Ταπ-Ταπ –Ταπ … Ο τριαντάρης αθλητικογράφος μου χτύπησε την πλάτη , μου έσφιξε το χέρι και μου είπε :Δουλειά σου βρήκαμε , να σου βρούμε κι έναν άντρα και δεν έχεις να πας πουθενά , κι ένα πλατύ χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο του . Κι όλα αυτά ενώ ήταν έξι το πρωί , ο Άρης έψαχνε τα κλειδιά από το αυτοκίνητο , η φωτιά στο τζάκι άρχισε να σβήνει , τα δυο άδεια Johnnie ήταν πάνω στο τραπεζάκι , το ποτήρι μου ήταν ανάμεσα στα άλλα μισοάδειο , η Λένα μισό νυσταγμένη μου έκανε μια καταπληκτική αγκαλιά και μου είπε , τι θα κάνω εγώ χωρίς εσένα , τώρα που θα φύγεις , ενώ ήξερε καλά ότι θα με έβλεπε τη Δευτέρα , κι ότι θα με είχε σίγουρα για ακόμη ένα χρόνο εδώ… Ο Δημήτρης δεν είπε πολλά τα είχε πει όλα εκείνο το βράδυ , διστακτικά προσπαθούσε να αποσπάσει τα mail μου και τα τηλεφωνά μου, αλλά κατάλαβε ότι δεν ήταν κατάλληλη η στιγμή και το έκοψε , εξάλλου είχε μια σιγουριά στα μάτια , ότι αν τα ήθελε θα μπορούσε να τα βρει .
Μπήκα στο σπόρ αμάξι του Άρη που θα με γύριζε σπίτι , ένας αγχωμένος , άνεργος , εργένης τριανταπεντάρης οικονομολόγος , που σε όλη την διαδρομή της επιστροφής , μου εξιστορούσε την αποτυχημένη του ζωή . Μόλις είχε αφήσει την Αθήνα πίσω του και όλα τα λογιστήρια των εταιριών που δούλεψε κατακαιρούς , από επιπλάδικα μέχρι εταιρίες με είδη κομμωτικής , για οχτακόσια ευρώ το μήνα …
Μπήκα στο σπίτι μετά από δώδεκα ώρες απουσίας , έξω άρχισε να ξημερώνει και οι καμπάνες να χτυπάνε , σήκωσα το ακουστικό και σε πήρα , τελικά αυτό που χρειαζότανε για να ξαναβρώ την παλιά Σοφία , ήταν δυο-τρία Johnnie παραπάνω και η λογοδυάρια με έπιασε και πάλι … Θαύμαζα τον εαυτό μου καθώς σου μιλούσα , είχαμε βρει ξανά την επικοινωνία μας , αλλά με θαύμαζα περισσότερο γιατί τα έλεγα ωραία η ρουφιάνα …
Ήταν γύρω στις πεντέμιση το απόγευμα της Αγίας Αικατερίνης , όταν πήρα το τρένο , βαγόνια του προαστιακού πάνω σε ράγες από εποχή Τρικούπη , τι ειρωνεία; Σε δέκα λεπτά είχα φτάσει ήδη στο σπίτι της Λένας , η διάθεση μου δεν ήταν και η καλύτερη, δύσκολες οι ισορροπίες τελικά … Η Λένα σήμερα θα έκλεινε τα 29 , δεν είχε ούτε ένα χρόνο παντρεμένη , καθόμασταν και πίναμε καφέ , ενώ εκείνη πηγαινοερχότανε στην κουζίνα της , μετά στολίσαμε το χριστουγεννιάτικο δέντρο της μαζί , κάπως νωρίς βέβαια , αλλά το είχε έθιμο λέει κάθε φορά στα γενέθλια της να στολίζει το δέντρο … Το σπίτι δεν άργησε να γεμίσει κόσμο , πρώτη φορά έβλεπα τόσους δημοσιογράφους μαζεμένους σε ένα σαλόνι, κι όμως άλλες παρουσίες μου τράβηξαν την προσοχή … Άκουγα τις συζητήσεις , από ένα σημείο και μετά η προσοχή έπεσε πάνω μου , όλοι την είχαν δει μέντορες , στην αρχή έκατσα να ακούσω ,ποιος ξέρει ίσως κάτι που δεν ξέρω θα μάθαινα έλεγα , κι όμως τα πράγματα δεν ήταν έτσι όπως τα περίμενα …
Μετά ήρθε και η συνηθισμένη ερώτηση . Πόσο χρονών είσαι ; Πόσο με κάνεις είπα . Εεε, μικρούλα είσαι γύρω στα 25 . Απογοητεύτηκα είναι η αλήθεια . Η Λένα πετάχτηκε για να σώσει την κατάσταση και αφού φανέρωσε την πραγματική μου ηλικία είπε ότι σκέφτομαι πολύ ώριμα γι’ αυτό το λόγο με κάνει παρέα . Αγγούρια με λουλούδια δηλαδή . Η βραδιά άρχισε να έχει ενδιαφέρον όταν μείναμε οι πέντε μας , ο Σοφοκλής , η Λένα , ο Άρης , ο Δημήτρης κι εγώ χαλαρώσαμε στους καναπέδες και το αλκοόλ άρχισε να ρέει άφθονό …
Τον τελευταίο καιρό έχουν παραλύσει τα πάντα , δυσκολεύομαι να γράψω ακόμα και μια λέξη , δυσκολεύομαι να βρω τον εαυτό μου , σιγά –σιγά όμως επανέρχομαι , δεν μπορεί όλα κάποτε θα φτιάξουν , κι αν δεν φτιάξουν , δεν βαριέσαι …
Μπήκα στο σπίτι μετά από δώδεκα ώρες απουσίας , έξω άρχισε να ξημερώνει και οι καμπάνες να χτυπάνε , σήκωσα το ακουστικό και σε πήρα , τελικά αυτό που χρειαζότανε για να ξαναβρώ την παλιά Σοφία , ήταν δυο-τρία Johnnie παραπάνω και η λογοδυάρια με έπιασε και πάλι … Θαύμαζα τον εαυτό μου καθώς σου μιλούσα , είχαμε βρει ξανά την επικοινωνία μας , αλλά με θαύμαζα περισσότερο γιατί τα έλεγα ωραία η ρουφιάνα …
Ήταν γύρω στις πεντέμιση το απόγευμα της Αγίας Αικατερίνης , όταν πήρα το τρένο , βαγόνια του προαστιακού πάνω σε ράγες από εποχή Τρικούπη , τι ειρωνεία; Σε δέκα λεπτά είχα φτάσει ήδη στο σπίτι της Λένας , η διάθεση μου δεν ήταν και η καλύτερη, δύσκολες οι ισορροπίες τελικά … Η Λένα σήμερα θα έκλεινε τα 29 , δεν είχε ούτε ένα χρόνο παντρεμένη , καθόμασταν και πίναμε καφέ , ενώ εκείνη πηγαινοερχότανε στην κουζίνα της , μετά στολίσαμε το χριστουγεννιάτικο δέντρο της μαζί , κάπως νωρίς βέβαια , αλλά το είχε έθιμο λέει κάθε φορά στα γενέθλια της να στολίζει το δέντρο … Το σπίτι δεν άργησε να γεμίσει κόσμο , πρώτη φορά έβλεπα τόσους δημοσιογράφους μαζεμένους σε ένα σαλόνι, κι όμως άλλες παρουσίες μου τράβηξαν την προσοχή … Άκουγα τις συζητήσεις , από ένα σημείο και μετά η προσοχή έπεσε πάνω μου , όλοι την είχαν δει μέντορες , στην αρχή έκατσα να ακούσω ,ποιος ξέρει ίσως κάτι που δεν ξέρω θα μάθαινα έλεγα , κι όμως τα πράγματα δεν ήταν έτσι όπως τα περίμενα …
Μετά ήρθε και η συνηθισμένη ερώτηση . Πόσο χρονών είσαι ; Πόσο με κάνεις είπα . Εεε, μικρούλα είσαι γύρω στα 25 . Απογοητεύτηκα είναι η αλήθεια . Η Λένα πετάχτηκε για να σώσει την κατάσταση και αφού φανέρωσε την πραγματική μου ηλικία είπε ότι σκέφτομαι πολύ ώριμα γι’ αυτό το λόγο με κάνει παρέα . Αγγούρια με λουλούδια δηλαδή . Η βραδιά άρχισε να έχει ενδιαφέρον όταν μείναμε οι πέντε μας , ο Σοφοκλής , η Λένα , ο Άρης , ο Δημήτρης κι εγώ χαλαρώσαμε στους καναπέδες και το αλκοόλ άρχισε να ρέει άφθονό …
Τον τελευταίο καιρό έχουν παραλύσει τα πάντα , δυσκολεύομαι να γράψω ακόμα και μια λέξη , δυσκολεύομαι να βρω τον εαυτό μου , σιγά –σιγά όμως επανέρχομαι , δεν μπορεί όλα κάποτε θα φτιάξουν , κι αν δεν φτιάξουν , δεν βαριέσαι …