-Γιατί κλαις;
-Πονάνε τα χέρια μου.
-Γιατί;
Γιατί χρειάζεται να κουβαλάω την καρδιά μου στα χέρια μου
-Γιατί δεν την έδωσες στον άγγελο που πέρασε πριν ;
-Ήταν πληγωμένος , με καμένα φτερά , με φίλησε ενώ εγώ έσβηνα στην αγκαλιά του, τότε έβγαλα την καρδιά μου να του τη δώσω γιατί άνηκε σε εκείνον πια.
-Και τι έγινε;
-Τρόμαξε, προσπάθησε με όλη του τη δύναμη , να μου δώσει την καρδιά μου πίσω , δεν καταλάβαινα. Μου είπε ότι δεν μπορεί να κρατήσει την καρδιά μου γιατί κάποτε κάποια σαν κι εμένα του έκαψε τα φτερά . Μείνε κοντά μου του φώναξα, και τότε εκείνος το έβαλε στα πόδια και φώναζε, μην ελπίζεις σε μένα, εγώ έχω πεθάνει.
-Και τώρα τι θα κάνεις;
-Ο πόνος είναι δυσβάσταχτος , κάθε βράδυ κλαίω, ξέρω πως αν αγκαλιάσω κάποιον θα πεθάνω γιατί θα χρειαστεί να αφήσω κάτω την καρδιά μου, έτσι από τότε δεν μπορώ να αγαπήσω κανέναν , ούτε και να αγκαλιάσω κανέναν και μένω μόνη μου, αυτό δεν με πειράζει όμως, για μια στιγμή μονάχα ζω, σε αυτή ελπίζω και υπομονετικά συνεχίζω να κουβαλάω την καρδιά μου, αλλιώς θα είχα ήδη πεθάνει.
-Και ποια είναι αυτή η στιγμή
-Η στιγμή που θα ξανασυναντήσω τον άγγελο μου με τα καμένα φτερά και θα τον αγκαλιάσω για τελευταία φορά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου