίνω και για να τη δώσω πρέπει κάπως να μου εγγυηθούνε ή κάπως να με κάνω να πιστέψω πια ότι αξίζει, ότι είναι αληθινή, ότι δεν υπάρχει κανένα συμφέρον, καμία πίσω σκέψη, δεν υπάρχει υποκρισία, ψέμα, πως είναι όλα διάφανα σαν το νερό. Πολλά ζητάω ε;  Να γιατί προτιμάω τη μοναξιά μου. Τουλάχιστον δεν κοροϊδεύω  τον εαυτό μου ή κι όταν το κάνω θέλω και το κάνω. Ότι λέω το πιστεύω,αυτό είναι το κακό με μένα. Μακάρι να έκαναν και οι άλλοι άνθρωποι γύρω μου το ίδιο, ίσως να μην μου άρεσε τότε να μένω τόσο μόνη …

Κυριακή, Αυγούστου 28, 2011

Γδύσιμο

Γδύσιμο,ντύσιμο. Ήταν ήδη πρωί. Μασούλαγε μονότονα τις φρυγανιές της κι εγώ κοιτούσα να βάλω ταιριαστές λέξεις στη σειρά την άδεια όψη μου για να γεμίσουν.
-Καλημέρα αγάπη.
-Κι εγώ καλή θέλω να΄ναι μωρό μου, όπως η χθεσινή. Γιατί σκεπτικός;
-Δεν είναι τίποτα, έτσι είμαι τα πρωινά . Αν με βρουν κι άλλα εδώ ,θα το συνηθίσεις.
-Θες να σε βρουν;
-Θες να με συνηθίσεις;
Σπίθες σκόρπισαν στον αέρα, έριξα στο τασάκι νερό. Καθαγιασμένος καφές, μυρωδιά μουσκεμένης στάχτης. Στάχτη που μου γαργαλάει το μυαλό , δεν μπορώ να προχωρήσω.
-Πάμε μέσα, φυσάει της είπα
Απάντησε κάτι.
Ακόμη μια χαμένη απόπειρα; Τη φίλησα και έφυγα

σ.χ 27/8/2011
Ραψάνη

The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked.  The second time I told my story, I felt on...