Τετάρτη, Δεκεμβρίου 06, 2006

Που να γυρίζεις...

Ξημερώματα του Αγίου Νικολάου ,ανοίγω τη βρύση , γεμίζω την μπανιέρα με καυτό νερό κι αφρόλουτρα , ρίχνω το κορμί μου μέσα της και βυθίζομαι χαζεύοντας τους αφρούς που επιπλέουν , η αίσθηση του καυτού νερού πάνω στην σάρκα μου με ανακουφίζει . Εξαγνίζομαι .
Τη σιωπή σπάει η φωνή του Σιδηρόπουλου που έρχεται από το διπλανό δωμάτιο , σαν σήμερα πριν δεκαέξι χρόνια μια ώρα σαν κι αυτή χανόταν πάνω σε κάποια υγρά πλακάκια , κι όμως η φωνή του είναι εδώ …
Το μόνο φως που υπάρχει είναι αυτό του ολόγιομού φεγγαριού , που εισβάλει δειλά μέσα από το μικρό παραθυράκι του μπάνιου , ελπίζω πως απόψε θα καταφέρω να κοιμηθώ σπίτι μου , γιατί τα τελευταία βράδια , παίρνω τους δρόμους κι όπου με βγάλει.

Κοιμάμαι πάνω σε ξένα σεντόνια , σε ράντζα , καναπέδες και κρεβάτια γνωστών και φίλων, μεθοκοπάω μέχρι το ξημέρωμα , γελάω μέχρι δακρίων , ακούω τους άλλους καθώς μου ξερνούν τα εσώψυχα τους, τους κρατώ στοργικά το κεφάλι πάνω από τη λεκάνη , καθώς αυτοί κλαίνε-γελάνε και μου εξομολογούνται τα πιο απόκρυφα μυστικά τους , κι εγώ είμαι πάντα εκεί για να τους ψιθυρίσω ένα μεθυσμένο δεν πειράζει στο αφτί . Ξυπνάω νωρίς το πρωί , φτιάχνω καφέ και τους χαζεύω να κοιμούνται , αφήνω ένα σημείωμα πάνω στο κουτάκι της ζάχαρης , φεύγω κλείνοντας την πόρτα πίσω μου σιγά , έχει πια ήδη για τα καλά ξημερώσει κι όλα έχουν ξεχαστεί . Στο δρόμο νιώθω περίεργα , για ακόμη μια φορά ανακαλύπτω πως με ελκύουνε οι αδύναμες φύσεις , πως ασυνείδητα πάντα ερωτεύομαι τα πάθη των ανθρώπων .




Παρασκευή, Δεκεμβρίου 01, 2006

Αγχωμένη Μαλακία



Το κείμενο που ακολουθεί είναι καθαρά μια Αγχωμένη Μαλακία !
Εδώ και δυο μέρες έχω βάλει και παίζει στο μπλόγκ μου , το τραγουδάκι του Γιάννη του Μηλιώκα , «Να δεις που κάποτε θα μας πούνε και μαλάκες …»
Με εκφράζει ο στίχος, και ιδιαίτερα αυτή την περίοδο το κομμάτι που λέει :
Μου ‘ρχεται ρεύμα τριάντα
Του τηλεφώνου σαράντα
Νερό και νοίκι εξήντα
Και τα κοινόχρηστα δεκαεφτά
Το πρόβλημα ξεκινάει από τις αρχές του προηγούμενου μήνα , όταν τα χτυπήματα κάτω από τη ζώνη πέφτανε βροχή . Η ψυχούλα μου το ξέρει πόσα χρόνια από τη ζωή μου έχασα , και πως με χίλια ζόρια έβγαλα το μήνα . Ο Δεκέμβρης για άλλους μπορεί να μπήκε γιορτινός , για μένα όμως μπήκε κακός , στραβός και ανάποδος ..

Η φτώχεια θέλει καλοπέραση λένε , κι αυτό το κατάλαβα καλά , σήμερα ξεχρέωσα ότι περισσότερο μπορούσα , περιμένω και αύριο κάτι ψιλά που μου χρωστάνε από Θεσσαλονίκη και θα τα ξεχρεώσω όλα , αλλά από εκεί και πέρα μέχρι τις 20 του μήνα , δεν θα έχω πάνω μου ούτε δεκάρα τσακιστή ! Εδώ που τα λέμε δεν θα έχω ούτε το εισιτήριο για να γυρίσω στο σπίτι μου , αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία .

Αυτές οι λέξεις δεν έχουν καν νόημα που γράφονται , απλά ίσως με βοηθήσουνε να νιώσω λίγο καλύτερα , με το να εκφράσω όλα όσα βασανίζουν το κεφάλι μου , τον τελευταίο μήνα .
Κατά έναν περίεργο τρόπο , έπεσαν όλα μαζί , αυξήσεις και περικοπές , χρωστούμενα , επιπλέον έξοδα από το πουθενά και για να είμαστε και δίκαιοι άσκοπες σπατάλες .
Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα την σημερινή μου κατάσταση . Προτιμώ να ξεχρεώσω τα πάντα παρά να χρωστάω , κι ας μην έχω να φάω , γιατί τα χρωστούμενα μου δημιουργούν ένα επιπλέον άγχος…

Ειλικρινά είναι η πρώτη φορά που έρχομαι σε τόσο δύσκολη κατάσταση , και αλήθεια είναι μια από τις πιο ψυχοφθόρες περιόδους της ζωής μου . Προχθές καθώς συζητούσα με τον φίλο μου το Δημήτρη , με ρώτησε να του πω τα προβλήματα μου. Όταν του είπα ότι το μόνο πρόβλημα μου αυτή την περίοδο είναι το οικονομικό , εκείνος γούρλωσε τα μάτια και μου είπε . Είσαι ο πρώτος άνθρωπος που ρωτάω να μου πει για το πρόβλημα του και δεν μου λέει για τα προσωπικά ή τα αισθηματικά του . Τότε εγώ του είπα , ότι πάνω κάτω τα καταφέρνω σε αυτούς τους τομείς , αλλά ακόμα κι αν δεν είναι έτσι , αλήθεια δεν μου μένει στιγμούλα , ούτε καν μια ανάσα για να σκεφτώ κάτι άλλο , έχω έναν μόνιμο κόμπο στο λαιμό για το πώς θα ξεχρεώσω , και για μένα φαντάζει πολυτέλεια να σκεφτώ και να νιώσω το οτιδήποτε άλλο .
Αυτό ίσως είναι και ένας άλλος λόγος που έχω μπλοκαριστεί τελείως , και η εύθραυστη φαντασία μου δεν μπορεί να αντέξει με τίποτα το σφυροκόπημα της αντικειμενικής πραγματικότητας , οπότε δεν μπορώ να είμαι ο εαυτός μου , ούτε να γράφω όπως παλιά για φύκια και μεταξωτές κορδέλες !
Μοναξιά και αφραγκιά σίγουρα δεν πάνε πακέτο και τον τελευταίο καιρό αυτό το έχω καταλάβει καλά ! Μ’αρέσει η μοναξιά , αλλά κάτι τέτοιες ώρες σαν κι αυτή , είναι πραγματικά αβάσταχτη . Τον τελευταίο μήνα αρρώστησα δυο φορές , τα φάρμακα και οι γιατροί τσουχτεροί , την πνευμονία την πρόλαβα στο παρά πέντε , μα δεν είχα την πολυτέλεια να κάτσω στο κρεβάτι μου ούτε για ένα λεπτό.
Το σπίτι ήταν έτοιμο να καταρρεύσει και να με καταπλακώσει , όταν τελικά μπόρεσα να ξανασταθώ στα πόδια μου , σιγά σιγά άρχιζα να βάζω τα πράγματα σε μια τάξη , και η φασίνα ήταν εκεί και με περίμενε ανελέητη. Όλοι θέλανε λεφτά κι έπρεπε καθημερινά να κάνω τούρ στην πόλη για να τους τα στάζω κι εγώ να μην έχω ούτε για να πάρω σερβιέτες , όχι δεν κάνω πλάκα δανεικές ήταν κι αυτές τον περασμένο μήνα . Επί τέσσερεις μέρες έπινα έναν ληγμένο ελληνικό λουμίδη με ζαχαρίνη , γιατί δεν είχα λεφτά να πάρω ούτε ζάχαρη μα ούτε και καφέ!

Τελικά δεν ξέρω αν πρέπει να κλάψω ή να γελάσω, όλη αυτή η κατάσταση μου φαίνεται κωμικοτραγική! Απλώς σιγά-σιγά έχω σταματήσει να τα σκέφτομαι όλα αυτά , διότι πέρασα μια πιεστική κατάσταση , μόνο με τις σκέψεις του πως θα μπορέσω να ανταπεξέλθω , κι εκεί τσακίστηκα . Τα πράγματα σήμερα είναι χειρότερα από χθες , αλλά τουλάχιστον έχω βρει μια τεράστια ψυχική δύναμη από τα συντρίμμια μου , όχι δεν θα κλάψω και δεν θα μιζεριάσω άλλο , δεν βγαίνει τίποτα .
Ξέρω ότι όλα και όλοι περιμένουν από μένα , αλλά επειδή πια είναι θέμα επιβίωσης, θα σφίξω τα δόντια . Το απόγευμα κι όλας θα πάω στη δουλειά που μου προτείνανε .
Δεν έχει σημασία πως θα καταφέρω να τα προλάβω όλα , όλοι από παντού πιέζουν . Από τη σχολή με τις υποχρεωτικές παρακολουθήσεις και με τις εργασίες γκουμούτσες , τα ιδιαίτερα στα Γερμανικά , τις εξετάσεις , το διάβασμα , τα κοινόχρηστα , τα ενοίκια , η Δ.Ε.Η , το νερό , ο π(ΟΤΕ) (που έκανα διακανονισμό αλλιώς αν ήθελα να τον πληρώσω ολόκληρο έπρεπε να βγω στην πιάτσα) , από τους γονείς που φωνάζουν ότι τρως πολλά και κάθε μήνα στέλνουν όλο και λιγότερα .
Κι όταν γυρνάω σπίτι σωματικά και ψυχολογικά ράκος , δεν είναι κανείς εκεί να με πάρει μια αγκαλιά , να μου φέρει ένα ποτήρι νερό , να κάτσει να με ακούσει να του πω τα προβλήματα μου , να μοιραστεί τις δουλειές μαζί μου , να με φροντίσει όταν είμαι άρρωστη , να δώσει ένα χεράκι βρε αδερφέ να με ξελαφρώσει …
Στρίβω ακόμη ένα τσιγάρο , το απολαμβάνω όσο μπορώ γιατί σκέφτομαι ότι μπορεί να κάνω μέρες να το ξαναδώ , όσο για το Marlboro lights , έχω τόσο καιρό να το δω , που δεν θυμάμαι καν πως είναι το πακέτο !
Στην αρχή της φοιτητικής μου ζωής , έλεγα πάντα δεν δανείζω δεν δανείζομαι ..
Πολλά έλεγα τότε , έχω δανείσει περισσότερες φορές από ότι έχω δανειστεί , μακάρι κάποτε να μπορώ να έχω την άνεση πάντα να δανείζω και μακάρι να μην ξαναβρεθώ σε αυτή τη θέση και να μην έχω ανάγκη κανέναν , γιατί χθες ένιωσα τρομερά άσχημα , και απογοητεύτηκα αρκετά .
Χθες μέσα στον πανικό μου ζήτησα μια οικονομική βοήθεια από συγγενικό μου πρόσωπο που στο παρελθόν είχα βοηθήσει αμέτρητες φορές οικονομικά και όχι μόνο , με δανεικά που τα περισσότερα ήταν αγύριστα σε περιόδους που ούτε κι εμένα μου έτρεχαν από τα μπατζάκια , η συμπεριφορά που εισέπραξα ήταν απαράδεχτη , θα κατανοούσα απόλυτα αν μου έλεγε ότι δεν είχε να μου δανείσει , αλλά τελικά είναι αυτό που λέμε , πολλές φορές δεν έχει σημασία το τι λες , αλλά πως το λες .

Υ.Σ Ωχ αμάν,γιατί τα πεντοχίλιαρα δεν είναι πετσετάκια να παίρνω με τη σέσουλα να γράφω ραβασάκια.

Κυριακή, Νοεμβρίου 26, 2006

Βάλε λίγο ακόμα …


Ταπ-Ταπ –Ταπ … Ο τριαντάρης αθλητικογράφος μου χτύπησε την πλάτη , μου έσφιξε το χέρι και μου είπε :Δουλειά σου βρήκαμε , να σου βρούμε κι έναν άντρα και δεν έχεις να πας πουθενά , κι ένα πλατύ χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο του . Κι όλα αυτά ενώ ήταν έξι το πρωί , ο Άρης έψαχνε τα κλειδιά από το αυτοκίνητο , η φωτιά στο τζάκι άρχισε να σβήνει , τα δυο άδεια Johnnie ήταν πάνω στο τραπεζάκι , το ποτήρι μου ήταν ανάμεσα στα άλλα μισοάδειο , η Λένα μισό νυσταγμένη μου έκανε μια καταπληκτική αγκαλιά και μου είπε , τι θα κάνω εγώ χωρίς εσένα , τώρα που θα φύγεις , ενώ ήξερε καλά ότι θα με έβλεπε τη Δευτέρα , κι ότι θα με είχε σίγουρα για ακόμη ένα χρόνο εδώ… Ο Δημήτρης δεν είπε πολλά τα είχε πει όλα εκείνο το βράδυ , διστακτικά προσπαθούσε να αποσπάσει τα mail μου και τα τηλεφωνά μου, αλλά κατάλαβε ότι δεν ήταν κατάλληλη η στιγμή και το έκοψε , εξάλλου είχε μια σιγουριά στα μάτια , ότι αν τα ήθελε θα μπορούσε να τα βρει .
Μπήκα στο σπόρ αμάξι του Άρη που θα με γύριζε σπίτι , ένας αγχωμένος , άνεργος , εργένης τριανταπεντάρης οικονομολόγος , που σε όλη την διαδρομή της επιστροφής , μου εξιστορούσε την αποτυχημένη του ζωή . Μόλις είχε αφήσει την Αθήνα πίσω του και όλα τα λογιστήρια των εταιριών που δούλεψε κατακαιρούς , από επιπλάδικα μέχρι εταιρίες με είδη κομμωτικής , για οχτακόσια ευρώ το μήνα …
Μπήκα στο σπίτι μετά από δώδεκα ώρες απουσίας , έξω άρχισε να ξημερώνει και οι καμπάνες να χτυπάνε , σήκωσα το ακουστικό και σε πήρα , τελικά αυτό που χρειαζότανε για να ξαναβρώ την παλιά Σοφία , ήταν δυο-τρία Johnnie παραπάνω και η λογοδυάρια με έπιασε και πάλι … Θαύμαζα τον εαυτό μου καθώς σου μιλούσα , είχαμε βρει ξανά την επικοινωνία μας , αλλά με θαύμαζα περισσότερο γιατί τα έλεγα ωραία η ρουφιάνα …
Ήταν γύρω στις πεντέμιση το απόγευμα της Αγίας Αικατερίνης , όταν πήρα το τρένο , βαγόνια του προαστιακού πάνω σε ράγες από εποχή Τρικούπη , τι ειρωνεία; Σε δέκα λεπτά είχα φτάσει ήδη στο σπίτι της Λένας , η διάθεση μου δεν ήταν και η καλύτερη, δύσκολες οι ισορροπίες τελικά … Η Λένα σήμερα θα έκλεινε τα 29 , δεν είχε ούτε ένα χρόνο παντρεμένη , καθόμασταν και πίναμε καφέ , ενώ εκείνη πηγαινοερχότανε στην κουζίνα της , μετά στολίσαμε το χριστουγεννιάτικο δέντρο της μαζί , κάπως νωρίς βέβαια , αλλά το είχε έθιμο λέει κάθε φορά στα γενέθλια της να στολίζει το δέντρο … Το σπίτι δεν άργησε να γεμίσει κόσμο , πρώτη φορά έβλεπα τόσους δημοσιογράφους μαζεμένους σε ένα σαλόνι, κι όμως άλλες παρουσίες μου τράβηξαν την προσοχή … Άκουγα τις συζητήσεις , από ένα σημείο και μετά η προσοχή έπεσε πάνω μου , όλοι την είχαν δει μέντορες , στην αρχή έκατσα να ακούσω ,ποιος ξέρει ίσως κάτι που δεν ξέρω θα μάθαινα έλεγα , κι όμως τα πράγματα δεν ήταν έτσι όπως τα περίμενα …
Μετά ήρθε και η συνηθισμένη ερώτηση . Πόσο χρονών είσαι ; Πόσο με κάνεις είπα . Εεε, μικρούλα είσαι γύρω στα 25 . Απογοητεύτηκα είναι η αλήθεια . Η Λένα πετάχτηκε για να σώσει την κατάσταση και αφού φανέρωσε την πραγματική μου ηλικία είπε ότι σκέφτομαι πολύ ώριμα γι’ αυτό το λόγο με κάνει παρέα . Αγγούρια με λουλούδια δηλαδή . Η βραδιά άρχισε να έχει ενδιαφέρον όταν μείναμε οι πέντε μας , ο Σοφοκλής , η Λένα , ο Άρης , ο Δημήτρης κι εγώ χαλαρώσαμε στους καναπέδες και το αλκοόλ άρχισε να ρέει άφθονό …
Τον τελευταίο καιρό έχουν παραλύσει τα πάντα , δυσκολεύομαι να γράψω ακόμα και μια λέξη , δυσκολεύομαι να βρω τον εαυτό μου , σιγά –σιγά όμως επανέρχομαι , δεν μπορεί όλα κάποτε θα φτιάξουν , κι αν δεν φτιάξουν , δεν βαριέσαι …

The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked.  The second time I told my story, I felt on...