Παρασκευή, Μαρτίου 29, 2013

Πρόλογος



    Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει ως θέμα «Γλώσσα και γλωσσικές ποικιλίες στο μυθιστόρημα του Μ.Καραγάτση Γιούγκερμαν». Γιατί όμως  επέλεξα να ασχοληθώ με τον Γιούγκερμαν του Καραγάτση  και  δη με τη γλώσσα και τις γλωσσικές ποικιλίες; Καραγάτσης ίσως γιατί  κρατώ καταγωγή από τη Ραψάνη του Ολύμπου  που σου γεννά ένα τρομερό συναίσθημα όταν αντικρίζεις από εκεί μια ανατολή, πόσο μάλλον όταν ξέρεις ότι κάποτε και εκείνος απολάμβανε την απεραντοσύνη της ίδιας θέας. 

Γλώσσα, γιατί με τη δική της απεραντοσύνη,  εκφράζει πέρα από το άτομο, ολόκληρο τον κόσμο.  Γλώσσα γιατί δεν την κάνεις δική σου μαθαίνοντας γι αυτή θεωρίες. Ούτε φτάνουν η γραμματική και το συντακτικό. Αυτά μιλούν για τη γλώσσα. Την ουσία του λόγου την κατακτάς, όταν του παραδίνεσαι, όταν βυθίζεσαι στον απύθμενο θησαυρό του.

Πρέπει όμως να το θελήσεις. Το είπε και ο Σολωμός : «Υποτάξου πρώτα στη γλώσσα του λαού σου, και αν είσαι αρκετός κυρίεψε την». Το είπε και ο Σεφέρης: «Κανένας συγγραφέας δεν μπορεί να σταθεί, αν δεν είναι άρχοντας της γλώσσας, όχι των λεξικών ή του συνταχτικού αλλά αυτής της ζωντανής φύσης που του μεταγγίζει κάθε στιγμή που ανασαίνει η φυλή του» και νομίζω ότι  ο Καραγάτσης το κατάφερε αυτό. 

Η Γλώσσα επισημαίνει ο Τριανταφυλλίδη: «δεν είναι, καθώς φαντάζονται κάποιοι, αράδιασμα από λέξεις, τύπους και κανόνες, όπως αναγράφονται σε λεξικά και γραμματικές... παρά η έκφραση του εσωτερικού μας κόσμου, κύμα ζωής, άνοιγμα και επαφή ψυχών, ανταλλαγή αισθημάτων και σκέψεων μέσα σε συνομιλία, ερώτηση και απόκριση, άρνηση και κατάφαση, προσταγή, απαγόρευση και παράκληση, μικροεπεισόδια, πεζότητες και ταπεινότητες της καθημερινής ζωής και έξαρση και κατάνυξη , τραγούδι και κλάμα, χαρά και καημός, τρικυμία και γαλήνη, αγάπη και πάθος, αγωνία και κατάρα, επιστήμη και ζωή, σκέψη, ενατένιση της μοίρας και φιλοσοφία. Όλα αυτά είναι γλώσσα ατομική και εθνική».

Η γλώσσα είναι και κοινωνικό προιόν: εκπορεύεται από την κοινωνία, υπηρετεί την κοινωνία και επιστρέφει σε αυτή. Για να αναλύσει επομένως κανείς τη γλώσσα επιβάλλεται να τη συσχετίσει με τα κοινωνικά και ιστορικά γεγονότα, τις γεωγραφικές της διαστάσεις και κάπως έτσι και εμείς θα ανακαλύψουμε τις  γλωσσικές ποικιλίες της Ελλάδας του Μεσοπολέμου μέσα από τις γλωσσικές φωνές των ηρώων του μυθιστορήματος του Καραγάτση.Συνιθίζεται στην τελευταία παράγραφο προλόγων να γράφονται ευχαριστίες. Αντί ευχαριστιών λοιπόν λίγος Μπρέχτ...
Γλώσσα είμαι εγώ.
Γλώσσα είσαι εσύ.
Γλώσσα είναι ο κόσμος.
      Γλώσσα είναι η αγάπη και ο πόνος.
     Γλώσσα είναι το ντύσιμο, 
     η έκφραση του προσώπου, 
   οι χειρονομίες,
   η ανταπόκριση.
      Γλώσσα είναι να φαντάζεσαι,
   να σχεδιάζεις, 
   να δημιουργείς, 
   να καταστρέφεις

Γλώσσα είναι ο έλεγχος και η πειθώ
Γλώσσα είναι η επικοινωνία
Γλώσσα είναι το γέλιο
Γλώσσα είναι το μεγάλωμα
Γλώσσα είμαι εγώ 


Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας 
Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα
Δημιουργική Γραφή
Γλώσσα και γλωσσικές ποικιλίες
στο μυθιστόρημα του Μ. Καραγάτση "Γιούγκερμαν"



Τρίτη, Μαρτίου 12, 2013

fuck tape

fuck tape

Ξεκίνησα με όλη την καλή διάθεση να γράψω για τον πρώτο μου φετινό φραπέ. Βγήκα στην αυλή με το λαπτοπάτσι στο ένα χέρι και την φραπεδούμπα στο άλλο. Έκατσα πήρα μια βαθειά ανάσα, μια γουλιά καιφέ κ μια τσούρα απ το κάμελ μου, όχι απαραίτητα σε αυτήν την σειρά. Μετά σεντόνι…..έβαλα μουσική και έστυψα το μυαλό μου μπας και, μα αλίμονο τίποτα. «Η ανάσα σου ήταν η πρώτη μου πατρίδα η μυρωδιά σου ήταν ο πρώτος μου εθισμός, πάει καιρός που έχω φύγει απ την Θήβα και περιφέρομαι σακάτης και τυφλός» ακούστηκε και βουαλά η θολή εικόνα μιας κασέτας ξεπήδησε απ την σκονισμένη άβυσσο της μνήμης μου. Ήταν μια κόκκινη διάφανη κασέτα με έναν φοίνικα ζωγραφισμένο στην ετικέτα της Α πλευράς. Ήταν η πρώτη μου κασέτα για το σεξ, στα αγγλικά θα λεγόταν mixed tape μα νομίζω fuck tape της αρμόζει καλύτερα. Είναι πιο απλό και τίμιο να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, καμία φορά.
Ήμουν λίγο πριν η μετά τα 18, πλέον φοιτητής στην Αθήνα και έπαιρνα πάντα τα μαθήματα μου το απόγευμα. Τότε μου άρεσε να ξενυχτάω, να κοιμάμαι μέχρι αργά και να κάνω σεξ τα πρωινά που έλειπε ο πατέρας μου στην δουλεία. Απ την Κρήτη είχα φέρει ελάχιστα και μέσα σε αυτά ήταν η εν λόγω κασετούλα γραμμένη απ τα χεράκια μου. Δύο πλευρές 60λεπτες περίπου 24 τραγούδια, μια κασέτα αποκλειστικά για την συνουσία. Όχι πως γαμούσα δύο ώρες αλλά να χουμε βρε αδερφέ και μια ποικιλία. Στην πρώτη πλευρά είχε μπλουζάτα κομμάτια από Tracey Chapman μέχρι Καρβέλα και Cure, μα στην δεύτερη άρχιζε το πραγματικό πανηγύρι με ροκ και χεαβι κομμάτια (Com on feel the noise, girls fuck your boys). Αν ήμουν καλά συγχρονισμένος το αποκορύφωμα ερχόταν στο In the still of the night των Whitesnake. Μετά κάποιο καιρό την βαρέθηκα και υπέθεσα πως έφταιγε ο τότε παρτενέρ μου, οπότε άλλαξα καμιά ντουζίνα και τελικά διαπίστωσα πως όντως είχα βαρεθεί την κασέτα.
Πέρασε ο καιρός και η μουσική υπόκρουση της συνουσίας ήταν τόσο τυχαία, τόσο ποικίλη όσο και το ίδιο το σεξ. Ακολουθούσα πιστά το σύστημα 3 ΟΥ δηλαδή κουτουρού. Ώσπου συναντήθηκα με τον θηλυκό Γαλανάκη που είχε στην τσάντα της την δικιά της fuck tape. Πια όμως η κασέτα είχε γίνει cd, τα πιο πολλά κομμάτια του μου ήταν αδιάφορα αν εξαιρέσεις το Black Black Heart, μα το καλύτερο μου το φύλαγε για το τέλος. «Στο πλάι σου» από Διάφανα και εγώ είχα ήδη αρχίσει να βγαίνω απ το σώμα μου, να κάνω έρωτα με τον εαυτό μου σε ένα άλλο επίπεδο που φτάνε μέχρι το μεδούλι μου. Μπορεί να ερωτοτροπούσα με τον θεό τον ίδιο, ακόμα το σκέφτομαι και ανατριχιάζω σε περίεργα μέρη. Το επόμενο πρωί μπήκα Μirc, καλά να ναι το #mp3 και τα botάκια του, σε λίγο είχα κάψει το δικό μου cd αποκλειστικά με Διάφανα. Αυτό μου κράτησε αρκετό καιρό, μέχρι που το ξέχασα να παίζει σε μια μαύρη μερσέντες κάποιας που την λέγαν Αμαλία νομίζω.
Ηρθαν μετά από καιρό τα λαπτοπ και οι λίστες αναπαραγωγής με τα 200 κομμάτια, μόνο που αντί για fuck tape τα ονόμαζα slow. Τώρα πια ξεπεράστηκαν αυτά, που να κουβαλάς μαζί σου την προίκα σου κάθε φορά που παίζει να σταθείς «τυχερός»? Ηρθαν όμως τα βολικότατα κινητά 28ης γενιάς που έχουν άπλετη μνήμη και κάνουν την δουλεία τους, αθόρυβα και χωρίς να κινούν υποψίες. Για σένα τα λέω κάγκουρα με το φτιαγμένο πριπρι με τα ηχεία τις Barbarela που χώσες στο πίσω κάθισμα να βαράνε Μηδενιστή, Tus και Παντελίδη. Τες πα ,ποιο είναι το νόημα σε όλο αυτό? Θα ρωτήσεις, ε καλά ρώτα μην βαράς! Εκτός από ότι είμαι ψαγμένος και τουλάχιστον ημίθεος στο σεξ σημαίνει και κάτι άλλο. Ότι πια το κάθε τι που ζω το αναγάγω σε κάτι που πριν έζησα. Δεν υπάρχει πια παρθενογένεση στην ζωή μου μα μόνο εξέλιξη. Δεν το λες και κακό μα αυτές η πρώτες μου φορές ακόμα με κάνουν και ανατριχιάζω! Ξες σε περίεργα μέρη!

μ.γ

Πες ότι θες, μόνο μην πεις πως δε σου το'πα



Να ρίξεις μαύρη πέτρα
και να φύγεις για πάντα
αλλά να πας πού;
Κοντέρ 230, πατάς γκαζώνεις
και στη στροφή μετανιώνεις
Στο πρώτο bar θα γίνεις στουπί


Μόλις ξημερώσει
θα `χουν όλα τελειώσει
και θα μου πεις γεια
ξέρεις το είδα ξανά
από την άλλη
με καθαρό το κεφάλι
Το όνειρο ζητάει πολλά

Μ’ έχεις γερά δεμένο
σ’ ένα σφιχτό ιστό
βήμα το βήμα να μετράω
πόσο μου μένει
Αν είναι να πεθάνω
για σένα το μπορώ
μονάχα όποιος τ’ αξίζει
από έρωτα πεθαίνει

Ξέρεις να κάνεις κόλπα
ξέρεις να με κρατάς
ένας Θεός μονάχα
ξέρει πόσα ξέρεις
Μένει να δεις πια τώρα
αυτό που δεν τολμάς
Θα μάθεις να γελάς
αν μάθεις να υποφέρεις

Αφού το ξέρεις
τη μια πονάς κι υποφέρεις
την άλλη πάνω
τόσο ψηλά δε σε φτάνω
Κατέβα λίγο
έτσι περνούσα πριν φύγω
και τώρα γεια σου
Δώσε φιλιά στη μαμά σου


Στην αμμουδιά ποτέ του
δε βγαίνει ο ανθός
ούτε και ζει ποτέ
χωρίς νερό το ψάρι
Το είπε παλιά κι ο μάγκας
που δήλωσε Θεός
Χωρίς αγάπη όλους ο διάολος θα μας πάρει

Λύσε λοιπόν τα μάγια
μάζεψε τα σκοινιά
μες την αρένα
δες πως φέγγουνε τα φώτα
Πάλι θα χάσει κάποιος
πάλι κάποιος νικά
πες ότι θες μόνο
μην πεις πως δε σου το `πα

Αφού σου το `πα
πως της αγάπης η ντόπα
είναι η πρώτη
φωτοβολίδες και κρότοι
το αίμα βράζει
φιλιά που πέφτουν χαλάζι
Δεν είναι η φρίκη
Είναι η ζωή που σου ανήκει


Κοντεύουν ξημερώματα
και παίρνεις εμένα
για να σου πω τι;
Πως είναι όλα χαμένα;
Χίλιες φορές παραμύθια
αφού την αλήθεια
την ξέρει κι ένα παιδί

Δευτέρα, Μαρτίου 11, 2013

Hoppípolla



η απόλυτη χαλάρωση .... 

Για να υπάρχω

Κανείς δεν το περίμενε
ούτε κι εμείς
θα μέναμε εδώ - κανείς

Κι όμως κοίτα μας τώρα
εδώ εμείς
βουβοί πια και χαμένοι

Μόνο εμείς μείναμε
κανείς

Μα δε μιλάς πια
και δεν ρωτώ
Δεν γράφω πια
κι ούτε κι εσύ απαντάς

Γίναμε ένα με τούτη τη γωνία
μας ρούφηξαν οι τοίχοι
Δεν παρατηρείς πια
δεν γράφω
κρύωσαν τα δαχτυλά μου
πάγωσα στους τοίχους

Δε νιώθω πια, δε νιώθω
ένα κενό αχανές
οι ζωές μας μια φαρσοκωμωδία

Κι έλεγα πάντα
θα γράφω
έστω για σένα
για μένα
για να υπάρχω

Μα δεν υπάρχουμε πια
Δεν υπάρχω
σ.χ

Κυριακή, Μαρτίου 03, 2013

ΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ

Της Γλυκερίας Μπασδέκη


άλλο αεράκι
πολυγκλότ
πρόγονοι κάδρο,σώβρακα
βατίστα,μια ωραιότατη
κομότα αμανάτι
αφέθηκα η Λαρισαία
κόρη,
αγάπησα
αλλιώς ορθώνονται
οι ρώγες
μες στο νοίκι
αλλιώς στο
ιδιόκτητο
μια που ρωτάς
τα  πώς γιατί μου
ντόκτορ

Παρασκευή, Μαρτίου 01, 2013

H Άνοιξη ξανά θα κάνει φόνο



Λένε πως η άνοιξη ξανά
πρώτα θα κάνει φόνο

Πρώτα θα κάνει φόνο
και ύστερα θα πεθάνει

Λένε πως η άνοιξη ξανά
έχει φιλήσει όλους

Τα παλικάρια έφυγαν
έμειναν οι κοπέλες

Και τίποτα δεν έρχεται ξανά
αν η άνοιξη δεν έρχεται

Λένε πως έφθασε η ζεστή
η πιο ζεστή μας μέρα.

Γιώργος Σαραντάρης

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 20, 2013

Συντρίμμια

Έκτισαν το σπίτι μου στα συντρίμμια ενός ψυχιατρείου

Τα κατάλοιπα των δονήσεων με ακολουθούν ακόμη

Ήταν τελικά τόσο βαρύ το πλήγμα τους

Κανείς δεν είχε καταλάβει τη σοβαρότητα της κατάστασης μου

ούτε κι εγώ ακόμη

Το αντιλήφθηκα όμως μια μέρα που άνοιξα την τηλεόραση απ'το κουμπί της

Δεν πρέπει να υπήρξα ποτέ σε πλήρη κατάσταση ευτυχίας

όσο καλή κι αν ήταν η ζωή μαζί μου

Ήταν αυτές οι καταθλιπτικές δονήσεις

 που μου φορτώθηκαν εφ' όρου ζωής

Δυστυχώς στην πορεία της ζωής μου κατάλαβα ότι δεν ξεπερνιούνται με τίποτα

Ίσως απαλύνονται, ίσως ξεχνιούνται αλλά δεν επουλώνονται

Έτσι έζησα αλλά στην πραγματικότητα ποτέ δεν αποδέχτηκα την κατάσταση ως έχει

 Πάντα κάτι έκρυβα ή έκανα πως δεν έβλεπα, πάντα θα ήθελα να ήμουν αλλιώς

ίσως με λίγη περισσότερη τύχη στη ζωή, τίποτα περισσότερο

Μα η τύχη μου είχε συνεχώς επιδεικτικά την πλάτη γυρισμένη

και το  αυτονόητο και η δικαιοσύνη

πράγματα που δεν συνάντησα στον διάβα μου

Η αδικία κυρίευε τα πάντα μου

Άρχισα να συνειδητοποιώ ότι εκτός από τις δονήσεις της τρέλας

είχα κληρονομήσει και τις κατάρες των τροφίμων του

Δεν μπορούσα να κάνω κάτι γι αυτό κι έτσι πορεύτηκα

γκαντέμης,

καταραμένος

και καταθλιπτικός

Τρίτη, Φεβρουαρίου 12, 2013

Που είσαι ρε ψυχή;

Γράφει Μιχάλης Λεάνης 
Η εικόνα του Αντώνη Παραρά δεν διαφέρει από αυτή του Τζέιμς Ντιν.Ήταν όμορφος, είχε ταλέντο και περιεχόμενο, του άρεσαν οι ταχύτητες. Έζησε γρήγορα, έφυγε νέος, στις 4 Φεβρουαρίου του ’97. Όλη η Θεσσαλονίκη όμως έχει να θυμάται: από τα καλοκαίρια στην κατασκήνωση της ΧΑΝΘ έως τα απογεύματα με το «Κομφούζιο» στην ΕΤ3.
Τον γνώρισα λίγες μέρες πριν ξεκινήσουμε το «Κομφούζιο». Η εκπομπή βγήκε για πρώτη φορά στον αέρα στις 4 Απριλίου του ’94, άρα θα πρέπει να ήταν μέσα Μαρτίου όταν μας κάλεσε ο Γενικός της ΕΤ3 στο γραφείο του για να συζητήσουμε τις τελευταίες λεπτομέρειες. Τελευταίες, που λέει ο λόγος, αφού θεωρώ πως είναι πιο εύκολο να βγάλεις νερό στη Σαχάρα παρά νεανική, και μάλιστα ζωντανή, εκπομπή όπως εσύ τη θέλεις ή την οραματίστηκες στην ΕΤ3. Τώρα που το σκέφτομαι, δεκαεννιά χρόνια μετά (πλάκα στην πλάκα, πώς περνούν τα γαμημένα τα χρόνια;), πρέπει, εκτός από την απόλυτη άγνοια κινδύνου που μας διακατείχε, να ήμασταν και εντελώς στον κόσμο μας, για να θέλουμε να κάνουμε αυτό το σόου σε κρατικό κανάλι, και μάλιστα από τη Θεσσαλονίκη.
Τότε λοιπόν ο Γενικός μας ανακοίνωσε πως, εκτός από εμάς τους «απίθανους»,Κανάκη, Βακάρο, Σαρή, τη Νάνσυ Φλωρίδου, την αφεντομουτσουνάρα μου και τον τρελομπάρμαν Τέλη, στην εκπομπή θα συμμετείχε και ο Αντώνης Παραράς. Τον έκοβα με την άκρη του ματιού μου καθώς μας τον σύστηναν, κι εγώ, φύσει και θέσει φυσιογνωμιστής, προσπαθούσα να τον ακτινογραφήσω. Ξανθός, βλέμμα καθαρό και ψύχραιμο, μάτια που μιλούσαν ακόμα και όταν το στόμα του παρέμενε κλειστό, δεν χρειαζόταν να τον γνωρίζεις χρόνια για να αντιληφθείς την αμηχανία του καθώς προσπαθούσε να βολευτεί στην πολυθρόνα, αλλάζοντας θέσεις.
Πραγματικά, έδειχνε να ασφυκτιά στους τέσσερις τοίχους ενός γραφείου. Φορούσε ένα πουκαμισάκι με λεπτή γαλάζια ρίγα, μαύρο τζιν και μαύρα παπούτσια. Σε κείνη την πρώτη συνάντηση, αν θυμάμαι καλά, είπε πολύ λίγα πράγματα, περισσότερο προσπαθούσε να καταλάβει περί τίνος επρόκειτο παρά να πάρει θέση. Μήνες μετά, μου εξομολογήθηκε πως εκείνη τη μέρα, φτάνοντας στο γραφείο του Γενικού, δεν είχε αποφασίσει αν θα συμμετείχε στην εκπομπή και ότι ο Γενικός, κατά κάποιο τρόπο, τον είχε φέρει προ τετελεσμένου γεγονότος. Τα συνήθιζε κάτι τέτοια ο Γενικός…
Την ώρα, λοιπόν, που τού έπλεκε το εγκώμιο μέσα από το πλούσιο βιογραφικό του, εγώ, από τη μια, τον άκουγα μπας και βγάλω καμιά άκρη και, από την άλλη, επειδή το επίθετό του μου ήταν γνωστό, προσπαθούσα να υπολογίσω την ηλικία του, ώστε να καταλήξω, με τις προσθαφαιρέσεις που έκανα στο μυαλό μου, αν τελικά μπορούσε να είναι γιος του κ. Σταμάτη Παραρά που γνώριζα από τη ΧΑΝΘ, αλλά λόγω εξωτερικού και άλλων περιηγήσεων είχα χάσει την επαφή.
Τελικά ήταν αυτός! Στην ερώτησή μου -τη μόνη που εξάλλου είχα να του κάνω- τη σχετική με το γενεαλογικό του δένδρο, μου απάντησε καταφατικά με ένα χαμόγελο ζεστό και αληθινό που άναψε στην κυριολεξία μπροστά μου. Μου έχει μείνει αυτό το χαμόγελο. Το σήμα κατατεθέν του Αντώνη, για μένα. Χωρίσαμε στο πρώτο εκείνο ραντεβού στην Αγγελάκη χωρίς να πούμε τίποτα το εξαιρετικό. Απλώς είπαμε να βρεθούμε -έτσι αφηρημένα- ή, καλύτερα, να περάσω από τη ΧΑΝΘ, ώστε να με ενημερώσει ενδελεχώς για τους κοινούς μας γνωστούς και φίλους, των οποίων τα ίχνη κατά κάποιο τρόπο είχα χάσει.
Από τη σχέση μου με τον Παραρά έχω μόνο εικόνες. Εικόνες πολλές, χωρίς συνέχεια, χωρίς συνοχή. Σαν να ξεφυλλίζεις ένα φωτογραφικό άλμπουμ πηδώντας τις δεκαετίες ανάλογα με τη φωτογραφία που πέφτει στα χέρια σου. Εικόνες πολύχρωμες, υποφωτισμένες, υπερφωτισμένες, μερικές εστιασμένες λάθος και συνεπώς θολές, άλλες γκρίζες κουνημένες και, τέλος, ασπρόμαυρες και υγρές σαν δάκρυ που πότισε σε ένα κομμάτι χαρτί.
Σε εκείνο το καμαράκι στην ΕΤ3, μικρό για να μας χωρέσει και ασφυκτικό για τις δυνατότητες αλλά και τις φιλοδοξίες μας, βγάλαμε στην κυριολεξία τα εσώψυχά μας, περνώντας ώρες ατέλειωτες, συζητώντας πώς θα βγάλουμε εκπομπή, πώς θα παντρέψουμε το νέο με το παλιό, το εμπορικό με το πρωτότυπο, πώς θα σοκάρουμε χωρίς να ενοχλήσουμε, με λίγα λόγια, πώς θα τους τη φέρουμε χωρίς να βρεθούμε υπόλογοι.
Φωνές, πείσματα, γάμοι ετεροκλήτων απόψεων, υπερβολές, τσακωμοί, καυγάδες. Με τον Αντώνη αλήθεια είναι πως δεν μάλωσα ποτέ. Ίσως επειδή είχαμε την ίδια αισθητική όσον αφορά την τηλεοπτική πορεία του «Κομφούζιο». Θυμάμαι όμως, μια φορά, τις πρώτες μέρες της εκπομπής και καθώς το καμαράκι ήταν έτοιμο να καταρρεύσει από τις υστερίες μας, τον Αντώνη να αποχωρεί διακριτικά. Άφησα στη μέση τον καυγά και τον ακολούθησα στο διάδρομο. Καταλαβαίνοντας ότι κάποιος είναι πίσω του, το μόνο που έκανε ήταν απλώς να επιταχύνει το βήμα του. Του φώναξα, αλλά δεν γύρισε. Με αγνόησε. Σάστισα και για λίγα δευτερόλεπτα έμεινα να τον κοιτάζω να ξεμακραίνει. Μετά έτρεξα ξοπίσω του και, χωρίς να του μιλήσω, τον πρόλαβα πριν μπει στο αυτοκίνητό του να φύγει.
Δεν τον άφησα να μιλήσει ζητώντας να μάθω το λόγο της αποχώρησής του. Τότε είδα πως δάκρυσε. Στην κυριολεξία τα έχασα. Η έκπληξη αλλά και η αμηχανία μου μεγάλωσαν όταν άρχισε να μου εκθέτει ασύντακτα και χωρίς ειρμό τις αντιρρήσεις του, μιλώντας μου όμως στον πληθυντικό, πράγμα που δεν είχε κάνει ούτε την πρώτη φορά που γνωριστήκαμε. Δεν του είπα κουβέντα, τον άφησα να ξεσπάσει και, όταν με το καλό τελείωσε και ήταν έτοιμος να μπει στο αμάξι, τον έπιασα λέγοντάς του τα εξής: «Μίλα, Αντώνη, μίλα. Μην κοιτάζεις σαν αόρατος. Αν δεν μιλήσεις εσύ, ποιος θα μιλήσει; Και θα δεις ότι είμαστε πολλοί…» Του έκλεισα το μάτι αφήνοντάς τον να φύγει. Πέντε-δέκα λεπτά αργότερα, ο Αντώνης επέστρεφε στο καμαράκι για να μείνει οριστικά. Και από τότε, ευτυχώς για μας, αλλά κυρίως για την εκπομπή, δεν σταμάτησε να μιλάει και να επιβάλλει τη γνώμη του.
Aυτός ήταν ο Αντώνης. Άμα τον ενδιέφερες πραγματικά σαν άτομο (γιατί ήταν επιλεκτικός) και ήθελε να σε κερδίσει, δεν υπήρχε περίπτωση να μην το πετύχει, που ο κόσμος να γυρνούσε ανάποδα. Είτε με τα επιχειρήματά του είτε με το χαμόγελο και τη φλύαρη σιωπή του, στο τέλος θα κατάφερνε να σε κάνει να τον ακολουθήσεις. Φοβερός στο λόγο, από τα λίγα παιδιά που γνώρισα με τόσο πλούσιο λεξιλόγιο και σωστή σύνταξη στην ηλικία του, είχε έναν αυθορμητισμό στα όρια της τρέλας, που τον καθιστούσε ηγέτη. Λόγω χαρακτήρα και ήθους, δεν το άφηνε να φανεί, αλλά του άρεσε να είναι ηγέτης. Και ήταν πραγματικά. Όπως είχε πλήρη επίγνωση της ομορφιάς του, ότι οι πιτσιρίκες τρελαίνονται για πάρτη του, ότι κόβουν φλέβες, αλλά δεν τον απασχολούσε ιδιαίτερα γιατί, πρώτον, δεν ήταν ανασφαλής και, δεύτερον, γιατί ήξερε πως η ομορφιά, αν δεν συνοδεύεται και από άλλα βασικά χαρακτηριστικά, είναι χρήσιμη μόνο στα αγάλματα.
Τώρα, τόσες χιλιάδες μέρες μακριά από την αφετηρία ενός δρόμου που τραβήξαμε μαζί, όσο τραβήξαμε, είμαι απόλυτα σίγουρος πως, αν δεν ήταν ο Αντώνης, το «Κομφούζιο» αποκλείεται να έκανε αυτή την επιτυχία. Γιατί, μπορεί ο Κανάκης να ήταν κατά κάποιο τρόπο ο ιθύνων νους, μπορεί να ήξερε από τηλεόραση και «κόλπα δύσκολα», ήξερε, με λίγα λόγια, να την πάει εμπορικά την εκπομπή, αλλά τη φινέτσα και την ποιότητα μόνο ο Αντώνης ήταν σε θέση να την προσφέρει και να την κοινωνήσει στο ευρύ κοινό. Ήταν θέμα παιδείας αλλά και κουλτούρας. Χάρη σε αυτόν, το «Κομφούζιο» το αγάπησαν οι ψαγμένοι πιτσιρικάδες αλλά και οι σκεπτόμενοι ενήλικοι, που κάτω από άλλες συνθήκες αποκλείεται να σπαταλούσαν τον πολύτιμο χρόνο τους μπροστά στο χαζοκούτι.
Δεν ξέρω ειλικρινά πόση σημασία έχουν όλα αυτά τώρα που ο Αντώνης λείπει. Και ο ίδιος εξάλλου σιχαινόταν τους μύθους και τα ινδάλματα. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να προσφέρει, να αφήσει κάτι που πάνω του θα έβρισκες τα ίχνη του. Και αυτό το κατάφερε και με το παραπάνω. Δεν είναι λίγες οι φορές που το βλέμμα μου φρενάρει στη φωτογραφία απέναντι από το γραφείο μου. Σε φόντο σέπια τέσσερις φιγούρες χαμογελούν αγκαλισμένες στο φακό, έτοιμες να χάσουν την ισορροπία τους. Ο Κανάκης, ο Αντώνης, ο Καλυβάτσης και εγώ. «Την καλύτερη φωτογραφία μας έχεις, μπαγάσα», μου έλεγε με παράπονο, κάθε φορά που την έβλεπε. Του υποσχέθηκα να βρω τα αρνητικά και να του δώσω μία. Ακόμη του τη χρωστάω. Και να ήταν το μόνο…

 Πηγή: athensvoice.gr

Φεβρουάριοι

Γαμημένοι Φεβρουάριοι
Κουτσουρεμένοι μήνες
Βαρέθηκα να ανέχομαι
Ξεθωριασμένες μνήμες

Στα τσακίδια

Αρρώστιες
Θάνατοι
Απώλειες
κι εγώ να μεγαλώνω
κατά έξι μήνες

Ξεχειλωμένοι κώλοι
μας αρπάζουν την τύχη
μας εκτοπίζουν στο λεπτό
μας πηδάν και τη Γωγώ

Στα τσακίδια
σ.χ


Δευτέρα, Φεβρουαρίου 04, 2013

4-2-1997



16 χρόνια χωρίς εσένα ...

Μόνο για ξέρασμα...

Υπερασπίσου το παιδί
γιατί αν γλιτώσει το παιδί
υπάρχει ελπίδα

Καθόμουν στον μεγάλο καναπέ, είχα συνάχι, είχα κοπεί στο μεγάλο δάχτυλό στην προσπάθεια μου να καθαρίσω ένα κοτόπουλο. Τι τα θες , το σπίτι ήταν κρύο. Τι τζάκι ανάψαμε, τι καλοριφέρ στο φουλ, με το πετρέλαιο να καίει κι εγώ να το σκέφτομαι. Την επόμενη μέρα είχε ζεστάνει για τα καλά αλλά εμείς έπρεπε να τα κλείσουμε όλα και να φύγουμε. Αδικία. Για ακόμη μια φορά διάβασα ένα ολόκληρο βιβλίο πριν κοιμηθώ που βρήκα στο κομοδίνο, πράγμα αδύνατο να το κάνω οπουδήποτε αλλού.

Γενικά  είχα καλή διάθεση κι ας πονούσε το δάχτυλό κι ας ήταν το κόψιμο βαθύ κι ας είχα τα ρουθούνια κλειστά, δύσκολα να ανασάνω. Ήμασταν στην εξοχή και χειμωνιάτικα βρέθηκε κάτι να με "περπατήσει" γέμισα τσιμπήματα παντού. Με φαγούρα και καλή διάθεση.  Το κακό είναι ότι θα γύριζα πίσω και τίποτα δεν θα άλλαζε. Μικρές μέρες, μικροί άνθρωποι, μικρές στιγμές κι όλοι εμείς πρωταγωνιστές στη δυστυχία. Η δουλειά που περιμένω πάλι θα αργούσε να γίνει, οι δουλειές που κάνω πάλι δεν θα πλήρωναν ή θα σταματούσαν και ήξερα σίγουρα πια ότι δεν φταίει ο ανάδρομος Δίας. Η ζωή που ήθελα να ζήσω πάλι θα καθυστερούσε. Έπρεπε να πλύνω και το ταψί, με κομμένο χέρι και παγωμένο νερό. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να έχω καλή διάθεση εκτός από το ότι ζούσα και είχα ανθρώπους να με αγαπούν και ακόμη όρεξη για γράψιμο, μικρή βέβαια.Ήθελα να χαμογελάω, να τον χαιδεύω, να μου νιαουρίζει και να τον αγαπάω, κατά τα άλλα δεν είχα όρεξη για τίποτα. 

Άνοιξα την μικρή τηλεόραση, που με δυσκολία έπιανε με τις μικρές κεραίες κατσαρίδας, τη μεγάλη κεραία μας την είχε σπάσει ο αέρας. Πρώτη είδηση κάτι σαπισμένα από το ξύλο παιδιά. Δεν ξέρω τι με σόκαρε, η εικόνα, η είδηση ή το γεγονός ότι εγώ καθόμουν μουδιασμένη σε έναν καναπέ, με το δεξί μάτι να τρέχει και να μην με αφήνει να δω πολλά από τα κλάματα, να μην με αφήνουν να δω πολλά για το αύριο. Δεν ξέρω πια τι είναι τρομοκρατία. Οι λέξεις χάσκουν και οι ίδιες με τα νοήματα τους. 

"Πόλεμος κατά της τρομοκρατίας σημαίνει να συλλαμβάνεις αθώους και να προστατεύεις τέρατα. Πόλεμος κατά της τρομοκρατίας σημαίνει αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης από πολιτικές πλεκτάνες μεγατόνων. Πόλεμος κατά της τρομοκρατίας σημαίνει να επιβάλεις ατιμωρησία σε εθνοκάπηλους, εθνεμπόρους και οικονομικούς δολοφόνους. Πόλεμος κατά της τρομοκρατίας σημαίνει να σου πλασάρουν τις δικές τους «δημοκρατίες» και ‘συ να τις χάβεις. Πόλεμος κατά της τρομοκρατίας σημαίνει να κάνεις τις πλάτες σε απρόσωπους εξουσιαστές που λυμαίνονται νόμιμα τις σάρκες σου. Πόλεμος κατά της τρομοκρατίας σημαίνει να καθιστάς τον πολίτη ανίκανο να μιλήσει, να αντισταθεί ή να αντιδράσει μπροστά στον βιασμό των παιδιών του. Πόλεμος κατά της τρομοκρατίας σημαίνει συλλήψεις και ξυλοδαρμοί μικρών παιδιών. Γιατί όταν οι λειτουργοί μιας χώρας -εκτελώντας τυφλά διαταγές και παραγγέλματα- βασανίζουν αλύπητα το αύριο, το μέλλον, την ελπίδα, όλα μοιάζουν προ πολλού χαμένα…" Γιώργος Σαράτσης 

Είπα μετά από αυτό να κοιμηθώ. Στριφογυρνούσα στο κρεβάτι. Αδύνατον. Ανάσα μηδέν, φαγούρα στο φουλ και κάθε φορά που έκλεινα τα μάτια να βλέπω αυτό το κοτόπουλο να ζωντανεύει και να μου επιτίθεται , έρχομαι να σε καθαρίσω φώναζε μέσα στον σαν κάτι ύπνο μου. Είχα φτάσει στα όρια μου και στα όρια πάντα οι λύσεις είναι ακραίες. Σηκώθηκα να βρω ένα χάπι να με κάνει να τα χωνέψω όλα αυτά, μα δεν χωνεύονται με τίποτα! Δε χωνεύεται αυτή η κοινωνία, μόνο για ξέρασμα είναι. 


Το συνάχι δεν πέρασε και το μέλλον τρώει ξύλο ακόμα .

Σάββατο, Φεβρουαρίου 02, 2013

Σχέδιο Αθηνά


Το δίκαιο και το σωστό! Χα, χα, χα... Εκεί που ζω εγώ αυτά δεν υπάρχουν , δεν ξέρω για εκεί που είστε εσείς αγαπητοί. Σήμερα θα γράψω για ένα θέμα που πολύ λίγο μπορεί να αφορά τους περισσότερους από εσάς, εδώ που τα λέμε θα πει κάποιος ότι δεν θα έπρεπε να ενδιαφέρει ούτε εμένα αλλά δεν χρειάζεται να φτάσεις να μην έχεις να φας εσύ για να καταλάβεις τον διπλανό σου που πεινάει αλλά δυστυχώς αυτή τη νοοτροπία κουβαλάμε σε όλα τα επίπεδα. Αν δεν μπαίνει στον κώλο μας, στα τέτοια μας...

Όλοι ακούτε τελευταία για το "σχέδιο Αθηνά" ή έχετε διαβάσει ή το ζείτε στο πετσί σας. Για ακόμη μια φορά λοιπόν θα διαπιστώσετε ότι δεν υπάρχει κανένα μα κανένα απολύτως σχέδιο και όλα γίνονται, όλα όμως βάση πολιτικών συμφερόντων. Δεν είμαι κατά των αλλαγών, ούτε εθελοτυφλώ.  Απλά έτσι όπως άρπα κόλλα άνοιξαν τόσες σχολές, έτσι άρπα κόλλα και θα τις κλείσουν. Κανένα μα κανένα σχέδιο. Γνωρίζω καλά ότι διάφορα ΤΕΙ ή ακόμα και Πανεπιστημιακά Ιδρύματα ξεφύτρωσαν από το πουθενά σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και έτυχε κι εγώ να σπουδάσω σε ένα από αυτά τα τμήματα.

Ειδικά το 2003 επί Σημίτη, πόσα τέτοια τμήματα από το πουθενά ξεφύτρωσαν δεν μπορείτε να φανταστείτε. Τα περισσότερα από αυτά "στήθηκαν" μέσα σε μια νύχτα σε λυώμενες εγκαταστάσεις, ανύπαρκτα κτίρια , εξοπλισμό, καθηγητές κλπ.

Για να το ξεκαθαρίσω, κακώς άνοιξαν αυτές οι σχολές και ειδικά κάτω από τις συνθήκες που άνοιξαν. Αφού όμως το κράτος τις άνοιξε έτσι όπως τις άνοιξε και τόσοι σπούδασαν εκεί όπως σπούδασαν και άλλοι τόσοι δούλεψαν και δουλεύουν εκεί και πολλά από αυτά τα τμήματα με όλα τα κουτσά και τα στραβά του συστήματος, κάναν δουλειά και μέσα σε αυτά τα δέκα χρόνια επανδρώθηκαν σιγά-σιγά, έγιναν εγκαταστάσεις, βρέθηκαν καθηγητές, πήραν κάποιοι πτυχία κλπ, πλήρωσες εσύ, εγώ και άλλοι τόσοι και φτιάχτηκαν. Ε τότε λένε, ε  όποιος έφαγε , έφαγε δεν τα διαλύουμε τώρα που δεν μας συμφέρουν; Όσο για αυτούς που σπουδάζουν εκεί,αυτούς που θα έχουν ένα πτυχίο από ένα τμήμα που δεν θα υπάρχει πια, αυτούς που μπήκαν να πάρουν ένα συγκεκριμένο πτυχίο και θα πάρουν άλλο, γάμα τους σου λένε, δεν μας νοιάζει.

Κανείς δεν σκέφτεται όμως ότι ΠΕΤΑΧΤΗΚΑΝ ΛΕΦΤΑ έτσι στο δρόμο,χωρίς κανένα σχέδιο, πλάνο, σκοπό. ΌΛΑ ΣΤΟ ΚΟΥΤΟΥΡΟΥ!Έφαγαν κάποιοι κάποια λεφτά για κάποια χρόνια και μετά γεια σας. Το θέμα όμως είναι ότι αυτό δεν γίνεται μόνο για αυτά τα τμήματα. Γίνεται και για σχολές και πανεπιστήμια τμήματα  χρόνων, με ιστορία, εξοπλισμό, σοβαρότητα, όση σοβαρότητα μπορεί να υπάρχει στην ελληνική παιδεία βέβαια.

Δεν είμαι κατά των συγχωνεύσεων , είναι αλήθεια ότι μπορεί να έχουμε γεμίσει χιλιάδες τμήματα χωρίς καμία ανταπόκριση στην αγορά εργασίας, χαχαχαχα! Ας γελάσω, στην ποια; Στην αγορά εργασίας, χαχαχαχα! Ποια αγορά καλέ; Τα έχουμε ισοπεδώσει και τα έχουμε ξεφτιλίσει όλα, στην Ελλάδα ότι και να έχεις τελειώσει καλά το γράφω τελειώσει για το σπουδάσει έχω επιφυλάξεις, η μεγαλύτερη πιθανότητα είναι να μείνεις άνεργος ή να κάνεις κάτι άλλο από αυτό που σπούδασες.

Στο μυαλό μου έχω πολλά και άφθονα παραδείγματα σχολών που επ'ουδενί δεν έπρεπε να συγχωνευτούν με άλλες σχολές, μεταφερθούν ή οτιδήποτε άλλο γιατί όντως κάνανε σωστή δουλειά αλλά ποιος νοιάζεται γι αυτό; Ακόμη μια φορά εξυπηρετούνται καθαρά και μόνο πολιτικά συμφέροντα , όπως είχε γίνει και τότε που άνοιξαν!

Ας έρθω τώρα και στο τμήμα που σπούδασα εγώ στο τμήμα Πληροφορικής και ΜΜΕ. Το κακό δεν είναι μόνο ότι θα μεταφερθεί στην Πάτρα, μεταξύ μας εκεί θα έπρεπε εξ'αρχής να είναι , το κακό είναι ότι κάτι που έπρεπε να γίνει πριν δέκα χρόνια, άφησαν να περάσουν δέκα χρόνια, να πεταχτούν τόσα λεφτά, να εξυπηρετηθούν συμφέροντα, να είναι οι πρώτες γενιές των σπουδαστών , χωρίς καν πίνακες στους τοίχους, να επανδρωθεί μετά το τμήμα και μετά να σου λένε πέτα τώρα τα κτίρια και τον εξοπλισμό και τους φοιτητές βέβαια.

Το χειρότερο λοιπόν δεν είναι ότι μάλλον θα πάει στην Πάτρα αλλά ότι συγχωνεύεται με άλλα τέσσερα τμήματα τα οποία δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με το τμήμα Πληροφορικής και ΜΜΕ, μα καμία όμως, μπορεί κανείς να το καταλάβει αν δει τα πρόγραμμα σπουδών των άλλων σχολών. Ναι μπορεί να έχουμε πεντακόσιες Πληροφορικές εκεί έξω δε λέω και σίγουρα κακώς υπάρχουν τόσα τμήματα με συναφές αντικείμενο, ενώ ζήτημα να χρειαζόμαστε τα μισά των μισών, αλλά αν κοιτάξει κανείς το πρόγραμμα σπουδών της σχολής Πληροφορικής και ΜΜΕ θα καταλάβει ότι δεν υπάρχει άλλο τμήμα με συναφές αντικείμενο.

Έτσι το νέο τμήμα που θα βγει θα λέγεται Μηχανικών Πληροφορικής. Τώρα τι σχέση μπορεί να έχει αυτό  με το δικό μου τμήμα δεν ξέρω. Σκέφτομαι και όσους μπήκαν στην σχολή, γιατί θέλανε να τελειώσουν Ηλεκτρονική Δημοσιογραφία και τώρα θα πάρουν ένα πτυχίο που θα γράφει πάνω Μηχανικών Πληροφορικής, ούτε αυτό που λέει το πτυχίο τους θα έχουν σπουδάσει αλλά ούτε και αυτό που σπούδασαν θα μπορούν κάπως να το αποδείξουν. Καλά για εμάς που έχουμε πάρει ήδη το πτυχίο; Θα είναι σπάνιο είδος και συλλεκτικό, όποιος πρόλαβε, πρόλαβε να έχει ένα τέτοιο μοναδικό πτυχίο Πληροφορικής και ΜΜΕ !!

Τι να πω; Μπάχαλο, ελληνική παράνοια σε όλο της το μεγαλείο, με τέτοια μυαλά δεν πρόκειται ποτέ να πάμε μπροστά!ΠΟΤΕ ΟΜΩΣΣΣΣΣΣ

Τώρα σκέφτομαι και τις σιδηροδρομικές γραμμές στη Φλώρινα που το 2007 πέταξαν κάτι δις  για να τις φτιάξουν και το 2010 κατήργησαν τη γραμμή, όχι πείτε μου, βλέπετε εσείς κάποιο σχέδιο και κάποια προοπτική σε όλα αυτά;Ανάπτυξη;ΧΑΧΑΧΑ

Δευτέρα, Ιανουαρίου 21, 2013

Κοσμική ταβέρνα

Ο κλαρινιτζής έπαιζε  ακόμα και οι θαμώνες που φεύγανε του φώναζαν добро утро (dobro utro). Είχανε και παιδί για να ανοίγει τις σαμπάνιες. Παιδί; Ασπρομάλλης, κοιλαράς με στραβά κουμπωμένο πουκάμισο μέχρι το στομάχι και με το δεξί του τριχωτό στήθος σε κοινή θέα. Μέχρι εκεί έφτανε η προοπτική της βραδιάς. 

Στη μέση του πουθενά, κάπου έξω από ένα χωριό του κάμπου αδύνατον να αισθανθώ οτιδήποτε, άκουγα τα λόγια του Θάνου μέσα στο κεφάλι μου " Το κάνω για τη λογοτεχνία" και επέμενα αδιαμαρτύρητα τους χορούς από τις γυναίκες με τα αντρικά σώματα και τους καπετάνιους του κάμπου. Λεπτά πόδια, χοντρές κοιλιές μια άλλη φάρα γυναικών αυτές δεν ξέρω καν από που φερμένες. Το χωριό με τις μεγάλες κοιλιές, πέντε παρά πέντε παρακμή. 

Τρομερή η δύναμη της συνήθειας σκέφτηκα, καταστρέφει τα πάντα στο πέρασμα της, μετά από τόσες ώρες μέσα στο κέντρο του κάμπου η φωνή της παράφωνης τραγουδιάρας με τα ωραία στήθη και τα καλλίγραμμα μπούτια δεν μου φαινότανε παράφωνη πια. 

Συνήθισα να ζω κουμπωμένη. Το ποτήρι μου μιλούσε μαζί με αυτό κι ένας τρομερός πονοκέφαλος. "Χαμένα όλα του τα τάματα του".Ήθελα να σηκωθώ πάνω και να χορέψω, κάπως να εξαγνιστώ, να πάψω πια να είμαι η φωνή της λογικής, να γίνω όπως παλιά, άνθρωπος χωρίς όρια.  

Μα τότε σαν να είχα τρομάξει αρκετά και κουμπώθηκα παραπάνω από το κανονικό κι άρχισα να με πνίγω. Να θες να αφεθείς στα πάθη σου και να μην γίνεται , όλα σωστά, όλα μετρημένα. Τελικά χόρεψα. Ο τραγουδιστής μορφή, ιδιοκτήτης του κέντρου, μαέστρος και γκαρσόν μαζί, την ώρα που τραγουδούσε, έμπαινε με το μικρόφωνο μέσα στην κουζίνα έπαιρνε τα πιάτα και τα μετέφερε ο ίδιος στα τραπέζια.

Οικογενειακή επιχείρηση. Πιάτα χωρίς μαχαιροπίρουνα , ποτήρια μόνο για κρασί. Ήπια και το ευχαριστήθηκα και τότε τους αγάπησα όλους , του κατανόησα όλους , πήρα την τραγουδιάρα αγκαλιά , εκείνη μου έδωσε το μικρόφωνο και τραγούδησα πως στην Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή και λύθηκα στα κλάματα.  

Τετάρτη, Ιανουαρίου 16, 2013

Γ' τοπικό και Μαντάμ Μποβαρύ

Το θυμάμαι εκείνο το απόγευμα. Ήμασταν στο γήπεδο της Ανθούπολης. Μέσα στο γήπεδο αγόρια με σορτσάκια, αυτοί και το ποδόσφαιρο μακρινή σχέση. Γύρω-γύρω από το συρματόπλεγμα, πασατέμπο, ηλιόσποροι, μπινελίκια, υποστήριξη, τσιγάρα και καφέδες από το Mikel σε πλαστικό. Με το που σφυρίζει ο διαιτητής ανοίγω ατάραχη το βιβλιαράκι μου για να δώσω συνέχεια στις απολαυστικές περιγραφές του Φλομπέρ και σαν άλλη Έμμα Μποβαρύ που ασφυκτιά στο μικροαστικό περιβάλλον της επαρχίας δεν δείχνω να πολυνοιάζομαι για τα πρώτα βρισίδια που αρχίζουν να πέφτουν εντός και εκτός αγωνιστικού χώρου.

Θυμάμαι πως ήταν μια ηλιόλουστη μέρα και προτίμησα να κάτσω στο γαλάζιο fiat punto αδιαμαρτύρητα, με κλειστές τις πόρτες και τα παράθυρα. Το παρμπρίζ του αυτοκινήτου μου παρείχε ανεμπόδιστη  θέα στο γήπεδο αλλά τι να το κάνεις; Είχα πάψει να ασχολούμαι με τη μπάλα από τότε που μου'ρθε περίοδος (δες από την άλωση του Άμστερνταμ με τον Βαζέχα).

Δίπλα μου καθότανε η Κατερίνα, εγώ κι εκείνη δυο κόσμοι που δεν συναντιούνται πουθενά, συναντήθηκαν όμως τα αγόρια μας που έτυχε να παίζουν και οι δυο σε εκείνο το παιχνίδι. Νομίζω ότι με αντιμετώπιζε με μεγάλη ψυχραιμία αλλά πλέον είμαι πεπεισμένη ότι η Μαντάμ Μποβαρύ της  φάνηκε κάτι σαν την Marie Claire, ήταν πάντως και οι δυο γυναίκες με πάθος.

Μπορεί να μην είναι κατάλληλος χώρος για διάβασμα ένας αγώνας γ' τοπικού αλλά είναι και ένας τρόπος για να τεστάρετε αυτό που διαβάζετε. Αν καταφέρει να σας απορροφήσει και να σας αποσπάσει την προσοχή απ'τη βαβούρα του γηπέδου, πάει να πει ότι αξίζει τον κόπο. Αμέριμνη, απορροφημένη και ξεσυνηθισμένη από τέτοιες περιγραφές "Με σταυρωμένα τα χέρια της και το κεφάλι σκυμμένο, κοίταζε τον φιόγκο της παντόφλας της κι έκανε μέσα στο σατινένιο της ύφασμα μικρές κινήσεις, κατά διαστήματα, με τα δάχτυλα του ποδιού της" , έμεινα να σκέφτομαι τις κινήσεις των δαχτύλων της.

Τότε ήταν που άρχισαν οι κλωτσιές, οι μπουνιές και ένας δικός μας είχε πιάσει τον διαιτητή από τα αυτιά και τον σήκωνε ψηλά. Μένω βουβή με το βλέμμα πια καρφωμένο στο παρμπρίζ όπου μετέπειτα διαδραματίζονται σκηνές απείρου κάλλους!Το Κατερινιώ πετάγεται έξω από το punto, βγαίνω κι εγώ. Ο δικός της ήταν που είχε αρπάξει τον διαιτητή! Ακολουθεί, πως να το πω; Πανηγύρι! Γαμώ το σπίτι σου καριόλη, νταηλίκια μέσα και έξω από το γήπεδο. Βγαίνουν κόκκινες κάρτες,από τα κόκκινα αυτιά.

Παίρνει και ο δικός μου κόκκινη για εξύβριση, γίνεται πανικός. Πέφτουν πάνω στο συρματόπλεγμα φωνάζουν οι έξω, οι μέσα κλωτσάνε το γρασίδι και φτύνουν άλλοι τραβάνε της Κατερίνας το γκόμενο από τον διαιτητή άλλοι κάνουν ντου, οι τριγύρω μου σχολιάζουν μεταξύ τους για τη φάση που έγινε. Προσπαθώ να ακούσω τι λένε για να καταλάβω γιατί όλο αυτό το τζέρτζελο. Ρωτάω την Κατερίνα, κάτι μου εξηγεί, δεν καταλαβαίνω, ο αγώνας διακόπτεται.

Μετά να σας πω την αλήθεια δεν θυμάμαι τι απέγινε με εκείνο το παιχνίδι, έχω την εντύπωση ότι αρκετη ώρα αργότερα συνεχίστηκε αλλά χωρίς τα αγόρια μας, τα οποία ήρθαν αγριεμένα, ιδρωμένα και μας πήρανε και φύγαμε. Ωραία ε;

Εγώ δεν ξαναπήγα σε αγώνα γ'τοπικού και πάνε σχεδόν δυο χρόνια από τότε. Μπορεί να ήταν μακριά από τα γούστα μου εκείνο το Κυριακάτικο απομεσήμερο με την Μαντάμ Μποβαρύ και τα γαμοσταυρίδια αλλά πιστέψτε με είναι ακόμα πιο μακριά από εμένα τα αγοράκια και τα κοριτσάκια της κουλτουροσυμφοράς! Δεν πρέπει όμως κανείς να συνηθίζει απολαύσεις που δεν μπορεί να ικανοποιεί και ποιος θα με πάει εμένα τώρα να διαβάσω Προυστ στο γήπεδο;

Αναζητώντας τη χαμένη μπάλα...

Τρίτη, Ιανουαρίου 15, 2013

Εμμονή

" Αγαπημένε μου,

Σου γράφω από τη μακρινή Γλασκώβη, όπου εδώ και λίγους μήνες έχω εγκατασταθεί. Βαίνω καλώς εις την υγείαν μου, όπως και επί της επαγγελματικής μου σταδιοδρομίας. Θυμάμαι ακόμα τις προετοιμασίες για το μεγάλο ταξίδι που τελικά αποφάσισες να μην ακολουθήσεις. Απορώ αν στάθηκα κι εγώ ένα από τα εμπόδια στη μεγάλη φυγή σου.

Με τόσο ενθουσιασμό τακτοποιούσες τις βαλίτσες σου ; Θυμάσαι; Τελικά αποφάσισες να μην επιβιβασθείς στο αεροπλάνο. Διερωτώμαι, χωρίς να καταλήγω πουθενά, ποιος μπορεί να ήτο ο ανασταλτικός παράγων. Ίσως οι φοβίες σου για το ύψος και τον τρόπο μεταφοράς ή η εμμονή σου στην περπατημένη οδό. Μπορεί να ήταν ακόμα ένα τυχαίο συμβάν ή ένας λάθος χρονισμός. Δεν γνωρίζω. Πολύ πιθανή μου φάνηκε η περίπτωση της λάθος επιλογής προορισμού. Θέλησα να σε εκπλήξω με μια αλλαγή πορείας αλλά τελικά ήτο κακή ιδέα. Καλώς ή κακώς βρεθήκαμε και οι δυο σε διάφορο του ιδανικού χώρο. Η απόσταση ξεχειλώνει τα χιλιόμετρα. Ο αμμόκοκκος γίνεται χαλίκι, το χαλίκι πέτρα και τέλος η πέτρα φαντάζει βράχος
.................................................................................................................................
Σκέφτηκα  πολλές φορές να γυρίσω στην πολυπόθητη πατρίδα αλλά αυτό επ'ουδενί λόγος γίνεται να πραγματοποιηθεί  διότι βρίσκομαι ακόμα στο αεροδρόμιο και σε περιμένω.

                                                                                                                     Σε φιλώ, πάντα δικιά σου

Έτσι ακριβώς ξεκινάει το βιβλίο του Θάνου Γώγου- Εμμονή- που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις οσελότος . Πρώτη έκδοση Αθήνα Δεκέμβριος 2011. Νιώθω το λιγότερο χαρά που διάβασα αυτό το μικρό βιβλιαράκι και που μου χαρίστηκε από τα  χέρια του ίδιου του συγγραφέα του με τις δυο άσπρες γάτες του :)

υ.σ "...μα είμαι τεμπέλα κακιά." 


Ο Θάνος Γώγος γεννήθηκε το 1985 στη Λάρισα και είναι τελειόφοιτος φοιτητής στο ΤΕΙ Καστοριάς .Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά:"ΤΕΦΛΟΝ", "IMAGINE" καθώς και στο διαδικτυακό λογοτεχνικό περιοδικό "ΠΟΙΕΙΝ". Η "Εμμονή" κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Οσελότος πριν λίγες μέρες και είναι το πρώτο του βιβλίο.Αν και το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου και τα βιβλιοπωλεία κατοχύρωσαν το βιβλίο ως νεοελληνική ποίηση, ο ίδιος δήλωσε ότι το χαρακτηρίζει σαν πρόζα, κάτι που παίζει ανάμεσα στο πεζό και ποίημα, σαν παραληρηματική γραφή.

Εκδοτικός Οίκος: Οσελότος Έτος έκδοσης: 2012
Σελίδες: 32
ISBN: 960-9607-16-0
Ποτέ δεν έμαθα τι νιώθουνε οι ρίμες
όταν οι στίχοι επιστρέφουνε σε μέρη
που πεινασμένες ένα άγγιγμα οι μνήμες
πάντα διαβάζουνε το ποίημα με το χέρι

Γιώργος Ποταμίτης 

Δευτέρα, Ιανουαρίου 14, 2013

Μπαστούνια που νυχτοβατούν

Απόψε σε περίμενα...

Κάθε βράδυ το ακούω, κάθε βράδυ την ίδια ώρα. Είναι γέρος πια και χήρος και με γυναίκα ξένη για να τον προσέχει. Πρέπει να την βάζει για ύπνο και να σηκώνεται. Εγώ πάνω στο κρεβάτι κάθε βράδυ την ίδια ώρα περιμένω να'ρθει να με πάρει ο ύπνος και τον ακούω να με συνοδεύει με το μπαστούνι του. Τακ μπαστουνιά και σύρσιμο.Μπαστουνιά κι εγώ περιμένω. Δεν ξέρω τι. Τον ακούω να σέρνεται και μου θυμίζει την ζωή μου. Αργό και οδυνηρό σύρσιμο πρωί και βράδυ, σαν μπαστουνιές τη νύχτα που σηκώνουν παρατήρηση αλλά δε μένει πια κανείς κάτω από το κεφάλι μου για να με μαλώσει. Δεν πάει για κατούρημα, νυχτοβατεί , διασχίζει τον διάδρομο, κάθεται για λίγο στο σαλόνι και ξανάρχεται πάνω από το κεφάλι μου και ξέρεις στο παρκέ οι μπαστουνιές είναι πιο δυνατές μπήγονται στα κενά.Κάθε βράδυ σέρνω τις σκέψεις μου, δεν φαντάστηκα ποτέ πως θα'θελε τόσο παρακαλετό η συνέχεια. Οι σκέψεις μου σαν το μπαστούνι σου, κόβουν βόλτες μέσα στο σπίτι, άσκοπα και μετά πέφτουν για ύπνο, κάθε βράδυ, κάθε βράδυ εσύ περιμένεις το θάνατο κι εγώ πότε θα ζήσω. 

Ώρα για ύπνο τώρα, αύριο έχουμε μια μέρα ακόμη να χορτάσουμε... 

Πέμπτη, Ιανουαρίου 10, 2013

1 χρόνος www.artandcity.gr



28-12-2011 - 28-12-2012

Τελικά δε μπορέσαμε να κρατηθούμε και σας παρουσιάζουμε τους συμμετέχοντες στη βραδιά, που μας τιμούν με την παρουσία τους και την υποστήριξή τους!!!

Σκηνοθετική Επιμέλεια: Άκυς Μητσούλης.
Μουσική Επιμέλεια: SemiS PetrakiS
Παρουσίαση: Λένα Χαϊδούτη.
Ήχος / Φωτισμοί: Νίκος Ντούλας.
Κείμενα / Υποστήριξη: Νάνσυ Σπετσιώτη.
Video editing: Σοφία Χολέβα.
Ζωγραφική: Κατερίνα Κανελλάκου.
Φωτογραφία: Γιάννης Σταβάρας.

Καλεσμένοι: Μαρία Λούκα, Alex Hamel, Κατερίνα Μαγουνάκη.

Με σειρά εμφάνισης λοιπόν:
Ζωή Μωραΐτη, Παναγιώτης Μπάκας, Vin Doux, Ιάκωβος Παρασκευάς, Art of Dance Show, Alterna Decrease, Φαίη Σούκου, Ηλίας Μπαγιώργος, Μάχη Μακρίδου, Δημήτρης Κατσαβάκης, Αστέρης Κωνσταντίνου, Phase, Sky Pup, ZouBurlesQue the show, Απόστολος, Ηλέκτρα και Δημήτρης Φωτιάδης, Γιώργος Παπαδόπουλος, Οδοιπόροι, Θέμης Σαμαντζής, Έλενα Γκατζά, Δημήτρης Φωτίου, Λίνα Νούτσου, Παναγιώτης Μπαλανίκας.

Ευχαριστούμε πολύ τους εθελοντές της βραδιάς:
Μάχη Κοντού, Βάλια Σαπουνά, Βάσω Δραγάζη, Ιωάννα Ζεπέλα, Δημήτρης Μπερτζέμης και Δημήτρης Ράκος.

Φυσικά όλους τους χορηγούς και τους υποστηρικτές της βραδιάς για την ενίσχυση και τα δώρα που προσφέρουν στους νικητές της ηλεκτρονικής κλήρωσης που θα γίνει (θα γίνει σχετική αναφορά σύντομα) και… last but not least το Stage club (Ήρας και Φιλίππου, Λάρισα) για το χώρο!!!

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2013 και ώρα 9!!! Oι πόρτες ανοίγουν γύρω στις 8.30! Είσοδος Ελεύθερη. Θα είμαστε όλοι εκεί!!!

1 Χρόνος ArtandCity.gr 1 χρόνος μαζί με όλους εσάς… Γιατί μέσα από την παρέες γεννιούνται οι καλύτερες συνεργασίες… ή και το αντίθετο…

Σάββατο, Ιανουαρίου 05, 2013

Η φτώχεια είναι πιο φρόνιμη αν νιώθει ότι φταίει

Γράφει η Σοφία Χολέβα.

Μπήκε ο καινούργιος χρόνος! Φάγαμε, ήπιαμε, ξενυχτίσαμε, είδαμε φίλους, άνεργους, ξεχασμένους, ξενιτεμένους, οργισμένους, καταθλιπτικούς, ερειπωμένους. Μόνο τους φίλους που δουλεύανε δεν είδαμε, τους έφαγε η δουλειά βλέπετε. Αν πληρώνονταν κιόλας, καλά θα ήτανε. Η εκμετάλλευση φορούσε γιορτινά και τούτα τα Χριστούγεννα! 


Διαβάστε τη συνέχεια εδώ 
Πηγή: http://www.artandcity.gr/2013/01/13187.html#ixzz2H69MYIRO 
Under Creative Commons License: Attribution Share Alike

«Η βαθύτερη προσωπική ματαίωση που μπορεί να υποστεί ένας άνθρωπος, συνίσταται στην διαφορά ανάμεσα σε αυτό που είναι ικανός να γίνει και αυ...