Δυσκολεύομαι να
προσδιορίσω χρονικά την πρώτη απομυθοποίηση της παιδικής μου ηλικίας αλλά
πρέπει να ήταν ανάμεσα στα τέσσερα με πέντε μου χρόνια , γιατί θυμάμαι ότι
είχαμε μετακομίσει στο νέο μας σπίτι. Πλησίαζε πρωτοχρονιά και το είχαμε
συνήθειο να ανταλλάσουμε δώρα μαζί με τη γιορτή του μπαμπά. Τα δώρα τα βρίσκαμε
με την αλλαγή του χρόνου κάτω από το δέντρο
και εκείνη τη χρονιά είχα ζητήσει από τον Άγιο Βασίλη να μου φέρει το
σκυλάκι Go-go.
Λίγες μέρες πριν
όμως συνέβει εκείνο το αναπάντεχο γεγονός που άλλαξε ριζικά την μετέπειτα ζωή
μου, αφού από τόσο μικρή ηλικία έπρεπε να συμβιβαστώ με την ιδέα ότι δεν
υπάρχει Άγιος Βασίλης και ότι γενικά τα περισσότερα πράγματα που μας έλεγαν οι
μεγάλοι ήταν απλά παραμύθια ...
Σίγουρα θυμάμαι
ότι εκείνα τα Χριστούγεννα ήταν ζεστά όπως και όλα της παιδικής μου ηλικίας,
λες και τότε δεν μπορούσε η παιδική ψυχή να αντιληφθεί το κρύο, ούτε σε ψυχές,
ούτε σε ανθρώπους αλλά ούτε και πουθενά στο χώρο. Απαρχές της δεκαετίας του
ενενήντα εξάλλου τότε όλα φάνταζαν δυνατά έτσι όπως φαντάζουν στα περισσότερα
πεντάχρονα σκέφτομαι, σε οποιαδήποτε δεκαετία κι αν μεγαλώνουν. Τα παιδιά πρέπει πάντα να έχουν δικαίωμα στο
όνειρο, το παραμύθι του Άγιου Βασίλη και τα ζεστά Χριστούγεννα. Όλες οι αναμνήσεις τους πρέπει
να είναι γεμάτες γλύκα και ζεστασιά γιατί αν δεν μπορούμε να εξασφαλίσουμε ούτε αυτό, τότε η πίκρα μέσα μας θα γίνει μεγαλύτερη και
από το χαλασμένο καρύδι στο χοντρομπαλούτσικο μελομακάρονο της θείας.
Τότε ακόμα
φώναζα «Για! Γιάκα- γιάκα –γιαγιάκα» και
αυτές με γέμιζαν με καλούδια και δώρα και πρέπει να ήταν και τα τελευταία
Χριστούγεννα που χάρηκα και τους δυο παππούδες μου . Τότε που όλα συνέβαιναν μέσα
μας και τα επεξεργαζόμασταν με το αθώο μας βλέμμα , τότε που όλοι ονειρεύοτανε αυτό που θα γίνουμε όταν μεγαλώσουμε εκτός από εμάς.
Ένα βράδυ λοιπόν λίγες μέρες πριν από την Πρωτοχρονιά ο κατά τρία χρόνια μεγαλύτερος αδερφός μου
με φώναξε να πάω στο δωμάτιο των γονιών μας. Τώρα θα σου δείξω ότι δεν υπάρχει
Άγιος Βασίλης είπε, άναψε το φως και κατευθύνθηκε προς την ντουλάπα την οποία
και άνοιξε. Εγώ κοιτούσα απορημένη για να δω τι θα βγάλει από μέσα. Με δυο κουτιά
στα χέρια, μου λέει. Να κοίτα εδώ, δεν βλέπεις τι γράφει εδώ; Κλαουδάτος
γράφει. Κ Λ Α Ο Υ Δ Α Τ Ο Σ !Δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης όπως σου είπα. Η μαμά με
τον μπαμπά πήγανε και μας αγόρασαν τα δώρα από τον Κλαουδάτο και όταν έρθει η
πρωτοχρονιά απλά θα τα βάλουνε κάτω από το δέντρο. Η απογοήτευση μου, δεν
περιγράφεται με λόγια. Υποσχέθηκα στον αδερφό μου να μην πω τίποτα και σε
κανέναν για αυτή τη μεγάλη αποκάλυψη και όντως δεν είπα αλλά αυτή η αλήθεια με
έτρωγε μέσα μου.
Τα δώρα ήταν στη γνωστή τους θέση το βράδυ της Πρωτοχρονιάς
και ο «Άγιος Βασίλης» είχε διαβάσει το γράμμα μου και είχε στείλει το σκυλάκι gogo
, που όμως από ότι θυμάμαι δεν
χάρηκα καθόλου, γιατί τότε ήξερα. Ήξερα ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης και ότι οι Πρωτοχρονιές δεν θα ήταν ποτέ ξανά ίδιες!