Παρασκευή, Ιανουαρίου 30, 2009

Ροχαλητό

Σσσς, κάνε ησυχία και θα ακούσεις…

Θα ακούσεις να σέρνω τα πόδια στο διάδρομο,να μπαίνω στο μπάνιο,
στην κουζίνα,στο καθιστικό.
Να ανοίγω το ψυγείο κι ενώ είναι γεμάτο,
εγώ το βλέπω αδειανό,ασφυκτικά κενό

Κάνε ησυχία και θα ακούσεις το μελωδικό ροχαλητό,
μέρα και νύχτα καθώς παραδίνομαι στην γαλήνη του ύπνου,
όταν ξυπνώ, πονώ…

Φτάνει πια, μπαίνω στη μπανιέρα, να καθαγιαστώ από τη βρομιά,
να καθαρίσω την παραιτησιά,
πόσο ακόμα θα πενθώ για τα χαμένα χρόνια.

Ακούς, με κατατρέχουν τα νερά….

Δεν μου πάει η μάσκα της θλιμμένης που φορώ,
αύριο δεν βλέπω, σήμερα δεν ζω, χθες σκοτωμένο.
Μάτια πρησμένα, πόσα κολλύρια να βρω,
μπας και δω τη φάτσα στον καθρέφτη,
να με φτύσω για την τόση ομορφιά, μη ματιαστώ

σ.χ

Τετάρτη, Ιανουαρίου 28, 2009

Μοντελάρα

34 μοντέλα στην Aνωτάτη Σχολή Kαλών Tεχνών


Πρόσληψη 34 μοντέλων στην Aνωτάτη Σχολή Kαλών Tεχνών για το ακαδημαϊκό έτος 2008-2009 με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου για τις ανάγκες των εργαστηρίων Zωγραφικής, Γλυπτικής και Xαρακτικής.

Oι υποψήφιοι μπορούν να υποβάλουν τις αιτήσεις τους στο Tμήμα Προσωπικού της Σχολής (κ. Zαμάνη Nίκο τηλ. 210-3897120) μαζί με τα παρακάτω δικαιολογητικά:

1. Aίτηση
2. Bιογραφικό σημείωμα
3. Φωτοτυπία ταυτότητας
4. Yπεύθυνη δήλωση του N. 1599/86 ότι δεν εκκρεμεί ποινική καταδίκη εις βάρος τους.

Ναι ναι ναι είμαι η κατάλληλη και θα πάρω τη θέσηηη,χα-χα-χα… Απαπα μαλακία αυτό να ψάχνεις να βρεις δουλειά και τίποτα, μήπως έχετε κανένα μπάρμπα από την Κορώνη να μου τον δανείσετε για λίγο, να με τακτοποιήσει και εμένα πουθενά το κακόμοιρο; Αλλά μην ανησυχείτε , 34 θέσεις είναι αυτές , δεν μπορεί θα θέλουνε και ένα αναγεννησιακό μοντέλο,χα-χα-χα-χα!!!!

Δευτέρα, Ιανουαρίου 26, 2009

Προσοχή στο διάκενο


Προσπαθώ να γεμίσω το κενό, κι αυτό το γαμημένο δε λέει να γεμίσει με τίποτα. Τι πίνω, τι καπνίζω, τι αδειάζω τασάκια, τι πάω για ψώνια, πάω θέατρο, πάω στη βιλάρα του Μιχάλη και παίζουμε όλοι μαζί trivial, γελάμε και κατεβάζουμε τα Jameson σαν μεταλαβιά, τίποτα…. Όταν είμαι με κόσμο είναι καλά, ξεχνιέμαι, προσποιούμε, αλλά έλα μου που έρχονται εκείνες οι ύπουλες ώρες που μένω μόνη μου με τη Σοφία. Σκατά, τελικά είμαι πολύ ανυπόφορη δεν με αντέχω ούτε λεπτό…

Έρχονται κι αυτές οι γαμημένες σκέψεις στο μυαλό και τρελαίνομαι περπατάω μόνη στο δρόμο και με πιάνουν τα κλάματα, κάνω ότι χαζεύω βιτρίνες για να μην βλέπουν οι περαστικοί ότι τα έμπηξα πάλι…σκατά…Κάνω σαν κακό πρεζάκι, στριφογυρνάω στο κρεβάτι, κλαίω, πονάω δεν μπορώ να κοιμηθώ με τίποτα, δεν τρώω τίποτα, είναι το μόνο καλό σε αυτή την ιστορία, τουλάχιστον στο τέλος θα μείνω στιλάκι!

Αρνούμαι πεισματικά να κάνω οτιδήποτε, το μόνο που με νοιάζει είναι να βρω κόσμο για να πάω για καφέ και ποτό και όταν όλοι δεν μπορούν, φρικάρω, κάθομαι σπίτι και οι σκέψεις έρχονται και με χαϊδεύουν απειλητικά, με γλείφουν, με τσιμπάνε . Κλείνω το φως, δαγκώνω την κουβέρτα κλαίω, η τηλεόραση παίζει μαλακίες, μέχρι που με παίρνει ο ύπνος.

Δεν θέλω να γυρίσω στην δουλειά , ούτε να βρω κάποια άλλη, δεν θέλω να μείνω εδώ, μα ούτε και να πάω πουθενά. Εκτός από το αδυνάτισμα το δεύτερο καλό, είναι ότι αρχίζω να ξαναδένομαι με το πληκτρολόγιο μου, κι αν για μένα το γράψιμο πάντα ήταν σαν το ποδήλατο, τώρα μετά από τόσο καιρό ζορίζομαι, δεν μπορώ να γράψω, με πετάει συνέχεια κάτω, και η σέλα με ενοχλεί, σαν ο κώλος μου να φάρδυνε μετά από τόσα χρόνια, που έμεινα ανέραστη με τη ζωή. Κλειδώθηκα στον εαυτό μου, κι αν κάποτε τα πήγαινα καλά με την πάρτη μου, τώρα δεν μπορώ να τα βρω με τίποτα, τόσα ψέματα, τόσος φόβος, τόση υποκρισία, τόσο κλάμα, με διέγραψα, ψάχνω τόσες μέρες να με βρω, να βρω τη sophie_jamaica, που τα περνούσαμε τόσο καλά δυο μας και η Jamaica πουθενά, όσες φορές έκανε να βγει στην επιφάνεια εγώ την έπνιγα, τώρα συνειδητοποίησα ότι την σκότωσα, την κυοφορώ ακόμα, μα είναι σαν ένα νεκρό παιδί μες στην κοιλιά μου.

Πρέπει να γεννήσω το πεθαμένο μου παιδί, πρέπει να κλάψω γι αυτό, να βρω ξανά τις γόνιμες μου μέρες και να το παλέψω για μια καινούργια Jamaica, για κάτι καινούργιο, προς το παρόν πάω να πάρω κανένα δερμάτινο να πνίξω τον πόνο μου.

Σάββατο, Ιανουαρίου 24, 2009

Lost Control




Life has betrayed me once again,
I accept some things will never change.
I've let your tiny minds magnify my agony,
and it's left me with a chem'cal dependency for sanity.

Yes, I am falling... how much longer till I hit the ground?
I can't tell you why I'm breaking down.
Do you wonder why I prefer to be alone?
Have I really lost control?

I'm coming to an end,
I've realised what I could have been.
I can't sleep so I take a breath and hide behind my bravest mask,
I admit I've lost control.


Βλέπω εδώ και χρόνια το ίδιο όνειρο, έχω ακουμπήσει την κάνη στο μέτωπο σου, είμαι ιδρωμένη το ίδιο κι εσύ, φοβάμαι, το ίδιο κι εσύ, κρατάς στο χέρι σου ένα περίστροφο, το οπλίζεις. Ακουμπάς την κάνη του στο ιδρωμένο μέτωπο μου, φοβάμαι… Μετά ξυπνάω και ποτέ δεν θυμάμαι ποιος είσαι, το ίδιο όνειρο τα τελευταία πέντε έξι χρόνια, φοβάμαι πως μια από αυτές τις μέρες δεν θα ξυπνήσω, ήρθε η ώρα να σε αντιμετωπίσω, έστω να δω το πρόσωπο σου, λίγο πριν σκοτωθούμε και οι δυο… Ξύπνησα γεμάτη αίματα, τα δάχτυλα είχαν κολλήσει πάνω στα τάστα, όπως τότε που έπαιζα στην κιθάρα το Forgotten hopes από τους Anathema:
Hey you rotting in your alcoholic shell
Banging on the walls of your intoxicated mind
Do you ever wonder why you were left alone
As your heart grew colder and finally turned to stone

Did I punish you for dreaming?
Did I break your heart and leave you crying?
Do you ever dream of escaping...
Don't you ever dream of escaping?

Pathetic oblivion
Forgotten hopes buried in your soul's lonely grave
Pathetic oblivion
Remember how you were before you locked your heart away

Did I punish you for dreaming?
Did I break your heart and leave you crying?
Do you ever dream of escaping...
Don't you ever dream of escaping?
Τρέμω, αιμορραγώ μα δεν μπορώ να σταματήσω να σου τραγουδάω
Did I punish you for dreaming?
Did I break your heart and leave you crying?
Do you ever dream of escaping...
Don't you ever dream of escaping?
Υ.Σ Ευχαριστώ το Μιχάλη, τον Γιώργο, τον Άκη και τον Αχιλλέα που ήταν δίπλα μου

Πέμπτη, Ιανουαρίου 22, 2009

Σσσς…. Ησυχία Κοιμάμαι


Παραμονή Χριστουγέννων έφυγα από την εφημερίδα γιατί δεν είχανε να μου δώσουνε δεκάρα τσακιστεί, την Παρασκευή και μια μέρα πριν φύγω για Πάτρα, ο διευθυντής με κάλεσε να πιούμε καφέ και μου ζήτησε να γυρίσω πίσω, του είπα θα το σκεφτώ, μου ζήτησε μέχρι την Δευτέρα να του απαντήσω, του απάντησα Κυριακή.

Προέκυψαν κάτι τρεξίματα με Πύργο, οι αγρότες έκλεισαν τους δρόμους, ο Θωμάς τραγουδούσε live στην Καβάτζα, ήπια 3 κάβες μαυροδάφνη, καθάριζα το σπίτι της Τάνιας, γύριζα την Πάτρα με τη Σοφία, άρχισε το καρναβάλι, έκοψα το φαί άρχισα το κάπνισμα, έχασα πέντε κιλά, πίναμε depon max με τον Ανδρέα, μετρούσαμε τις άσπρες τρίχες μας, γελούσαμε με τα 24 γενέθλια μας που έρχονται.

Γνώρισα τον γκόμενο της Τάνιας, όπου νοίκιασε το σπίτι που έμενε η Γοριδάρη. Το κουδούνι γράφει ακόμα το όνομα μου στον Πύργο, ο Κούτρας μας είδε και μας αποκαλούσε φαντάσματα, ο Χρήστος με έψαχνε για το blog, ο Κώστας αναρωτιότανε Σοφία, σοφάκι σε πήρε το αυλάκι;

Ο Γιώργος έκλαιγε, εγώ πονούσα. Δεν έτρωγα τίποτα, έπινα, και κάπνιζα ότι πίνεται και ότι καπνίζεται. Ο Θανάσης έκανε προπόνηση στο χόκεϊ επί χόρτου, ο Βαγγέλης μάζευε το χόρτο, ο Θανάσης παράτησε το jumpnews, το ίδιο κι εγώ, μου είπε παίξε μπάλα κι εγώ λιποθύμησα.

Στη γραμματεία ήταν εξυπηρετικοί, έτριψα τα μάτια μου να δω αν είναι αλήθεια, ρώτησα πότε θα μας δώσουνε τα πτυχία, μου είπανε του αγίου πούτσου ανήμερα. Ζήλεψα, μίλησα με τη Δέσποινα μου είπε πήγε στην Αθήνα, το ίδιο και η Χαρά και η Αρχόντισσα και τόσοι άλλοι, κι εγώ ήμουν ακόμα εδώ ανήμπορη να κοιμηθώ.
Έκλαιγα και ο μαύρος κύκλος από την αϋπνία δεν έλεγε να φύγει… Είδα τη Βούλα, και μου είπε πως όταν πάω στην Αθήνα να περάσω από τη Νίκαια να μου δώσει η μάνα της φανταστική τυρόπιττα που κάνει, τα έσπασα στην Καβάτζα με τον Ανδρέα τον ναύτη, τη Βούλα, τη Δέσποινα και τον γκόμενο της τον οδοντίατρο και αφιέρωσαν σε μια Σοφία το «Τι σου’ κανα και πίνεις τσιγάρο στο τσιγάρο….»

Ένα βράδυ πήρα πάλι τη Λένα και πήγαμε στην Αμαλιάδα, έτρωγα παστίτσιο και πίναμε πάλι μέχρι το πρωί, ενώ βλέπαμε στο youtube το τελευταίο επεισόδιο από τους «Δύο ξένους», κάψιμο. Ο πονοκέφαλος δεν έλεγε να φύγει, όσο περνούσαν οι μέρες οι ημικρανίες όλο και φουντώνανε και κόντευα να τρελαθώ, έπρεπε να τους γράψω όλους στα αρχίδια μου αλλά δεν μπορούσα.

Έφυγα από Πύργο χθες στη μία το μεσημέρι, έφτασα μέχρι Διακοφτό, κατεβήκαμε από το τρένο, μπήκαμε σε λεωφορεία του ΟΣΕ, φτάσαμε στο Κιάτο, μπήκα στον προαστιακό έφτασα σταθμό Λαρίσης στις 6 το απόγευμα, έκανα 5 ώρες, από Πύργο για να φτάσω Αθήνα, κατέβηκα περίμενα μισή ώρα με το ρολόι στην ουρά για να βγάλω εισιτήριο να φύγω με τον 7:30 για Λάρισα ο Γιώργος ήθελε να έρθει να με δει, δούλευε και δεν πρόλαβε.

Έβγαλα το προτελευταίο εισιτήριο που υπήρχε μου έπιασαν τον κώλο ήταν intercity και δεν το ήξερα, κάπνιζα στο σταθμό Λαρίσης, θα πάω Αθήνα είπα. Στον Διευθυντή απάντησα πως δεν μπορώ να γυρίσω για κανένα μήνα, αλλά μέσα μου ξέρω ότι δεν θέλω να γυρίσω ούτε στην εφημερίδα ούτε στη Λάρισα, μπήκα στο τρένο και αποχαιρέτησα την Αθήνα και άφησα όσα αγαπώ πίσω μου. Είμαι ένα ράκος, κάθισα δίπλα με ένα ωραίο παλικάρι που με βοήθησε να ταχτοποιήσω τα μπαγκάζια μου, κοιμήθηκα και ονειρευόμουν καλύτερες μέρες, μέρες που να μπορώ να χωράω στα ρούχα μου, στις μουσικές μου, μέρες που θα γελάω όπως παλιά, μέρες που θα κλαίω για μικροπράγματα, μέρες ήρεμες δικιές μου.

Με πήρες τηλέφωνο και έκλαιγες, δεν μπορούσα να κλάψω άλλο, έφτασα έντεκα παρά στη Λάρισα, ήρθε και με πήρα ο αδερφός μου με τη μάνα μου, πήγαμε και πήραμε κάτι να φάω από το Dallas στον Άγιο Κωνσταντίνο, γύρισα σπίτι, έκανα μπάνιο και έπεσα για ύπνο, έκλεισα το φως και πήρα αγκαλιά τον Τζίμη.

Σήμερα ξύπνησα στις 2, ήπια καφέ, έλιωσα στο pc, πρέπει να πάρω αποφάσεις, πολλές και σημαντικές, πρέπει να φύγω από τη Λάρισα, αλλά όχι σήμερα, όχι τώρα, σήμερα δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Το τηλέφωνο δεν χτύπησε ούτε μια φορά, η μάνα μου χτύπησε την πόρτα από το δωμάτιο μου μπήκε μέσα και μου είπε ότι θα έκλει
νε εισιτήρια για το Θεσσαλικό Θέατρο αν θέλω να πάω, της είπα ναι, έξω βράδιασε και δεν νιώθω τίποτα, σήμερα δεν θα βγω από το σπίτι, ούτε αύριο, κάποια μέρα, αλλά όχι σήμερα.


Υ.Σ
Όταν θα'ρθείς να με ξεθάψεις απ'τις στάχτες
και διώξεις από πάνω μου όλη τη σκουριά
και ξαναβάλεις τις ρόδες μου σε ράγες
και εγώ αχίσω να κυλάω ξανά

Τότε οι λύπες θα με ψάχνουν
και άνεργες θα θρηνούν
Θα πέφτουν μανιασμένες οι βροχές
και θα ρωτούν

Τι έγινε εκείνο το τρένο που έβλεπε
τα άλλα τρένα να περνούν

The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked.  The second time I told my story, I felt on...