Βράδυ στην Τήνο. Περπατάω το δρόμο που τη μέρα των πάνε μπουσουλώντας. Έξω από τον ΟΤΕ, Πακιστανός με την πραμάτεια του στον ώμο, μιλάει μέσα σε ένα κίτρινο κουβούκλιο καρτοτηλεφώνου. Λέει δυνατά κάτι στη γλώσσα του, ξαφνικά σωριάζεται στο πεζοδρόμιο. Πλησιάζω διστακτικά , το ακουστικό μετέωρο , φωνές αλλόγλωσσες βγάζει.
Μαζεύεται κόσμος τριγύρω σαν τα κοράκια , καλούν ασθενοφόρο. Δεν αργεί. Πρώτες βοήθειες. Δεν χρειάστηκαν. Δεν είχε σφυγμό, ήδη νεκρός. Τον ανεβάζουν στο κρεβάτι με τις ρόδες και από εκεί στο ασθενοφόρο. Φεύγει, ο κόσμος ακόμα εκεί. Πέθανε από την πείνα σχολιάζει κάποιος. Πεθαίνει ο κόσμος από την πείνα, ρωτάει κάποια άλλη . Αχ τον καημένο. Σιγά-σιγά σπάει ο κόσμος, όλα μπαίνουν στο ρυθμό του πριν. Οι μονάδες ακόμα πέφτουν, κλείνουν το ακουστικό…