Σκέφτομαι πότε θα ανηφορίσουμε στη Ραψάνη για να κόψω τα τριαντάφυλλα που αρχίζουν και προσκυνούν τα χόρτα και να χαζεύω δίπλα τα νέα μπουμπούκια και να τα βάζω στο βάζο και να μοσχοβολάει όλο το σπίτι. Όσα τριαντάφυλλα μου χάρισαν μέχρι τώρα ποτέ δεν μύριζαν τριαντάφυλλο... Να δω τον ουρανό και να είναι τόσο κοντά μου που λες κι αν σηκωθώ στις μύτες θα τον πιάσω και το φως από το φεγγάρι να είναι πιο δυνατό και να αφήνομαι στην ηρεμία της φύσης και στον ήχο των τρεχάμενων νερών και να πίνω ένα νερό που δεν ήπια ποτέ στην πόλη και να αναπνέω έναν αέρα που δεν έχει εδώ και να ψήνουμε στο τζάκι και να βγάζουμε έξω μετά την σχάρα και να ανοίγεις την πόρτα για να φέρεις κι άλλα ξύλα και να βλέπεις ένα μικρό γατάκι να την γλύφει και να μην φωνάζεις τσιτ αλλά να την φωνάζεις να μπει μέσα κι αυτή να σε κοιτάει με τα γατίσια μάτια της και να μην φεύγει αλλά ούτε να έρχεται και να χρειαστούν πολλά σαββατοκύριακα μέχρι να την κάνεις να σε αγαπήσει και να σε εμπιστευτεί και να έρχεται πια μέσα και να κάθεται στα γόνατα σου δίπλα από το τζάκι και να γουργουρίζει και να μπήγει απαλά τα νύχια της στο παντελόνι σου. Θέλω να πάμε να δούμε τα κατσαρά μαρούλια μας να μεγαλώνουν και τα άλλα τα ίσια ακόμα και να σπάζουμε καρύδια και να ψήνουμε κάστανα στο τζάκι κι ας μην μάθαμε ακόμη να τα ψήνουμε καλά και να μην θέλω με τίποτα να έρθει η ώρα που θα γυρίσουμε πίσω , γιατί μ'αρέσει αυτό το χοντρό κρύο χωρίς υγρασία που σε κάνει και κοιμάσαι βαθιά και ήρεμα κάτω από τις χοντρές κουβέρτες και ο ελληνικός το πρωί που μόνο εδώ μπορείς να τον απολαύσεις όπως πρέπει, να φαίνεται κι αυτός ακόμη πιο γευστικός και το διάβασμα εδώ είναι πιο ευχάριστο και ο χρόνος να κυλάει αλλιώς και να είναι σαν εδώ να ζεις ολόκληρος , χωρίς κάτι να λείπει και σαν γυρίζω πίσω στην τσιμεντένια πόλη με τις πιλοτές και τα διαμερίσματα, σαν να μην έχει χρώμα τίποτα, σαν να μην υπάρχουν μυρωδιές και ουρανός να μην φαίνεται μέσα από τέντες , κεραίες και πολυκατοικίες και οι κάδοι να είναι γεμάτοι και οι άνθρωποι πια να τρώνε από εκεί και να μαλώνουν με τις γάτες της πόλης για το ποιος θα αρπάξει το καλύτερο μεζεδάκι κι εγώ να στριφογυρνάω τα βράδια στο σπίτι και να μην μπορώ να κοιμηθώ κι εδώ ο πρωινός καφές να μην έχει γεύση παρά μονάχα τουλάχιστον τρία ευρώ και αντί για βιβλία και γνώση να μένω αποχαυνωμένη μπροστά από οθόνες και το νερό της βροχής να μην κάνει το χώμα να μυρίζει αλλά να ρουφιέται από τους υπονόμους και η υγρασία να μην είναι μικρές διαμαντένιες σταγονίτσες στα φύλλα αλλά θολούρα στα παρπρίζ. Αύριο θα είναι Σάββατο και το σάββατο θα το ζήσουμε τουλάχιστον ολόκληρο ζωή ....
σ.χ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου