Δευτέρα, Νοεμβρίου 06, 2006

Ο στοιχειωμένος άντρας …

Απόψε γνώρισα έναν στοιχειωμένο άντρα, με σκούρα μάτια και σγουρά μαλλιά…
Απόψε γνώρισα έναν άντρα μέσα σε ένα τρένο και τον έκανα δικό μου...
Απόψε ήταν δικό μου μόνο το κουφάρι του και τίποτα άλλο…

Δευτέρα, Οκτωβρίου 30, 2006

Κυνηγός Μερέντας


Πάει καιρός που εκείνος με παρακολουθούσε !Πόσο θα ήθελα να τον βρω , να δω το μέρος που ζει .Το φανταζόμουνα σκοτεινό ...
Ένα μεγάλο σκοτεινό δωμάτιο , καθόλου μοναχικό όμως ! Είναι γεμάτο φωτογραφίες ανυποψίαστων γυναικών που απλώνουν ρούχα , που βάφουν χαρωπές τα νύχια τους στις βεράντες , που τινάζουν τα χαλιά και τις κουβέρτες , που καλούνε φίλες τους και πίνουν καφέ κάποια ηλιόλουστα μεσημέρια ...
Θα ήθελα να τον βρω, να εισβάλλω στο μυαλό του , όπως εκείνος εισέβαλλε στο κορμί μου , όταν το απαθανάτιζε ενώ εγώ ήμουν ανυποψίαστη , δεν θα τον ρωτούσα γιατί το έκανε , ίσως γιατί δεν μπορούσε να εισβάλλει στο κορμί μου διαφορετικά , δεν ξέρω τι γύρευε , δεν ξέρω γιατί πάντα κρυβόταν ...
Χιλιάδες φωτογραφίες πεταμένες στο πάτωμα , ναι τον είχα βρει, ήταν ξαπλωμένος ανάμεσα στις δεκάδες γυναίκες του, στις γυναίκες που παρακολουθούσε τόσο καιρό από τις απέναντι πολυκατοικίες , ήξερε κάθε τους κίνηση , τις αγαπούσε όλες , είχε αγαπήσει την ρουτίνα τους , αφού αυτός δεν είχε ... Ήθελα να ορμήξω πάνω του , ήμουνα τόσο θυμωμένη μαζί του , ήθελα να του φωνάξω το πόσο ανώμαλος μπορεί να ήτανε , όμως δεν το έκανα ...Τον αιφνιδίασα , είχε έρθει η ώρα να του το κάνω κι εγώ , τον πλησίασα και του έκλεισα το στόμα , εκείνος με κοιτούσε τρομαγμένος , έτρεμε, η καρδιά του χτυπούσε δυνατά , άρχισα να τον φιλάω , ενώ από τις φωτογραφίες του , χιλιάδες γυναίκες μας παρακολουθούσαν , ίσως δεν θα μπορούσα ποτέ να καταλάβω γιατί το έκανε , αλλά τώρα ήταν δικός μου , και ήταν τόσο τρομαγμένος ...
Δεν ξέρω γιατί, μα τον είχα ερωτευτεί , έτρεχα κάθε τόσο στο σπίτι του , ήθελα να τον αγγίζω, να τον φιλάω ... Δεν σταμάτησε να παρακολουθεί τους ανθρώπους , δεν σταμάτησε ποτέ να παρακολουθεί τις γυναίκες των απέναντι πολυκατοικιών , δεν θα σταματούσε ποτέ να το κάνει , ήταν το πάθος του, μόνο όταν οι άνθρωποι είναι ανυποψίαστοι είναι αυθεντικοί μου έλεγε ...
Μια μέρα πήγα στο σκοτεινό δωμάτιο μα αυτός έλειπε , έξω από την πόρτα είχε ενοικιαστήριο ... Έφυγε, ίσως γιατί πάντα να προτιμούσε εκείνη την ιδιότροπη μοναξιά του , εξάλλου χιλιάδες ανυποψίαστες γυναίκες τον περίμεναν , σε καινούργια γειτονιά , εκεί θα ήταν πάντα και θα τον περίμεναν στις απέναντι πολυκατοικίες , θα γινόντουσαν τα μοντέλα του, χωρίς παράλληλα ποτέ να το μάθαιναν ...
Έφυγα, ήξερα πως ποτέ δεν θα τον ξαναέβλεπα , πίστευα πως αυτή τη φορά είχα βρει την τεράστια δεξαμενή μερέντας ακριβώς απέναντι από το σπίτι μου, πως αυτή τη φορά δεν θα μου έδιναν λίγη για να γλυκαθώ και μετά θα μου την έπαιρναν , μέχρι τώρα έτσι είχα συνηθίσει ... Πάντα έβρισκα την πιο απίστευτη μερέντα μίλια μακριά από το σπίτι μου , δεν έπαψα ποτέ να είμαι κυνηγός μερέντας , έβρισκα πάντα τις πιο σπάνιες και πιο λαχταριστές μερέντες, και όσο μακριά κι αν ήταν αυτές έκανα πάντα βουτιές μέσα τους και χανόμουνα στα πιο άγρια σοκολατένια όργια , αλλά πάντα ή θα έπρεπε να βγω γιατί είχα μουλιάσει , γιατί είχα λιγωθεί , γιατί θα μου την έπαιρναν και πάντα θα είχα ένα τεράστιο ταξίδι επιστροφής...Ναι κάθε φορά στον ύπνο μου έβλεπα πως κολυμπούσα μέσα στο σοκολατένιο Καραϊβικό αρχιπέλαγος , στη θάλασσα των Σαργασσών που είχε μετουσιωθεί στην πιο γλυκιά και σοκολατένια απόλαυση , τίποτα όμως δεν κράτησε ποτέ παραπάνω από μια στιγμή , έτσι και τώρα πίστεψα για μια στιγμή πως αν έβγαινα στο μπαλκόνι μου θα αντίκριζα την σοκολατένια θάλασσα των Σαργασσών , μα δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένα ακόμα σοκολατένιο όνειρό μου , που τελείωσε πίνοντας έναν πρωινό πικρό καφέ ...

Τρίτη, Οκτωβρίου 24, 2006

Επιτέλους...


Επιτέλους κάθομαι στην κουνιστή καρέκλα μου … Όχι ούτε και τώρα έχω χρόνο , ευτυχώς και δυστυχώς αυτόν τον μήνα δεν μου έφτασε κανένα εικοσιτετράωρο , βάζω για λίγο στην πάντα τις άλλες υποχρεώσεις που τρέχουν , τις συσσωρεύω στη ειδική γωνιά τους , τελικά υπό πίεση λειτουργό καλύτερα …
Δεν έχω χρόνο κι όμως εγώ κουνιέμαι , αλήθεια δεν θυμάμαι τίποτα, ούτε καν τι έφαγα το μεσημέρι, να πάω να δω την κατσαρόλα , το ταψί ; Αχαχαχαχαχα! Όπως πάντα είναι πεντακάθαρα και σκονισμένα!!! Ατελείωτες μηχανικές , μισοκοιμισμένες κινήσεις , τόσα ταξίδια , τόσες δουλειές , τόσες συναντήσεις ,αλλά ο εγκέφαλος κλινικά νεκρός !!! Επιτέλους μαζεμένα λεφτά , σήμερα μου είπαν ότι θα πληρωθώ και για τις περσυνές εργατοώρες μου στο ράδιο ,αυτό τουλάχιστον το θυμάμαι , αχαχαχαχα! Άλλο ένα ξεκίνημα από το μηδέν … Είναι τόσο όμορφες και κουραστικές οι αρχές , δεν με φοβίζουνε όμως έχω κάνει τόσες και τόσες , εμένα φοβάμαι καμιά φόρα… Πώς να μάθεις να δαμάζεις όλα εκείνα που σε κατατρέχουν , πώς να αφήσεις τους παλιούς σου φόβους , και οι γαμημένες αποτυχημένες απόπειρες του παρελθόντος όλο και συσσωρεύονται και στέκουν σαν βουνό πίσω μου , γυρνάω το κοιτάω καμιά φορά και με τρομάζει , είναι τόσο μεγάλο το πούστικο !
Αρχές , αρχές , αρχές … Κάθε αρχή και δύσκολη λένε , δεν ξέρω γιατί ποτέ δεν το ασπάστηκα αυτό , το μοναδικό πρόβλημα μου σε κάθε αρχή μου ήτανε το κατά πόσο καλό ή κακό ήταν το προηγούμενο τέλος… Από τα λάθη μαθαίνεις λένε , κι εγώ εξακολουθώ να επαναλαμβάνω συνεχώς τα ίδια ! Όχι τελικά δεν είναι λάθη που επαναλαμβάνω είναι απλά ο τρόπος που διάλεξα να ζω και να σπαταλώ το χρόνο μου , όσο λάθος κι αν είναι αυτός , είναι ο τρόπος που γουστάρω κι αυτό πρέπει να το πάρω απόφαση … Τι να πω τώρα για τα ταξίδια μου , ότι έγιναν και πάλι τα πιο απίθανα πράγματα, με το να χτυπήσει ο οδηγός του λεωφορείου αυτοκίνητο της ασφάλειας και να περιμένουμε δυο ώρες για να μας τον ξαναφέρουνε πίσω ; Δεν θέλω να επαναλαμβάνομαι το έχω πει τόσες φορές , εμένα τα ταξίδια δεν μου πάνε αλλά εγώ εκεί εξακολουθώ να παίρνω στο λαιμό μου τους συνταξιδιώτες μου !!!
Τουλάχιστον μέσα από όλα αυτά έμαθα και κάτι από αυτό το τελευταίο tour διασχίζοντας και διασταυρώνοντας τη μισή χώρα, για χάρη του έρωτα τελικά ο άνθρωπος μπορεί να κάνει πολλά κι ας το είχα ξεχάσει εγώ εδώ και καιρό …
Όταν είδα τη συμφοιτήτρια μου στη Λάρισα αγκαλιά με τον γκόμενο της τα έχασα για λίγο , τι δουλεία έχεις εσύ εδώ της είπα ; Να μωρέ μου είπε , το αγόρι μου είναι στο Διδυμότειχο , εγώ στον Πύργο και θέλαμε να βρεθούμε και είπαμε να μοιράσουμε την απόσταση …. Μα καλά της λέω και στη Λάρισα που μείνατε , έχεις κανέναν γνωστό ; Τα ξενοδοχεία γιατί υπάρχουν Σοφία , μου είπε γεμάτη απορία !!!
Η Παρασκευή δεν είναι μακριά , πλησιάζει απειλητικά γρήγορα ! Τι ειρωνεία; Σήμερα άδειασα τις βαλίτσες , άντε πάλι από την αρχή , θα καταντήσει ρουτίνα σε λίγο!!! Ακόμα δεν ξέρω αν θα κάνω 300 χιλιόμετρα ή τα διπλάσια , αλλά αν τελικά ο δρόμος με βγάλει στην πρωτεύουσα και όχι στην συμπρωτεύουσα , που προς πρωτεύουσα οδηγούνε όλα , ελπίζω να έχω την ανάλογη υποδοχή και φιλοξενία που είχα στη Θεσσαλονίκη !


Υ. Σ Να ξεκινάς σημαίνει να δαμάζεις ,όλα εκείνα που σου φορτώνουν σπέρμα και μνήμες από τις παλιές χαμένες σου απόπειρες … Γιάννης Αγγελάκας
(Πόσες φορές να το έχω γράψει ; )

Πέμπτη, Οκτωβρίου 19, 2006

Έπος...

Νύσταζε τόσο και δεν υπήρχε τίποτα για να την εμποδίσει να κρατήσει τα μάτια της κλειστά σε όλο το ταξίδι κι ας ήταν ένα από αυτά τα συνηθισμένα της , τα πολύωρα, τα μακρινά ταξίδια ..
Όταν έφτασε όμως μια ώρα νωρίτερα στον προορισμό της , αναρωτήθηκε το γιατί , αλλά είπαμε , νύσταζε τόσο πολύ για να δει την παράκαμψη στην Ναύπακτο και στη Γραβιά , ναι από ότι μπόρεσε να θυμηθεί , ήταν η μέρα που είδε ο Μπράλος κίνηση λόγω των κατολισθήσεων, κι όμως εκείνη είχε φτάσει νωρίτερα και πήγε προς το περίπτερο , πήρε τσιγάρα , πήρε και καπνό, γιατί άλλοτε δημιουργεί κι άλλοτε πάλι απλός βαριέται , ήθελε να χαλάσει τα πράσινα χαρτονομίσματα , ήθελε να κάνει ψιλά για το ταξί … Τον δρόμο για την πιάτσα τον ήξερε καλά , έσυρε όλο χάρη τα ροδάκια της βαλίτσας της πάνω στην βρεγμένη άσφαλτο , και με δυσκολία κατάφερε να την σηκώσει για να την βάλει στο πορπαγκάζ , άνοιξε την δεξιά πίσω πόρτα και γέμισε με τη ζεστή παρουσία της το ταξί , του είπε την διεύθυνση , όχι δεν θα πήγαινε ακόμα στο πατρικό της, αυτό ήταν έκπληξη , πρώτα είχε μια συνάντηση με το παρελθόν της , είχε να πάει εφτά χρόνια εκεί , κι όμως δεν είχε ξεχάσει ποτέ όνομα και αριθμό … Πήρε το βροχερό ταξί , γύρισε το κεφάλι στα δεξιά και κόλλησε τη μύτη της στο τζάμι , στην αρχή σοκαρίστηκε νόμιζε πως απλά δεν είχε δει καλά , κι όμως το σχολείο που έμαθα να συλλαβίζει , είχε ισοπεδωθεί , στη θέση του υπήρχαν μόνο μπάζα, άφησε τους συναισθηματισμούς όμως στα γρήγορα, άλλωστε δεν της ταιριάζουν , πάντοτε ήταν αρκετά κυνική , για να σε πείσει ότι υπήρχαν στιγμές που έβαζε τα κλάματα.. Καιρός ήταν , είπε από μέσα της, το σχολείο ήταν σωστό ερείπιο από την εποχή που πήγαινε κι εκείνη, και δυστυχώς είχε περάσει πολύς καιρός από τότε …
Ακόμα θυμάται τα μάρμαρα στις σκάλες που είχαν λιώσει σαν κεριά , που είχαν σχηματίσει λακκούβες στη μέση , μιας και τα είχαν ανεβοκατέβει τόσα και τόσα πόδια , να και το τελευταίο ήταν και σπασμένο , όχι από τον Κολοκοτρώνη όπως στο Ναύπλιο , αλλά σίγουρα από κάποιον της γενιάς του …
Έφτασε και η μπλε πόρτα άνοιξε , δεν ξέρω αν ποτέ καταφέρει να ξεχάσει την στιγμή.. Πόσο τυχερή ήταν τελικά , μετά από εφτά χρόνια και δυο αγκαλιές ήταν ακόμα εκεί για εκείνην, την περίμεναν , ήταν μεγάλες και ζεστές , και δεν λέγανε να την αφήσουνε, οι τρεις τους και πάλι μαζί , είχαν κάνει έναν μεγάλο κύκλο και ήταν σαν να φώναζαν και οι τρεις , ας μην ξαναπεράσουν αλλά εφτά χρόνια για να ξαναβρεθούμε και την ίδια ώρα που το έλεγαν , ήξεραν πως κάπως έτσι θα ήταν τα πράγματα , μιλούσανε για ώρες ατελείωτες, πίνοντας πικρούς καφέδες , είχαν τόσα να πούνε, άλλα τόσα να θυμηθούν από τα παλιά , εκείνη μετά από εφτά χρόνια είχε γίνει γυναίκα , είχε ρίξει μπόι, τον Γιώργο τον είχε περάσει… Ο Άκης άθικτος , όπως τότε έτσι και τώρα , μα είχε άλλα σημάδια εκείνος , σημάδια χαραγμένα στην ψυχή εδώ και χρόνια, όσο για τον Γιώργο πια δεν ήταν 18 με μακρύ μαλλί , ούτε άκουγε reggae , ήταν 25, χωρισμένος μετά από 5 χρόνια σχέσης που ήταν μια ιστορία σκέτη Παπακαλιάτης , χωρίς σταθερή δουλειά , και το κυριότερο χωρίς μια τρίχα στο κεφάλι … Εκείνη είχε πάθει σοκ , τον είχε αφήσει μακρομάλλη και τον έβρισκε καραφλό , τον έβλεπε γερασμένο , κι όμως δεν άργησε να καταλάβει ότι παρόλες τις ρυτίδες και το μεγάλο μέτωπο , είχε ακόμα απέναντι της , τον Γιώργο της … Θέλανε να κάνουνε συγκρότημα , να γίνουνε Rock σταρ, εκείνη γελούσε μαζί τους , γιατί νόμιζε πως της έκαναν πλάκα ! Όταν κατάφερε να συνέλθει από τους πόνους στην κοιλιά της , που της είχε προκαλέσει το ακατάπαυτο γέλιο , τους κοίταξε με απορία στα ματιά και τους είπε … Μα είστε σοβαροί ; Ποιος ξεκινάει συγκρότημα στα 25 του είστε παππούδια ρε μαλάκες , πάρτε το χαμπάρι τους φώναξε, μέχρι τα τριάντα πρέπει να έχετε ψοφήσει από την πολλή πρέζα , εμείς θα γίνουμε σαν τους Rolling stones , είπε ο Άκης και γελούσε δυνατά… Ήξεραν ότι η πιτσιρίκα τους δούλευε , μια ζωή την είχανε στο πείραγμα που ήτανε τσουτσέκι και τώρα ήρθε η σειρά της να τους βγει από πάνω, μα δεν άργησε κι εκείνη να καταλάβει ότι αυτό που λέγανε το εννοούσανε , κι αυτό είχε σημασία, θέλανε να παίζουνε μόνο για την πάρτη τους κι αυτό το είχαν καταφέρει ήδη για τα καλά ..
Ένας , ένας άρχισαν να αποχωρούν από το σπίτι , μέχρι που άδειασε εντελώς …
Δεν έκατσε ούτε 48 ώρες , στην πόλη με την περισσότερη υγρασία που δεν έχει θάλασσα, αφού πήγε στο κανονισμένο ραντεβού με τον γιατρό της , κι αφού της επιβεβαίωσε ότι όλα όσα της είχαν πει στο νοσοκομείο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν μαλακίες , πήρε ένα τρένο κι έφυγε βιαστικά , όσα χρόνια και να περάσουνε πάντα ο βορράς θα την κάνει να αισθάνεται ελεύθερη , κι ας καταδικάζει τον εαυτό της στον αέρα του νότου … Έφτασε στο γνωστό σταθμό , καμία αίσθηση πια, κανένα ρίγος , κατάντησε ρουτίνα , όμως κάθε επάνοδο της στη Θεσσαλονίκη , ήταν και μια καινούργια ιστορία , ένα μικρό κι όμορφό παραμύθι !Στα δεξιά της την περίμενε εκείνος ήταν ο ψυχολόγος της , τον αναγνώρισε αμέσως , εκείνη το έπαιζε χαλαρή, (μάλλον θα ήταν), εκείνος πάλι νόμιζες πως ήθελε να κρυφτεί πίσω από τα γυαλιά του , δεν έκρυβε την αμηχανία του … Δεν την βοήθησε με τα πράγματα , δεν της το πρότεινε καν , πήρανε το 10 .. Στο λεωφορείο της πρότεινε να κάτσει κι εκείνος έμεινε όρθιος από πάνω της να στέκεται και να την κοιτάει, την πείραζε για τα τεράστια σκουλαρίκια της , ενώ εκείνη τον σκανάριζε από πάνω μέχρι κάτω, το κινητό της χτυπούσε ασταμάτητα , λίγο πριν κατέβουν στην Καμάρα εκείνη τον κοίταξε και είπε …Όρε γλέντια! Άφησε τα πράγματα της στην φίλη που βρίσκεται στη Σβώλου και είναι πάντα εκεί , αγκαλιαστήκανε στα γρήγορα , της πρότεινε να πάνε για καφέ μαζί με τον καινούργιο φίλο της , τον πολυτεχνίτη που τα παράτησε όλα μετά από χρόνια για να γίνει ψυχολόγος και που περίμενε από κάτω, αυτή την πήγε στην κουζίνα και της έδειξε ότι έκανε την πρώτη της προσπάθεια να φτιάξει μουσακά και ότι δεν μπορούσε να αφήσει το φαί στη μέση , εκείνη δεν είπε τίποτα κι έφυγε, θα γύριζε βέβαια το βράδυ για να δοκιμάσει τον υπέροχο μουσακά της φίλης της …Ένας καφές στην Ροτόντα , πάντα επιβάλλεται , ήθελε να πάει στο «Ξάγναντο»όμως δυστυχώς είχε κλείσει , μάλλον είχε καιρό να ανέβει προς τα εδώ … Δεν σταματούσε να την πειράζει σε όλη την διάρκεια του καφέ , της είπε να μην τον παίρνει στα σοβαρά , κι ότι το πείραγμα του απλώς ήταν ένας τρόπος για να ξεπεράσει την αμηχανία του , αυτή πάλι δεν τον πίστευε , όπως κάνει πάντα με τις συμπεριφορές των ανθρώπων , κρίνει εξιδίων τα αλλότρια , και όπως έμαθε αργότερα και από τον άντρα που καθότανε απέναντι της , αυτό που έκανε λεγότανε αιτιολογικός προσδιορισμός , σε μια πιο επιστημονική γλώσσα … Δεν είχε περάσει ούτε μια ώρα που καθόντουσαν εκεί ανυποψίαστοι και ξαφνικά έσκασε μύτη η ψηλή ξαδέλφη της , είχε το γνωστό στυλάκι της δικηγόρας , της έλεγε πόσο καλά θα περάσουνε στις εκλογές , και πόσο λίγο θα την χρειαστεί , τι ειρωνεία , τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά (μερικές φορές , ούτε η ηλικία , μα ούτε και τα πτυχία , μας δίνουν την απαραίτητη εξυπνάδα , που απαιτείτε να έχουμε για να τα βγάζουμε πέρα σε αυτή την μπαμπέσα κοινωνία , ένα να ξέρετε , όλη την δουλεία του 1384 στην Νεάπολη , την έβγαλε η κοπέλα με τα μεγάλα σκουλαρίκια …) Οι μέρες που επακολούθησαν ήταν βασανιστικές , που να ήξερε η άμοιρη όταν πήγαινε ότι είχε να κάνει με άχρηστους , που να ήξερε , ότι αυτή η εμπειρία θα της έμενε όντως αξέχαστη σαν μια από τις χειρότερες της ζωής της , που να ήξερε ότι θα πάθαινε τόσο χοντρή ζημιά , που δεν θα ήθελε να ξαναδεί στη ζωή της κάλπη , και παραβάν , και από ότι όλα δείχνουν , μάλλον θα έκανε χρόνια να πάει και να ψηφίσει …
Όλες αυτές τις μέρες , έτρεχε και δεν έφτανε μια κοιμόταν στην Παπάφη, μια στην Δελφών , όσο για το κοιμότανε, τρόπος του λέγειν , μιας και δεν είχε κοιμηθεί πάνω από πέντε ώρες, τα τρία τελευταία εικοσιτετράωρα , κι όλοι την μάλωναν , κι όλο αυτή θύμωνε , που δεν μπορούσε να γίνει χίλια κομμάτια ... Ξημέρωνε Τρίτη εκείνη κοιμότανε , άρρωστη και συναχωμένη κι όμως έκανε έναν από τους καλύτερους ύπνους της ζωής της , δεν είχε καταλάβει πως έγιναν όλα , αλλά ένιωθε πανέμορφα , ένιωθε ευτυχισμένη , κι ας ψηνότανε στον πυρετό κι ας μην του έλεγε τίποτα , καθόταν και τον χάζευε ενώ εκείνος κοιμότανε, οι μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια του δεν έλεγαν να φύγουν , ήξερε ότι είχε ταλαιπωρηθεί εξαιτίας της και γύρισε και του ψιθύρισε ένα συγνώμη στο αυτί, ένα συγνώμη που δεν άκουσε ποτέ … Χτύπησε το τηλέφωνο , ο αδελφός του είχε μπει στο αεροπλάνο , σε λίγο θα ερχότανε , ένιωσε για λίγο τρομερά άτυχος , αλλά μάλλον είχε βιαστεί … Το πότε βρεθήκανε στο 31 με άλλα κλειδιά στο χέρι , και με μια διάθεση για εξερεύνηση του άλλου σπιτιού στο Βαρδάρη , δεν το κατάλαβαν , μιλούσανε με τόσο πάθος , κοιταζόντουσαν στα μάτια , γελούσαν ασταμάτητα , που και που εκείνος της έπιανε το χέρι , είχε έρθει η ώρα να νιώσει εκείνη αμήχανα , μπουγάτσα με κρέας της είπε στο αυτί κι εκείνη έπεσε κάτω από τα γέλια , εκείνος κατάλαβε πως είχαν περάσει τη στάση που έπρεπε να είχαν κατεβεί, την έπιασε από τη μέση την σήκωσε και της είπε ότι έπρεπε να κατέβουν τουλάχιστον στην επόμενη … Σταμάτησαν στην στάση που είναι απέναντι από τα δικαστήρια, αν τους έβλεπε κάποιος από μακριά ήταν και οι δυο στον κόσμο τους , για αυτούς τίποτα δεν ήταν αδύνατο , έμοιαζαν τελικά τρομακτικά πολύ , λες κι εκείνη η στιγμή ήταν αφιερωμένη , λες κι ο ένας αφιέρωνε εκείνη τη στιγμή του ολοκληρωτικά στον άλλο , δεν υπήρχε τίποτα άλλο για αυτούς τριγύρω , ναι ήταν στον Βαρδάρη περιτριγυρισμένοι από δεκάδες τεράστιες κόκκινες ταμπέλες από κέντρα αδυνατίσματος , όταν εκείνος τη σταμάτησε και σε μια κρίση αυθορμητισμού της είπε , αρχίζω και σε ερωτεύομαι , δεν του απάντησε, τον κοίταξε στα μάτια , γέλασε και χάθηκε στην αγκαλιά του … Τα επόμενα λεπτά ήταν από αυτά που ήθελε να τα κλειδώσει βαθιά μέσα στην μνήμη της , τα μάτια της έλαμπαν διαρκώς κι αυτό είχε πολλά χρόνια να το ζήσει , φτάσανε στην είσοδο της πολυκατοικίας , όταν κατάλαβαν ότι το ασανσέρ ήταν υπό κατασκευή , και το σπίτι στον έκτο, δεν κώλωσαν , ανέβηκαν από τις σκάλες και ίσως κατάλαβαν ότι έπρεπε να πέσουν και οι δυο τους από τα τρία πακέτα πια που κάνανε την ημέρα τουλάχιστον στο ένα !
Το σπίτι του αδερφού του ήταν όντως χλιδάτο , τελικά το ρεύμα είχε έρθει και θα τον βρίσκανε στην Αριστοτέλους για να του δώσουν τα κλειδιά από το καινούργιο του σπίτι … Εκείνη ήξερε καλά πως είναι να είσαι μαύρο πρόβατο , αλλά ήξερε ακόμα καλύτερα πως είναι να έρχεται η ώρα που κάποιος άλλος παίρνει τη θέση σου … Δεν ήταν σίγουρη γιατί ακριβώς τον θαύμαζε , ίσως και για τίποτα, ήταν ακόμα αρκετά επιφυλακτική , ήταν ακόμα πληγωμένη , ήθελε να αφήσει τα μάτια της να δούνε καθαρά , στο παρελθόν θαύμαζε σκουπίδια , ώσπου μια μέρα από την μπόχα έπαθε ασφυξία , δεν ήθελε να κάνει και πάλι το ίδιο λάθος …Μπήκανε στο μαγαζί εκεί Ερμού με Αριστοτέλους , που δούλευε μια φίλη και συμφοιτήτρια του … Τελικά ήταν τόσο όμορφη όσο της την είχε περιγράψει , μόνο με την παρουσία της γέμιζε όλο το μαγαζί , πανέμορφη , με μια λάμψη στα μάτια , την παρατηρούσε πως κινιότανε μέσα στο μαγαζί , δεν μπορούσε να μην την συμπαθήσει , ήταν ένα αξιολάτρευτο πλάσμα … Μετά ήρθαν και άλλοι δυο τύποι , που αν τους έκοβες από φάτσα και μόνο , έλεγες δεν πάω πουθενά , πουθενά εδώ θα μείνω … Ο ένας ήταν από το Βόλο, του 81 , πήγαινε και στο 5 λύκειο ήξερε και τον Γιώργο που μένει στην Μητροπόλεως , αλλά και τον ξάδερφο του στην Αγγλία , βασικά ήξερε πολλά , και απλά εκείνη είχε καταλάβει το πόσο μικρός ήταν ο κόσμος τελικά ! Τα γνωστά αστειάκια δεν έλειψαν, αιώνια κόντρα , έχουνε και σπίτι στην παραλία λένε οι Λαρισαίοι είπε εκείνος , μόνο που απέχει 40 χιλιόμετρα από το σπίτι τους !
Την επόμενη θα έφευγε , είχε έρθει η ώρα κι όμως δεν ένιωσε λύπη , μονάχα χαρά που είχε καταφέρει και είχε γνωρίσει για ακόμη μια φορά αξιόλογους ανθρώπους …
Στο σταθμό καθόντουσαν απέναντι και πίνανε όχι τον τελευταίο τους καφέ , αλλά τον πρώτο , την κοιτούσε συνεχώς στα μάτια , εκείνη που και που κοιτούσε το ρολόι του σταθμού για να μην χάσει το τρένο αν και θα το ήθελε να το έχανε για πάντα , πόσες φορές δεν είχε νιώσει το ίδιο συναίσθημα , στο συγκεκριμένο σταθμό … Τελικά πήγε και πήρε την υπόσχεση στον Βαρδάρη και ήταν η ώρα να γυρίσει πίσω , στα χέρια της είχε ένα βιβλίο του Κούντερα «Γελοίοι Έρωτες» της το έδωσε για να το διαβάσει στο ταξίδι , της είχε τσακίσει και την σελίδα από την οποία έπρεπε να αρχίσει να διαβάζει πάνω στο τρένο , σελίδα 87. Εκείνος αφού είχε στρίψει το τσιγάρο κρατούσε στα χέρια του ένα χαρτομάντιλο , όχι για να της το κουνήσει όταν θα έφευγε , αλλά τον είχε κολλήσει άσχημα, ψηνότανε στον πυρετό κι όμως ήταν εκεί , την ανέβασε στο τρένο , δεν έφυγε μέχρι να την πάρει το τρένο μακριά του , εκείνη τον κοίταζε συνέχεια στα μάτια , μέχρι που χάθηκε …. Στο τρένο άρχισε να διαβάζει από την σελίδα 87 , είχε χαθεί κι όμως ήταν σαν να ήτανε εκείνη το κορίτσι του ωτο-στοπ !
Όταν έφτασε στον προορισμό της , στην πόλη που έχει τρομερή υγρασία , αλλά δεν έχει θάλασσα , την περίμενε ο πατέρας της , έτρεξε και να τον αγκάλιασε όσο πιο σφιχτά μπορούσε , εκείνος τα έχασε δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί η μικρή του κόρη τον αγκάλιαζε τόσο σφιχτά και ίσως ούτε ήθελε να μάθει , όμως ήταν χαρούμενος , που την έβλεπε να λάμπει … Της είχαν απομείνει 3 μέρες ακόμη για να απολαύσει τα μητρικά χάδια .. Θυμάται τόσα πολλά που έζησε μέσα σε αυτό το σπίτι από τότε που ήταν τοσοδούλα και αρρώσταινε , η μάνα της δεν έλειψε ποτέ από το προσκέφαλο της και ούτε τώρα έλειπε … Έπρεπε να πάρει δυνάμεις γιατί ήξερε πως το Σάββατο είχε ταξίδι στην πρωτεύουσα, γιατί ήξερε ότι τώρα όλα αρχίζουν !

Τετάρτη, Οκτωβρίου 11, 2006

Έφυγα !

Φουλάρισα το iPod , και είμαι έτοιμη για αναχώρηση ! Σαλόνικα σου έρχομαι ! Γιούχου!!!!

Αφού με έσπειρε μια μοίρα αυτοκρατόρισσα
μήτρα με γέννησε αρχαία Μακεδόνισσα
μ' άδεια φαρέτρα πολεμάω το χειμώνα
από το κάστρο στην καρδιά του Πλαταμώνα
Αφού με φέρνει μονοπάτι φαναριώτικο
ένα σοκάκι με κρατάει σαλονικιώτικο
έλα ένα βράδυ την υπόσχεση να πάρεις
πριν να τη σβήσει με σφουγγάρι ο Βαρδάρης
Σ' αναζητώ
Σ' αναζητώ στη Σαλονίκη ξημερώματα
λείπει το βλέμμα σου απ' της αυγής τα χρώματα
σ' αναζητώσ' αναζητώ μ' ένα βιολί κι ένα φεγγάρι
λείπει το όνειρο εσύ και το δοξάρι
Αφού μεθάω μ' ένα κρασί αγιονορείτικο
και μ' ένα ντέρτι σεκλετίζομαι πολίτικο
βρες το μαχαίρι που στα δύο μας χωρίζει
κι έλα εδώ στων στεναγμών το μετερίζι
Αφού στον Όλυμπο οι Θεοί τ' αποφασίσαν
εδώσαν στο κρύο τα κλειδιά κι αυτοκτονήσανε
μόνη ξυπνά μόνη κοιμάται τώρα η μέρα
με μηχανάκι με κομπιούτερ και φλογέρα
Σ' αναζητώ
Σ' αναζητώ στη Σαλονίκη ξημερώματα
λείπει το βλέμμα σου απ' της αυγής τα χρώματα
σ' αναζητώ
σ' αναζητώ μ' ένα βιολί κι ένα φεγγάρι
λείπει το όνειρο εσύ και το δοξάρι

Σάββατο, Οκτωβρίου 07, 2006

Εφηβικές μνήμες …

Αυτό το post αφιερώνεται στον Άκη , τον Μιχάλη και το Γιώργο … Τι κι αν έπιασε ο καθένας μας από μια άκρη σε αυτόν τον πλανήτη, όπου βρήκε ο καθένας μας , όπου μας χωρούσε καλύτερα, όπου βολευτήκαμε , έχουμε τόσα να μας φέρνουνε και πάλι κοντά …Σήμερα σήκωσα το τηλέφωνο και με μιας ξεθάφτηκαν οι στιγμές που σπαταλήσαμε πριν από εφτά χρόνια μαζί …
Για μένα έτσι κι αλλιώς τα εφηβικά μου χρόνια δεν είναι τίποτα άλλο, από Άκης –Μιχάλης – Γιώργος και οι στιγμές που σπαταλήσαμε τότε με όλη την παλιό παρέα που έχει χαθεί χρόνια τώρα ! Όταν σήκωσα το τηλέφωνο και ήσουνα εσύ, το πρώτο πράγμα που κάναμε και οι δύο ήταν να βάλουμε τα γέλια , μετά από 7 χρόνια αξιώθηκες να διαβάσεις , τον τόμο, το έπος που είχα γράψει για πάρτη σου και για τις στιγμές μας τότε , μετά από εφτά ολόκληρα χρόνια από τότε που στον είχα χαρίσει τώρα αξιώθηκες να τον διαβάσεις αχαΐρευτε … Καθώς το διάβαζες έβαλες τα γέλια , αλλού έκλαψες , αλλού εξαγριώθηκες , δεν άντεξες και με πήρες τηλέφωνο … Αλήθεια πόσα χρόνια έχουμε να μιλήσουμε ;Πόσα χρόνια έχω να δω εσένα , το Μιχάλη , το Γιώργο ; Το καλύτερο σενάριο μου είπες ,αν γινότανε ταινία θα πουλούσε τρελά φώναξες , κι όμως δεν ήταν τίποτα άλλο από στιγμές μας , δεν ήταν τίποτα άλλο , από όλα αυτά που ζήσαμε τότε μαζί , δεν είναι τίποτα άλλο από το πώς έβλεπα εγώ όλες εκείνες τις στιγμές μας …
Μετά ήθελες να πάθεις κατάθλιψη και δεν άντεξες και ξέθαψες τις κασέτες , τι κόλλημα είχαμε φάει με τις κάμερες τότε ; Η δικιά μου από ότι θυμάσαι ήταν καλύτερη και ζήλευες γι’ αυτό, θυμάσαι τότε που σου χτύπησα την πόρτα να σε μπουγιελώσω κι εσύ άνοιξες με την κάμερα στο χέρι και μετά την στεγνώναμε με το πιστολάκι ;Θυμάσαι τότε που ήμασταν ξαπλωμένοι στο χορτάρι, δίπλα στις όχθες του Πηνειού; Τότε μπορούσαμε και καταλαβαίναμε τα μυστικά που μας ψιθύριζε το ποτάμι, η υγρασία μας τρυπούσε τα κόκαλα , θυμάσαι ; Ήρθε η ώρα και γυρνάμε δειλά στη γέφυρα.. Ναι θα ανεβείς στο λόφο όπως παλιά, θα κλείσεις τα μάτια και θα μυρίσεις λιβάνι από τον Άγιο Αχίλλειο, και θα έρθω κι εγώ να σου πω το μυστικό στο αυτί (Μια τούρτα είναι η ζωή και η Α.Ε.Λ το κερασάκι … )Θυμάσαι το τραγούδι που μου αφιέρωσες 17/07/1999 ; Θα το έχω και να το λέω πάντως ο πρώτος μου μεγάλος εφηβικός έρωτας , μου την έπεσε με Anathema , θυμάσαι ;Εγώ να είσαι σίγουρος δεν ξέχασα ποτέ αυτούς τους στίχους , θυμάσαι που το έμαθα και στο έπαιζα και στην κιθάρα ; Τότε μου το είχες αφιερώσει εσύ , τώρα ήρθε η σειρά μου …

PARISIENNE MOONLIGHT

I fell I know you
I don’t know how
I don’t know why
I see you feel for me
You cried with me
You would die for me

I know I need you
I want you
To be free of all the pain
You have inside
You cannot hide
I know you tried
To be who you couldn’t be
You tried to see inside of me

And now I’m leaving you
I don’t want to go
Away from you

Please try to understand
Take my hand
Be free of all the pain
You hold inside
You cannot hide
I know you tried
To feel

Θυμάσαι τότε 28 Οκτωβρίου του 99 στο τσιπουράδικο που είχα γίνει λιάρδα ; Ήταν το πρώτο μου μεθύσι , το θυμάσαι ; Θυμάσαι πόσες φορές πήγε να με σκοτώσει ο Γιώργος με την μηχανή , πόσο τρελός ήτανε ;
Θυμάσαι τότε στον οίκο νυφικών «Αθηνά» , που τον είχαν οι γονείς του Αντρέα και έπαιρνε τα κλειδιά και ανεβαίναμε καμιά δεκαριά άτομα και τα πίναμε μέσα στα σκοτάδια , ανάμεσα στα νυφικά , τι φάσεις Θεέ μου ..
Θυμάσαι τη μάνα μου που φώναζε , που έκανα παρέα με εσάς τους μαντράχαλους ;
Αλήθεια εκείνα τα χρόνια δεν πρόκειται να τα ξεχάσω ποτέ , ήταν τελικά τα πιο έντονα και αθώα χρόνια της ζωής μου …
Αφού μιλήσαμε , πάνω από 4 ώρες στο τηλέφωνο , αποφάσισες να φτιάξεις το δικό σου μπλοκ , ελπίζω να μην παραλήψεις να αναφέρεις ότι αν δεν ήμουνα εγώ να σου ανοίξω τα μάτια , ακόμα θα με ρωτούσες με απορία , τι είναι αυτό το πράγμα !
Ξέρω ότι είσαι κατεστραμμένος , όπως όλοι μας έτσι κι αλλιώς , ξέρω ότι μπορεί τα κείμενα σου να με ψυχοπλακώσουνε , αλλά εκτονώσου , τώρα που σου δίνεται η ευκαιρία εκτονώσου, σου λέω , έλα μην αργείς , περιμένω το πρώτο σου post , μην με απογοητεύσεις !!!
Μην πεις τίποτα στον Γιώργο , η έκπληξη θα γίνει την Τετάρτη όπως κανονίστηκε , όσο για τον Μιχάλη , ξέρεις ότι ήταν ο λατρεμένος μου , δεν το συζητώ ότι θα πάμε Λονδίνο , χωρίς να ξέρει ότι θα σκάσω μύτη κι εγώ ! Έτσι κι αλλιώς η τραγική σύμπτωση είναι ότι συνάντησα τον αδερφό σου τέλη Αυγούστου την ώρα που τρώγαμε την ταλαιπωρία για ένα διαβατήριο τότε έβγαζα το διαβατήριο για το ταξίδι στο Λονδίνο που τελικά όμως ακυρώθηκε με τον χειρότερο τρόπο , αλλά τελικά είδες πως τα φέρνει καμιά φορά , η μπαμπέσα η ζωή; Λοιπόν αρκετά ,μου θύμισες τώρα άντε , ξέρω ότι εσύ έχεις πολύ περισσότερο υλικό από εμένα , αλλά κοίτα κακομοίρη μην με κάνεις ρεζίλη και βγάλεις τίποτα με τα μαύρα χάλια που είχα τότε , σε απειλώ έχω κι εγώ , ειδικά τότε που είχα χάσει το στοίχημα και σου έδωσα το πλαστό δεκαχίλιαρο με τον Παπανικολάου κι εσύ δεν πήρες πρέφα τίποτα , και άλλα τόσα , γι’ αυτό σου λέω, πρόσεχε !

The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked.  The second time I told my story, I felt on...