Παρασκευή, Απριλίου 05, 2013
Πέμπτη, Απριλίου 04, 2013
To 2010, η Mαρίνα Αμπράμοβιτς, στο MoMa, καθισμένη στη μια πλευρά ενός τραπεζιού μοιραζόταν ένα λεπτό σιωπής με αγνώστους ως μέρος της περφόρμανς. Μέχρι που απέναντί της κάθισε αναπάντεχα ο Ulay, με τον οποίο ήταν ζευγάρι από το 1975. Πριν χωρίσουν, το 1988, είχαν περπατήσει πάνω στο Σινικό Τείχος ξεκινώντας από τις δύο άκρες του, συναντήθηκαν στη μέση, αγκαλιάστηκαν και δεν είχαν δει, ποτέ, ξανά, ο ένας τον άλλο, μέχρι την παραπάνω συγκλονιστική στιγμή.
Ημερολογιακές σημειώσεις
Τι χαρά κι αυτή; Ακούω πάλι Radiohead και ετοιμάζομαι για ταξιδάκι και ανοίγω τις βαλίτσες, σκέφτομαι τι να πάρω μαζί μου ! Πόσο μου είχε λείψει τελικά ένα ταξίδι; Πόσοοοοοοοοοοοο;;;; Πως να το κάνουμε από travel girl του παρελθόντος να κλειστώ μέσα σε λίγα τετράγωνα δεν είναι και λίγο!
Αν και του τελευταίους μήνες το έριξα στο περπάτημα μέχρι και στο σπίτι του φίλου μου του Γιώργου πήγα με τα πόδια τις προάλλες, που ομολογουμένως μου πέφτει λιγουλάκι μακριά, οι τάσεις φυγής παραμένουν!
Πηγαίνοντας στο σπίτι του φίλου μου του Γιώργου με τα πόδια |
Τι στο κολύμπι το έχω ρίξει , πήγαινε έλα στην πισίνα, θα είχα φτάσει τώρα στο Καραϊβικό αρχιπέλαγος αλλά δυστυχώς παραμένω διαρκώς στο ίδιο σημείο και απλά μετά πάω στο υδρομασάζ για παρηγοριά :P Τουλάχιστον όλη αυτή η ιστορία έχει και τα καλά της, γυμνάζομαι, ακούω περισσότερη μουσική που καραγουστάρω με το ipod και μετράω και πόσα χιλιόμετρα κάνω. Χιλιόμετρα που δεν βγάζουν πουθενά. Υπέροχες μέρες με βρίσκουν γεμάτη με γατότριχες με φίλους που αναρωτιόμαστε και τώρα τι; Κοντεύεις τριάντα άλλοι τα πάτησαν λεφτά δεν έχεις αλλά ποιος τα χέζει κι αυτά, το χειρότερο από όλα είναι που δεν έχεις μουσικές, που δεν έχεις έρωτες, που δεν έχεις τρέλα και όνειρα, όνειρα όπως είχες έφηβος ή πριν μια δεκαετία. Θα καταντήσω μια τρελή που θα σιδερώνει ακούγοντας Σαράτση και "Αθώες Συνήθειες" στη Φωνή της Ελασσόνας;;;;
Από την άλλη έχουμε και τo reunion στον Πύργο και μερικές λέει δεν μπορούν να έρθουν γιατί γεννάνε το δεύτερο παιδί τους, κι εμείς δεν μπορούμε να φανταστούμε τους εαυτούς μας ούτε καν σαν θείους . Ωρέ που πάμε; Εμείς καθόμαστε σε έναν καναπέ και διαβάζουμε τις διαγνώσεις των ψυχολόγων του άλλου και ο άλλος ξεκίνησε Λακανική ψυχανάλυση λέει.... Δεν περιγράφονται με λόγια.
ριγιούνιον! |
Όσο για το μεταπτυχιακό, σπεύσατε μας λένε γιατί του χρόνου δεν θα υπάρχει Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Θα σπάσω όλα τα ρεκόρ, θα έχω δυο σπανιότατα πτυχία, φίλους που κουράζονται τα βράδια και λεν δεν θέλω άλλο σεξ ,θα το έχουν μάλλον σε αφθονία. Αφού πηδάνε ακόμα τα παιδιά κάτι είναι κι αυτό! Εγώ βρήκα αφορμή για ταξίδι, βρήκα αφορμή να φωτογραφίσω και με την καινούργια μηχανή, θα πάω και μουσείοοο.
Κατά τα άλλα δεν γράφω. Κάνουμε βραδιές με μπύρες από το περίπτερο ακούμε Παυλίδη στα τέρματα, ρουφάμε ναιντίλα κάργα και λίγο Sigur Ros. Λένε οι φίλοι μου για τα γκειλίκια τους, πάμε σε βραδιές ποίησης άλλοι διεκδικούν χώρο για τη γραφή τους, άλλοι την θάβουν, άλλοι ξεπουλάνε κινητά στο ίντερνετ άλλοι ψάχνουν ακόμα για γνωριμίες κι άλλοι έχουν παραιτηθεί. Άλλοι ακόμα ψάχνουν τρόπους να εκδικηθούν τον μεγάλο τους έρωτα άλλοι κλέβουν χορδές από κιθάρες άλλοι ανεβαίνουν σε πάλκα και τρέμουν όταν απαγγέλουν τα ποιήματα τους ακόμα.
Εγώ θάβομαι ακόμα πιο πολύ στο πάπλωμα κι ακούω το creep και θυμάμαι το στοίχημα που είχα βάλει με τη Μαρούλα στην έκτη δημοτικού για το "Φωτιά στο Λιμάνι". Τελείωναν οι μπαταρίες από το κασσετόφωνο και νόμιζε πως έλεγε "μην πετάξεις τη ζωή σου στα σκουπίδια, μα ήταν φυσικά στα σκυλιά, κέρδισα τελικά λίγες δραχμές(εγώ της είχα γράψει την κασσέτα). Πόσο θα ήθελε να γυρνούσα στο τότε, να βρισκόμασταν και πάλι στο δωμάτιο της και να ακούγαμε Ξύλινα Σπαθιά. Τι ειρωνεία κάθε μέρα περνάω κάτω από το σπίτι της.
Οι φίλοι μου θέλουν να ξαναβρούν δουλειά, όχι για να κάνουν παιδιά αλλά να συνεχίσουν να πάνε στα στριπτιτζάδικα, εγώ πάλι θέλω να σε πάρω και να πάμε να ζήσουμε σε ένα σπίτι με κήπο και ζώα, πισίνα δεν θέλω, είπαμε πήγαινε έλα στο ίδιο σημείο σαν χρυσόψαρο στη γυάλα δε λέει, έναν κήπο θέλω μωρέ...
Κατα τα άλλα όλα κλείνουν, περιοδικά, εφημερίδες, εδώ μέχρι και site κλείσανε και όλοι κάθε μέρα χρωστάνε και τους χρωστάνε και κλείνουνε σαν άνθρωποι, σαν ευτυχισμένοι, σαν χαμογελαστοί, ούτε σαν δεν είναι πια.
Πάω για ύπνο αύριο πάω θάλασσα...
Τρίτη, Απριλίου 02, 2013
Εισαγωγή
Ο ΓΙΟΥΓΚΕΡΜΑΝ είναι το τρίτο μυθιστόρημα του Μ. Καραγάτση και ο συγγραφέας έχει αναπτύξει κάπως τις αφηγηματικές του ικανότητες και έχει κάνει ουσιαστικά βήματα για την κατάκτηση του μυθιστορήματος. Είναι ένα ώριμο έργο και από την άποψη της μορφής και από την άποψη της εξέλιξης του βασικού ήρωα. Ο Καραγάτσης, χάρη στη δημιουργική του φαντασία, απομακρύνεται από τις εμπειρικές αφορμές στις οποίες βασίστηκε για να γράψει το μυθιστόρημα και συνθέτει ελεύθερα το μύθο του. Αν αναλογιστούμε επίσης ότι παρά την έξαρση της ατομικότητας που παρουσιάζει ο ήρωας Βασίλης Κάρλοβιτς Γιούγκερμαν, η ευρύτερη εποπτεία του συγγραφέα αγκαλιάζει πολλά κοινωνικά επίπεδα και εδώ είναι που θα πρέπει να εστιάσουμε. Οι ήρωες του Καραγάτση στο “Γιουγκερμαν¨ είναι άνθρωποι διαφόρων κοινωνικών τάξεων με τους οποίους έρχεται σε επικοινωνία ο ήρωας.
Το κοινωνιολογικό εύρος δεν είναι περιορισμένο και μια μεγάλη ποικιλία ανθρώπινων τύπων, κοινωνικών ομάδων και τόπων εναλλάσσονται στο μυθιστόρημα. Άρα εύκολα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι έχουμε το κατάλληλο έδαφος και το κατάλληλο εύρος για την ανάλυση των γλωσσικών ποικιλιών που εμφανίζονται μέσα στο μυθιστόρημα.
Στο μυθιστόρημα, το οποίο δημοσιεύει στα τέλη του 1938 , ο Καραγάτσης διηγείται την άφιξη στον Πειραιά, μέσω Κωνσταντινούπολης, του Βασίλη Κάρλοβιτς Σωρίνεν, κόμη φόν Ρόττενπούργκ τσού Γιούγκερμαν, που ήταν Φιλανδός ανθυπίλαρχος στο 1ο Σύνταγα των Κοζάκων της Φρουράς του Ρώσου τσάρου και τη σταδιακή του άνοδο, στην Ελλάδα του μεσοπολέμου, σε μια θέση δύναμης και πλούτου. Παράλληλα, το μυθιστόρημα διηγείται την αφύπνιση της κοιμισμένης ανθρωπιάς του Βασίλη Γιούγκερμαν Σιγά, σιγά, κάτω προπαντός από την επίδραση κάποιων γυναικών, η αληθινή του προσωπικότητα, αριστοκρατική, αναδύεται. Η έννοια της αριστοκρατίας παίζει μεγάλο ρόλο στην κοσμοθεωρία του Καραγάτση γενικά αλλά και ειδικά στο μυθιστόρημα του «Γιούγκερμαν». Οι αριστοκράτες με τους νεόπλουτους δεν μοιάζουν μεταξύ τους, κι αυτό βεβαίως ο συγγραφέας μας το δίνει με διάφορους τρόπους μέσα από το μυθιστόρημα του αλλά κυρίως μέσω από τις γλωσσικές διαφορές των ηρώων του που ανήκουν στη μια αλλά και στην άλλη κοινωνική κατηγορία αντίστοιχα, με πιο χαρακτηριστική την ημιμάθεα της Γαλλικής γλώσσας για τους νεόπλουτους.
Πολλοί είναι οι ήρωες του Καραγάτση στο «Γιούγκερμαν» που «πετούν» από κανένα γαλλικό προσπαθώντας να δώσουν μια αριστοκρατία στην υπόσταση τους αλλά στην προσπάθεια αυτή πετυχαίνουν ακριβώς το αντίθετο αφού συνήθως μιλούν λάθος ή απλός χρησιμοποιούν περιορισμένες εκφράσεις. Δεν είναι όμως μόνο αυτές οι γλωσσικές ποικιλίες που συναντούμε στο μυθιστόρημα. Κυρίαρχη είναι και η γλώσσα που μιλούσε όλη η χώρα την εποχή του τριάντα, σε γειτονιές, χαμόσπιτα, καταγώγια, στην Τρούμπα, στα μεγάλα αστικά κέντρα που διαμορφώνονται και αλλάζουν τη σύνθεση τους, ύστερα από την μικρασιατική καταστροφή αλλά και στην ελληνική επαρχία. Μέσα στο πλαίσιο της Ελλάδας του Μεσοπολέμου, πρέπει να προσεγγίσουμε τη γλώσσα και τις γλωσσικές ποικιλίες των ηρώων. Γιατί άραγε να ανησυχεί τόσο το θέμα της αριστοκρατίας τον Καραγάτση; Ας μην ξεχνάμε ότι ο Καραγάτσης (ψευδώνυμο του Δημήτρη Ροδόπουλου, (1908-1960) ήταν γόνος μιας αρχοντικής, κυριαρχικής οικογένειας, με πελοποννησιακές ρίζες που φθάνουν μέχρι την Επανάσταση. Η οικογένεια Ροδόπουλου κατάγεται από την Πάτρα.
Ο πατέρας του συγγραφέα μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας εγκαταστάθηκε στη Λάρισα . O Καραγάτσης ήταν το πέμπτο και τελευταίο παιδί της οικογένειας του τραπεζικού υπαλλήλου, Γεώργιου Ροδόπουλου, απόγονου οικογένειας αριστοκρατών γαιοκτημόνων και της Ανθής Μουλούλη, με καταγωγή από τον Τύρναβο της Θεσσαλίας. Αδέλφια του ήταν η Ροδόπη [που έπασχε από ψυχασθένεια], ο Νίκος, ο Κωνσταντίνος [επανειλημμένα βουλευτής, υπουργός και Πρόεδρος της Βουλής] και η Φωφώ. Το επάγγελμα του πατέρα του, τον οδήγησε στο να μεγαλώσει ζώντας τα παιδικά του χρόνια σε διάφορες Ελληνικές πόλεις, όπου ο πατέρας του υπηρέτησε ως διευθυντής τράπεζας, όπως ο Πύργος το 1908, το Αίγιο το 1910, η Θεσσαλονίκη το 1913, η Λάρισα το 1914, στα Χανιά στην Κρήτη το 1918 και από το 1919 έως το 1921 στην Αθήνα. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που σχεδόν οι περισσότερες από αυτές τις πόλεις στις οποίες έζησε ο Καραγάτσης αποτελούν μερικούς από τους χώρους δράσης του “ Γιούγκερμαν”.
Στην συνέχεια της εργασίας μας θα απαντήσουμε στα ερωτήματα: Τι είναι γλώσσα και γλωσσικές ποικιλίες, θα αναλύσουμε διεξοδικά τη γλώσσα και τις γλωσσικές ποικιλίες που συναντήσαμε στο μυθιστόρημα του Μ.Καραγάτση “Γιούγκερμαν” καθώς και το ιστορικό κοινωνικό πλαίσιο του Μεσοπολέμου μέσα στο οποίο κινούνται οι ήρωες του Γιούγκερμαν ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα τις γλωσσικές ποικιλίες των ηρώων του μυθιστορήματος. Στο δημιουργικό κομμάτι της εργασίας θα ασχοληθούμε με την δημιουργία νέων διαλόγων με κάποιες από τις ήδη υπάρχουσες γλωσσικές ποικιλίες επιλεγμένων χαρακτήρων του μυθιστορήματος.
Στο μυθιστόρημα, το οποίο δημοσιεύει στα τέλη του 1938 , ο Καραγάτσης διηγείται την άφιξη στον Πειραιά, μέσω Κωνσταντινούπολης, του Βασίλη Κάρλοβιτς Σωρίνεν, κόμη φόν Ρόττενπούργκ τσού Γιούγκερμαν, που ήταν Φιλανδός ανθυπίλαρχος στο 1ο Σύνταγα των Κοζάκων της Φρουράς του Ρώσου τσάρου και τη σταδιακή του άνοδο, στην Ελλάδα του μεσοπολέμου, σε μια θέση δύναμης και πλούτου. Παράλληλα, το μυθιστόρημα διηγείται την αφύπνιση της κοιμισμένης ανθρωπιάς του Βασίλη Γιούγκερμαν Σιγά, σιγά, κάτω προπαντός από την επίδραση κάποιων γυναικών, η αληθινή του προσωπικότητα, αριστοκρατική, αναδύεται. Η έννοια της αριστοκρατίας παίζει μεγάλο ρόλο στην κοσμοθεωρία του Καραγάτση γενικά αλλά και ειδικά στο μυθιστόρημα του «Γιούγκερμαν». Οι αριστοκράτες με τους νεόπλουτους δεν μοιάζουν μεταξύ τους, κι αυτό βεβαίως ο συγγραφέας μας το δίνει με διάφορους τρόπους μέσα από το μυθιστόρημα του αλλά κυρίως μέσω από τις γλωσσικές διαφορές των ηρώων του που ανήκουν στη μια αλλά και στην άλλη κοινωνική κατηγορία αντίστοιχα, με πιο χαρακτηριστική την ημιμάθεα της Γαλλικής γλώσσας για τους νεόπλουτους.
Πολλοί είναι οι ήρωες του Καραγάτση στο «Γιούγκερμαν» που «πετούν» από κανένα γαλλικό προσπαθώντας να δώσουν μια αριστοκρατία στην υπόσταση τους αλλά στην προσπάθεια αυτή πετυχαίνουν ακριβώς το αντίθετο αφού συνήθως μιλούν λάθος ή απλός χρησιμοποιούν περιορισμένες εκφράσεις. Δεν είναι όμως μόνο αυτές οι γλωσσικές ποικιλίες που συναντούμε στο μυθιστόρημα. Κυρίαρχη είναι και η γλώσσα που μιλούσε όλη η χώρα την εποχή του τριάντα, σε γειτονιές, χαμόσπιτα, καταγώγια, στην Τρούμπα, στα μεγάλα αστικά κέντρα που διαμορφώνονται και αλλάζουν τη σύνθεση τους, ύστερα από την μικρασιατική καταστροφή αλλά και στην ελληνική επαρχία. Μέσα στο πλαίσιο της Ελλάδας του Μεσοπολέμου, πρέπει να προσεγγίσουμε τη γλώσσα και τις γλωσσικές ποικιλίες των ηρώων. Γιατί άραγε να ανησυχεί τόσο το θέμα της αριστοκρατίας τον Καραγάτση; Ας μην ξεχνάμε ότι ο Καραγάτσης (ψευδώνυμο του Δημήτρη Ροδόπουλου, (1908-1960) ήταν γόνος μιας αρχοντικής, κυριαρχικής οικογένειας, με πελοποννησιακές ρίζες που φθάνουν μέχρι την Επανάσταση. Η οικογένεια Ροδόπουλου κατάγεται από την Πάτρα.
Ο πατέρας του συγγραφέα μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας εγκαταστάθηκε στη Λάρισα . O Καραγάτσης ήταν το πέμπτο και τελευταίο παιδί της οικογένειας του τραπεζικού υπαλλήλου, Γεώργιου Ροδόπουλου, απόγονου οικογένειας αριστοκρατών γαιοκτημόνων και της Ανθής Μουλούλη, με καταγωγή από τον Τύρναβο της Θεσσαλίας. Αδέλφια του ήταν η Ροδόπη [που έπασχε από ψυχασθένεια], ο Νίκος, ο Κωνσταντίνος [επανειλημμένα βουλευτής, υπουργός και Πρόεδρος της Βουλής] και η Φωφώ. Το επάγγελμα του πατέρα του, τον οδήγησε στο να μεγαλώσει ζώντας τα παιδικά του χρόνια σε διάφορες Ελληνικές πόλεις, όπου ο πατέρας του υπηρέτησε ως διευθυντής τράπεζας, όπως ο Πύργος το 1908, το Αίγιο το 1910, η Θεσσαλονίκη το 1913, η Λάρισα το 1914, στα Χανιά στην Κρήτη το 1918 και από το 1919 έως το 1921 στην Αθήνα. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που σχεδόν οι περισσότερες από αυτές τις πόλεις στις οποίες έζησε ο Καραγάτσης αποτελούν μερικούς από τους χώρους δράσης του “ Γιούγκερμαν”.
Στην συνέχεια της εργασίας μας θα απαντήσουμε στα ερωτήματα: Τι είναι γλώσσα και γλωσσικές ποικιλίες, θα αναλύσουμε διεξοδικά τη γλώσσα και τις γλωσσικές ποικιλίες που συναντήσαμε στο μυθιστόρημα του Μ.Καραγάτση “Γιούγκερμαν” καθώς και το ιστορικό κοινωνικό πλαίσιο του Μεσοπολέμου μέσα στο οποίο κινούνται οι ήρωες του Γιούγκερμαν ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα τις γλωσσικές ποικιλίες των ηρώων του μυθιστορήματος. Στο δημιουργικό κομμάτι της εργασίας θα ασχοληθούμε με την δημιουργία νέων διαλόγων με κάποιες από τις ήδη υπάρχουσες γλωσσικές ποικιλίες επιλεγμένων χαρακτήρων του μυθιστορήματος.
Α΄ Πανθεσσαλικό Φεστιβάλ Ποίησης
Πόλυ Ντεκόρ Χέδερς
i)
(Δίχως αισθαντικότητα καμιά)
Ανάμεσα στα μικροσκοπικά της δάκτυλα
Που αλείφουν τη πόλη τα απογεύματα
Και όχι πολύ μακριά από αυτό που αποκαλούν μυαλγία
Στις εφτά και δεκαέξι ακριβώς
Μια τρύπα στο χρονικό των ταχυδευτερολέπτων
Ανοίγει
Και όπως
ΑΝΟΙΓΕΙ
Ανοίγουν και δυο βεντάλιες
Γοητευτικές
με τις οξείες τους
και τα ποιήματά της
νιφάδες
Να εκτρέπουν αυτή τη γυμνή φιλαρέσκεια
Που επιδέξια τόσο έχει δημιουργήσει
ii)
Όπως τα ψάρια συνωστίζονται στην βαλίτσα μου
Και διάγουν την ανθρωπολογία σε κάτι ασήμαντο
Γελά κι εκείνη μαζί τους
Γνέφοντας η στιγμή για τη γη έχει έρθει
Και οι άνθρωποι δεν επιτρέπεται να μιλούν άλλο πια
iii)
Από τον ουρανό που φλέγεται
Μέχρι τη γη που κοιμάται
Ένας κόσμος δεν θα είναι ποτέ αρκετός
Κι αφήνει την φωτιά
Να προσαρμόσει πάνω μας
Όπως μια έρημος
Αγκαλιάζει δυο λουλούδια και τα πνίγει
vi
(Στον κορμό της αγοράς)
Χωρίς παιδικές αναμνήσεις
Ένας άγνωστος
Δεν θα τηρήσει ρυθμό
O γιάπης
Με ένα δέντρο στα χέρια
Δεν θα τηρήσει ρυθμό
Για αυτό και μέσα στην πόλη
Η Πόλυ θα γίνει
Το νέφος τα πλήθη
Και τα παράδοξά της σχήματα
Κυριακή, Μαρτίου 31, 2013
Γραμμές
Κάποια στιγμή τελειώνεις, όλα τελειώνουν. Κάποια στιγμή θα χάσω από τα μάτια μου τα κίτρινα σου δόντια, αυτό το κιτρινιασμένο υπέροχο χαμόγελο που αγάπησα. Θα χάσεις τα μαλλιά σου κι εγώ τη σταθερότητα μου, θα έχω πάρκινσον κι εσύ ίσως αλτσχάιμερ.Τα νύχια μου θα έχουν κάθετες γραμμές όπως και τώρα και δεν θα με νοιάζει που δεν έχω λόγια να περιγράψω το κενό, θα θέλω απλά να ζήσω λίγο ακόμα μέσα του. Γραμμές που θα ορίζουν μια κίνηση προς τα εμπρός, μια πτήση προς τα εμπρός, ένα ταξίδι, μα έκοψα τα αεροδρόμια όταν κατάλαβα πως ποτέ δεν μπορείς να ξεφύγεις από κάπου που ουσιαστικά δεν έφυγες ποτέ.
Θα στήνω οριζόντια τα λάθη μου και θα τα σπρώχνω προς τα εμπρός, θα πέφτουν θα τα πατώ, θα προχωράω. Ποτέ δεν ξεφεύγεις από τον εαυτό σου. Μα νομίζω πως άφησα πολλά χρόνια φωτεινά και ανεκπλήρωτα να αναβοσβήνουν μες στα μούτρα μου.Όποιος δεν πράττει αυτά που θέλει γεννάει την πανούκλα ,γράφει με μαύρο σπρέι στην απέναντι γκαραζόπορτα και ο φόβος με γκάστρωσε τη γέννησα και ένα πρωί την έπνιξα στην κούνια.Δεν μετανιώνω πια γι αυτά που δεν έκανα, ούτε για εκείνα που δεν ξέρω καν αν ήθελα, απλά θέλω να ζήσω κι όχι να κάθομαι και να μετράω σε ένα ταμείο, τι πλήρωσα και τι οφείλω, εξάλλου από μαθηματικά νάδα, δεν έμαθα ακόμα πως είναι όταν πολλαπλασιάζεσαι.
Συνεπής και πλήρης δεν γίνεται, το λέει και ο Γκέντελ, άρπαξα το στυλό κι έφτιαξα ράγες, είμαι πολύ περήφανη που με έβαλα στην τροχιά μου. Ασυνεπής και πλήρης να πάω προς τα έμπρος να σέρνω πάλι λίγο από το πάθος που άφησα πίσω μου, που θα μου πάει θα το ξαναμαγειρέψω, δεν θέλω ξαναζεσταμένα πράγματα. Όσο για τον κύριο στο ταμείο, θα του πω, όχι κύριε δεν θα πάρω, θα αφήσω πίσω τους φόβους, τις γαμημένες ανασφάλειες, ασυνεπής και πλήρης θα προχωράω μπροστά. Τίποτα δεν μπορεί να στενέψει περισσότερο από όσο οι γραμμές που με στρίμωξαν μέσα μου, από εδώ και πέρα ξεχειλωμένα όλα. Τίποτα δεν στενεύει πια, μια Κυριακή απόγευμα έφτανε. Όλα είναι δρόμος ακόμα και τις μέρες που όλα δείχνουν αδιέξοδα. Βλέμματα χειροπιαστά. Απλή ζωή.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked. The second time I told my story, I felt on...