Να γράψεις μια ιστορία. Κοίτα να γράψεις μια καλή ιστορία. Με αρχή, μέση και τέλος. Να γράψεις γι αυτούς που πήρανε πίσω αυτό που τους άξιζε αλλά και γι αυτούς που αν και δεν τους άξιζε το πήραν. Καλό- κακό, τι σημασία έχει; Πήραν αυτό που δεν τους άξιζε.
Τι ωραία που το έγραφε, "η μεταμέλεια φοράει ξυλοπάπουτσα" ακόμα το θυμάμαι.
Η ΜΕΤΕΜΕΛΕΙΑ ΦΟΡΑΕΙ ΞΥΛΟΠΑΠΟΥΤΣΑ
Με φόρτωσε τόσες ανασφάλειες κάποτε, που να φανταζότανε ότι θα το πλήρωνε εκείνος πιο ακριβά κι από εμένα. Πήρε αυτό που του άξιζε. Να γράψεις, μα που όρεξη για γράψιμο τέτοιες μέρες. Ξυπνώ και περπατάω, πρέπει να γράφεις για τους πολλούς, οι παπαριές σου πρέπει να αφορούν κι άλλους. Όσο περισσότερος χρόνος περνάει , τόσο πιο πολύ αγαπώ και εκτιμώ τους ανθρώπους που σιωπούν και πιάνουν τη γωνιά τους. Ναι έναν μουγκό θα ψήφιζα, ενάν μουγκό με χαμηλωμένο βλέμμα, κάποιον που θα καθότανε σε μια γωνιά και απλά θα έκανε τη δουλειά του. Θα άκουγε τους άλλους να μιλούν και να ξερνούν την ανυπέρβλητη βλακεία τους κάθε λίγο και λιγάκι, μα δεν θα μιλούσε, δεν θα μπορούσε να μιλήσει πια, δεν θα είχε νόημα πια, θα ήταν εκεί στη γωνιά του και θα' κανε τη δουλειά του.
Ονειρεύομαι μια κοινωνιά στο mute. Να μιλούν όλοι αυτοί οι άθλιοι αλλά κανείς να μην μπορεί να τους ακούσει, να μείνουν εκεί και να μιλούν στους εαυτού τους κι αυτό να φτάνει. Να φτιάχναμε ένα ίδρυμα και να τους βάζαμε μέσα, να τους δίναμε να διαχειρίζονται και λεφτά από τη Monopoly, μπάχαλο θα τα κάνανε και πάλι. Ποια ανηφόρα να ανέβεις και σε ποια κατρακύλα να ελπίζεις, ποια άνοιξη; Το σήμερα, ραντισμένο χωράφι...