Τετάρτη, Μαΐου 18, 2011

Φαντάστηκα μια ζωή που προχωράει


Κάθομαι μπροστά από την οθόνη του υπολογιστή, όλα τα παράθυρα κλειστά. Χαζεύω τη φωτό στην επιφάνεια εργασίας.Αποκλείω κάθε σενάριο επιτυχοευτυχίας.Σκέφτηκα χιλιάδες πλάνα επιβίωσης.Με φαντάστηκα σαλιγκαροτρόφο, μανιταροκαλλιεργητή,με τσάπα στο χέρι, μέσα σε ελαιώνες και αμπέλια. Φαντάστηκα μια ζωή που προχωράει. Ο νους μου όλο τρέχει και όλο κάπου χάνεται, ψάχνει φως κι εγώ είμαι ακόμα εδώ. Γυρίζω και κοιτάω τους τοίχους, και σε αυτή την απογραφή ζω στο πατρικό μου.Τα λεφτά που μάζεψα από την τελευταία μου δουλειά συνεχώς μειώνονται. Έκανα χωρίς τύψεις, δώρο στον εαυτό μου πολυτέλειες. Κάθε μέρα πηγαίνω σε ένα spa ενός πεντάστερου ξενοδοχείου, όλη αυτή η ψευδαίσθηση της χλίδας  με κάνει να αισθάνομαι ακόμα πιο χαμένη και οι καφέδες με τους φίλους το ίδιο.

Γκουγκλάρω προορισμούς για ταξίδια, ούτε αυτό μου κάνει κέφι.Διαβάζω συνεχώς, πάω σε συνέδρια, κάνω εργασίες για το μεταπτυχιακό. Ευτυχώς το άλλο πσκ θα πάω Φλώρινα και ταξιδάκι στην Οχρίδα, να ανασάνω λίγο, να ονειρευτώ. Μα δε φτάνει, κρατάει λίγο. Τίποτα δεν προχωράει, φέτος περίμενα κι έναν αξιοκρατικό διορισμό στο Βόλο. Έπαψα πια να ελπίζω σε αυτό. Μου πρότειναν δουλειά, καλά λεφτά, εννοώ παραπάνω από 592 ευρώ, ωράριο που δεν επιτρέπει πολλά-πολλά για spa, γράψιμο, αναπολήσεις και προσωπική ζωή. Όλα με οδηγούν στο να πω ναι, εξάλλου έχω τα κυριότερα προσόντα δεν είμαι πάνω από τριάντα για να έχω πολλές αξιώσεις και δεν έχω παιδιά και σκυλιά , αν έχεις «υποχρεώσεις» δεν σε παίρνει κανείς. Όπως πάει το πράγμα και να ήθελα να αποκτήσω «υποχρεώσεις», χλωμό το κόβω. 

Έρχεται καλοκαίρι και την κουβαλάω αυτή την γκαντεμιά να βρίσκω δουλειά πάντα καλοκαίρι. Τα λεφτά που έχω στην άκρη μου φτάνουν άνετα να βγάλω κι αυτό το καλοκαίρι και να συνεχίσω αυτή την ψευδαίσθηση της ζωάρας μου. Διάβασμα, ύπνος, ταξίδια, σπα και βουτιές με φρέντο καπουτσίνο σε μπιτσόμπαρα και σαν περάσει το καλοκαίρι, έχει ο Μπαμπάς. Πόσο ακόμα θα ζω έτσι; Πόσο ακόμα θα έχει ο μπαμπάς; Προσωπική ζωή, χα-χα! Έπαψα πια να βλέπω χαριτωμένο, το να συναντώ τον καλό μου πτώμα από τη δουλειά, πάνω σε έναν καναπέ το πολύ για δυο ώρες, βλέποντας να τον παίρνει ο ύπνος ενώ κοιτάζουμε αποχαυνωμένα τηλεόραση. Θέλω ένα αύριο. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked.  The second time I told my story, I felt on...