Τρίτη πρωί , ζω ένα δράμα ! Αν και στην αρχή αναρωτιόμουνα για αρκετή ώρα μέχρι να ανοίξω για τα καλά τα μάτια μου :Ποιο μήνα διανύουμε ; Τώρα ο ήλιος δύει για ανατέλλει ; Σήμερα αλήθεια τι να είναι ; Δευτέρα –Τρίτη ; Κάποια άλλη μέρα ίσως;
Και τότε ήταν που άνοιξα για τα καλά τα μάτια μου , και το ρολόι στον απέναντι τοίχο έλεγε 07:00 , και η τηλεόραση ήταν ανοιχτή , κι εμένα με είχε πάρει ο ύπνος στον καναπέ και φορούσα τα ρούχα ακόμα από χθες … Μετά κοιτάχτηκα στον καθρέφτη που βρίσκεται κάτω από το ρολόι , το θέαμα τρομακτικό … Και όπως λέει και ο Πασχαλίδης μαζί με τον Παπακωνσταντίνου , «Τα χρόνια φεύγουν θες δεν θες, σαν των ματιών σου τις βαφές», και είχαν φύγει οι βαφές, και ήταν σαν χθες στον ύπνο μου κάποιος να με είχε αρχίσει στις μπουνιές , κι ένιωθα όλο το κορμί μου να πονάει , τελικά ή κάποιος με είχε σαπίσει στο ξύλο ή απλά πιάστηκα γιατί είχα κοιμηθεί με ορθάνοιχτα παράθυρα ! Κι αυτή η υγρασία στο μαξιλάρι , ύποπτη … Κοίταξα να δω μήπως έτρεχε αίμα από τη μύτη μου , μα μπα , τίποτα !Μήπως πάλι από το πολύ ξύλο έβαλα τα κλάματα; Όχι, μάλλον θα ήταν το γλυκό σάλιο που έτρεχε από το στόμα μου την ώρα που κοιμόμουνα , και ίσως στον ύπνο μου , να μην βόγκαγα από τους πόνους , απλά να ροχάλιζα ρυθμικά , αν και δεν μπορώ αυτό να το γνωρίζω, μιας και δεν ήταν κανείς εδώ για να μου πει , αν άκουγε βογκητά ή μια γλυκιά μελωδία ! Προσπάθησα να θυμηθώ μα μάταια , υπήρχε ένα τεράστιο κενό μνήμης !
Μετά την υπερένταση ήρθε η πλήρης αποχαύνωση και δυσκολεύομαι να μπω πάλι σε πρόγραμμα ! Κοίταξα πάλι το ρολόι , σκέφτηκα για λίγο τι έχω να κάνω σήμερα , ΤΙΠΟΤΑ , κι έτσι απλά άλλαξα πλευρό και συνέχισα τον ύπνο μου …
Και τότε είδα ένα όνειρο , αν και τον τελευταίο καιρό , δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω τι γίνεται στην πραγματικότητα και τι είδα χθες στον ύπνο μου! Έβλεπα τους φίλους μου να γελάνε και αυτό με έκανε χαρούμενη γιατί σκεφτόμουνα το μέλλον πιο αισιόδοξο , πιο λαμπερό , μα όχι , μάλλον γελούσαν μαζί μου και τότε άκουσα μια φωνή να μου λέει :
-Τώρα ξύπνησες Σοφία ;
-Εεεε, ναι !
-Φαίνεται ! Αχαχαχαχα!
Ναι τελικά είχα ξυπνήσει και η πείνα μου με οδήγησε στη λέσχη , που είναι ακριβώς απέναντι από το σπίτι μου … Πήρα το δίσκο μου και κάθισα κι εγώ μαζί με τους άλλους , κι ενώ σήκωνα μηχανικά το πιρούνι, αυτοί έλεγαν , έλεγαν , έλεγαν … Τους ξέρω τρία χρόνια τώρα , τους βαρέθηκα, τους σιχάθηκα , τους έχω μάθει πια …
Μ’ αρέσουν οι άνθρωποι , μ’ αρέσει να τους ακούω ειδικά όταν δεν έχω τίποτα να πω , μ’ αρέσει να τους παρατηρώ! Μ’ αρέσουν οι κοκαλωμένες βλεφαρίδες από την μάσκαρα, της απέναντι , μ’ αρέσουν τα αντράκια που περνάνε, με δέκα κιλά ζελέ στο κεφάλι , μ’ αρέσουν οι τύποι με τα σκουλαρίκια, με τις κοτσίδες ! Με γοητεύουν οι κουλτουριάρηδες, τα σκοτεινά αναστήματα , οι μελοδραματικοί…
Η μόνη πίστη που μου απέμεινε έτσι κι αλλιώς είναι η πίστη μου στα πάθη των ανθρώπων !
Μετά γυρίζω σπίτι και καταβροχθίζω ότι σοκολατένιο υπάρχει , αράζω στον καναπέ και μετά το τέταρτο Johnnie , χαλαρώνω …
Παλιότερα σε παρόμοιες φάσεις ήδη θα είχα γεμίσει τη βαλίτσα , ήδη θα είχα διανύσει αξιόλογα χιλιόμετρα , άυπνη και αναμαλλιασμένη , ήδη θα είχα αναλωθεί σε σπουδαιοφανείς συζητήσεις , θα άκουγα τις φαμφάρες κάποιου που ήλπιζα ότι θα με κάνει να αισθανθώ λίγη αληθινή ευτυχία !
Τώρα πια προτιμώ τον καναπέ μου και τις σοκολάτες μου , κι όχι το δρόμο που είναι ασφυκτικά γεμάτος , από πετυχημένους , άτυχους , φιλοσόφους , παραμυθατζήδες , οργασμούς, υστερίες , τρέλες ! Τον περπάτησα αυτόν τον δρόμο … Δεν έχω άλλα χιλιόμετρα για χάσιμο πια!
Θέλω λιγότερα γυαλιστερά χαμογελά , θέλω χείλη μόνο που ξέρουν να γελούν αληθινά , χείλη που ξέρουν να φιλούν , χέρια που ξέρουν να χαϊδεύουν …