Τετάρτη, Ιανουαρίου 18, 2012

I can't escape myself



So many feelings
pent up in here
Left alone I´m with
the one I most fear
I´m sick and I´m tired
of reasoning
Just want to break out
Shake off this skin

I can´t escape myself

All my problems 
loom larger than life
I can´t swallow 
another slice
Seems like my shadow
marks every stride
And I learn to live with
what´s trapped inside

I can´t escape myself

So many feelings
pent up in here
Left alone I´m with
the one I most fear
I´m sick and I´m tired
of reasoning
Just want to break out
Shake off this skin

I can´t escape myself
I can´t escape myself
I can´t escape myself 

Φόβε,μπάτσε της σκέψης
δεν έπρεπε να αφήσω
εσένα να διαλέξεις

Σάββατο, Ιανουαρίου 14, 2012

Αδιαβατικός χώρος


11-1-2012 Βελίκα Λάρισας- Τη φωτογραφία την τράβηξα με το κινητό μου :)

Νομός Λάρισας και τουρισμός
Μαμ, κακά και νάνι και σεξ και οργασμοί. Ένστικτα και ανάγκες και iPhone.Υποκρισίες και μοναξιά. Δυστυχία, νευρώσεις, με και χωρίς δανεικά υλικά αγαθά .Έτσι κι αλλιώς σε είχανε πείσει, πως το να κυνηγάς την ευτυχία είναι σαν να κυνηγάς ανεμόμυλους .Σταμάτα λίγο και σκέψου και δημιούργησε πέρα από τις λέξεις .Ξέρεις οι λέξεις αντανακλούν ιδέες.Φτιάξε γέφυρες με το μυαλό, με ποιήματα, με χέρια, με μπετόν, με σίδερα, δείξε και στους άλλους,πέρνα απέναντι. Ποτέ δεν ήταν η ευτυχία εκεί που την έψαχνες. Δεν είσαι δυστυχισμένος επειδή δεν έχεις μεγάλο αυτοκίνητο, είσαι γιατί τώρα που στο πήρανε κατάλαβες το πραγματικό κενό σου.

11-1-2012 Βελίκα Λάρισας-- Αυτό δεν είναι ευτυχία;
Θέλω μια σταγόνα βροχής να χοροπηδήσει πάνω στο πρόσωπο μου,θέλω μια γάτα να γουργουρίσει στην αγκαλιά μου , θέλω να αφήσω τα όνειρα μου να πάρουνε εκδίκηση.
Θέλω να ζήσω ελεύθερη και ευτυχισμένη…είμαι σίγουρη ότι το θες κι εσύ...

Καλή χρονιά σε όλους έστω και καθυστερημένα  

Το Οριζόντιο ύψος


Kείμενο του Αργύρη Χιόνη, που έφυγε λίγο πριν τελειώσει το 2011. Είναι απ' τη συλλογή , "Το οριζόντιο ύψος και άλλες αφύσικες ιστορίες" (Εκδόσεις Κίχλη, 2008).
Το Οριζόντιο ύψος

Μια φορά κι έναν καιρό, πλάι σ' ένα πανύψηλο, υπερήφανο κυπαρίσσι, ζούσε μια ελάχιστη, ταπεινή αγριάδα, που ζήλευε το μπόι του κυπαρισσιού κι ήθελε να το φτάσει, γι' αυτό και τεντωνότανε αδιάκοπα στις άκρες των ριζών της, πασχίζοντας να σηκωθεί πιο πάνω από το χώμα.

Μάταιη προσπάθεια και αρκετά οδυνηρή, γιατί, κάθε φορά που έκανε αυτήν τη γυμναστική, για μέρες μετά, την πόναγε ανυπόφορα η μέση της.

Το κυπαρίσσι, που παρακολουθούσε αφ' υψηλού τον αγώνα της αγριάδας, σειόταν και λυγιόταν καμαρωτό και της έλεγε υπεροπτικά, με προφορά σχεδόν εγγλέζικη, της Οξφόρδης: "Δεν γνωρίζετε τι χάνετε, αγαπητή μου αγριάδα, εκεί στην επιφάνεια του εδάφους όπου βρίσκεσθε. Δίχως να θέλω διόλου να υπερηφανευθώ, σας πληροφορώ ότι από την κορυφή μου έχω απεριόριστη θέα του κόσμου και θα ήταν ακόμη πιο απεριόριστη, θα έβλεπα ως τη Γουατεμάλα, αν κάποια αναιδή βουνά, γύρω τριγύρω, δεν την περιόριζαν. Ωστόσο ευελπιστώ ή, μάλλον, έχω τη βεβαιότητα ότι η βροχή θα λιώσει, σιγά σιγά, αυτά τα αναιδή βουνά και τότε θα δω και τη Γουατεμάλα. Το σχέδιο αυτό είναι βεβαίως μακροπρόθεσμο, αλλά μπορώ να περιμένω, αφού, ως γνωστόν, ζω επτακόσια χρόνια."

Η αγριάδα, αν και δεν ήξερε ούτε πού βρίσκεται αυτή η Γουατεμάλα ούτε αν τα βουνά λιώνουν απ' τη βροχή ούτε, ακόμη, αν είναι πολλά τα επτακόσια χρόνια, ακούγοντας αυτά τ' ανήκουστα λόγια, ένιωθε την καρδιά της να μαραζώνει και, τις νύχτες που κοιμόταν, έβλεπε πάντα το ίδιο όνειρο. Ψήλωνε, λέει, ψήλωνε τόσο, που ξεπερνούσε κατά πολύ στο μπόι το κυπαρίσσι, ξεπερνούσε ακόμη και τα πιο ψηλά βουνά κι έβλεπε από κει πάνω όχι μόνο τη Γουατεμάλα αλλά και το Ακαλακούμπα, χώρα ακόμη πιο μακρινή, ακόμη πιο ωραία, όπου οι άνθρωποι χορεύαν ένα γρήγορο χορό που τόνε λέγαν ρούμπα. Βέβαια, όταν ξύπναγε, το πρώτο πράγμα που έβλεπε μπροστά της ήταν ένα σαλιγκάρι τόσο αργοκίνητο, που έμενε στο οπτικό πεδίο της όλη τη μέρα, προκαλώντας της κατάθλιψη και κάνοντάς την να μη βλέπει την ώρα πότε θα ξανανυχτώσει, για να κοιμηθεί και να ονειρευτεί το μακρινό Ακαλακούμπα και τον γρήγορο χορό που τόνε λένε ρούμπα.

Έτσι ζούσαν κυπαρίσσι κι αγριάδα, πλάι πλάι, αλλά το καθένα στον κόσμο του, ώσπου μια μέρα φθινοπωρινή (χρόνια πολλά, πάρα πολλά πριν από τα επτακόσια), που ο ουρανός είχ' ένα χρώμα μολυβί, μια λάμψη ξαφνική, ονόματι αστροπελέκι, χτύπησε κατακέφαλα το κυπαρίσσι και το έκαψε. Η βροχή που ακολούθησε, μπόρα τρικούβερτη, αντί να λιώσει τα βουνά που του 'κρυβαν τη Γουατεμάλα, τη στάχτη του έλιωσε και γκρίζα λάσπη την υπερηφάνειά του έκανε.

Η αγριάδα, άναυδη στην αρχή, όταν συνήλθε κάπως, μακάρισε το ελάχιστό της μπόι και θρήνησε το κυπαρίσσι, που - πώς να το κάνουμε; - αν και φλύαρο και υπερφίαλο, της είχε χαρίσει τ' όνειρο των μεγάλων αποστάσεων, του απέραντου κόσμου.

Μετά απ' αυτό το θλιβερό γεγονός, σταμάτησε την έτσι κι αλλιώς ανώφελη γυμναστική της και μόνο αραιά και πού έβλεπε στον ύπνο της το εξωτικό Ακαλακούμπα. Κανένας όμως πια δε χόρευε εκεί τη ρούμπα.

Ήτανε, βέβαια, ακόμη νεαρά και εστερείτο πείρας, τόσο εστερείτο πείρας, που καν δε γνώριζε τις φυσικές της ιδιότητες. Έτσι, ένα ανοιξιάτικο πρωί, παραξενεύτηκε πολύ, νιώθοντας να τη φαγουρίζουνε οι ρίζες της, κι ακόμα πιο πολύ παραξενεύτηκε σαν είδε, δυο μέρες τρεις αργότερα, λίγο πιο κει, μέσ' απ' το χώμα να προβάλλει ένα μικρό, χλωροπράσινο βλαστάρι αγριάδας.

"Μπα, καινούργια απόχτησα γειτόνισσα!" ήταν η πρώτη σκέψη της, αλλά όταν είπε "καλωσόρισες, γειτόνισσα", άκουσε, την ίδια ακριβώς στιγμή, να λέει και το βλαστάρι τα ίδια λόγια, να την καλωσορίζει δηλαδή με τη φωνή της. Το ίδιο έγινε, ακριβώς, άλλες δυο μέρες τρεις αργότερα, όταν καινούργιο εμφανίστηκε, πιο πέρα, βλασταράκι.

Μπορεί, λοιπόν, να ήταν άπειρη, αλλά κουτή δεν ήταν. Έτσι κατάλαβε ότι στον εαυτό της μίλαγε, αφού τα νέα αυτά βλαστάρια από τις ρίζες της ξεπήδαγαν και σαρξ εκ της σαρκός της ήσαν.

Λόγια πολλά για να μη λέμε και χρόνο να μην κλέβουμε απ' την αιωνιότητα, μέσα σε χρόνια ελάχιστα, πολύ πιο λίγα από τα επτακόσια, η αγριάδα είχε, ρίζα τη ρίζα, καταβολάδα την καταβολάδα, βλαστάρι το βλαστάρι, όλο τον κάμπο καταχτήσει κι όλα τα βουνά ως την κορφή τους και πιο πέρα. Για το πιο πέρα δεν μπορώ να πω, τα μάτια μου μονάχα ως τις βουνοκορφές την ακολούθησαν. Πιο πέρα δεν άντεξαν. Έμαθα ωστόσο, από έγκυρες πηγές, πως έφτασε στο Ακαλακούμπα και πως στο δροσερό και καταπράσινο χαλί της χορεύουν τώρα γυμνοπόδαροι εραστές τη ρούμπα.
Επιμύθιο Ι: Όσο πιο κοντά στη γη βρίσκεσαι, τόσο πιο μακριά από τ' αστροπελέκια είσαι.

Επιμύθιο ΙΙ: Δια του οριζοντίου ύψους, η απόστασις, έως το Ακαλακούμπα, καλύπτεται εις χρόνον κατά πολύ συντομότερον των επτακοσίων ετών.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 31, 2011

2011 Αναδρομές

2011 ευχές...
Είχε -
και αγάπη
και θάλασσα ήρεμη
Ιόνιο και Αιγαίο
και μουσικές και ποίηση
στιχάκια και βιβλία

Όλο καλοκαίρι είχε
Βουτιές

είχε και "ναι"
είχε κι "όχι"

Όνειρα γέμιζε
μύριζε ελπίδες---
διέσχιζε στοές

Δεν ήταν σταθμός-
Θάλαμος αναμονής----ήταν
Μια ευχάριστη καθυστέρηση

περνούσα----
όμορφη και αναποφάσιστη
βουλώνοντας ελπίδες

Βορρά είχε και Νότο
Δίλημμα
Απόφαση
Καμιά

Ας είναι το 2012
σταθμός
Βήμα
από αυτά
που ....

Αλλάζουν (τη) ζωή


Καλή χρονιά σε όλους 
κι ας μην περιμένουμε να μας φέρει κάτι εκείνη
ας το δημιουργήσουμε εμείς
Ας τολμήσουμε να αλλάξουμε 

The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked.  The second time I told my story, I felt on...