Τρίτη, Σεπτεμβρίου 11, 2012
Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 10, 2012
Κοινόχρηστα
Πολύ φοβάμαι πως δεν θα αλλάξουν τα πράγματα.Όταν ξυπνάω φοβάμαι, κι όταν κάνω πάλι πως κοιμάμαι κι εκεί φοβάμαι.Φοβάμαι διαρκώς και αδιάλειπτα και τότε είναι που αρχίζεις κι εσύ να μιλάς πολύ και να λες και να λες και να λες τόσες κουταμάρες μαζεμένες. Να κι αυτοί εκεί στην τηλεόραση και στους δρόμους και στα καφέ. Πιο πολύ με τρομάζουν τα γιγαντωμένα ΕΓΩ, τα τσαλαπατημένα ΕΜΕΙΣ και ο κόσμος γυρίζει και γυρίζει γύρω από τους μονόχνωτους εαυτούς μας. Καλέ μου, κανείς δεν ασχολείται , πάψε να μιλάς δε μπορώ να σε ακούω πια. ΒΟΥΛΩΣΕ ΤΟ, χρυσέ μου. Ουρλιάζουν όλοι, είναι όλοι μέσα στο κεφάλι μου. Θέλω να ηρεμήσω, να πληρώσω τα κοινόχρηστα αλλά δεν έχω, είπα στον διαχειριστή να πλένω εγώ τις σκάλες για κανένα εξάμηνο μπας και ξεχρεώσω να τα βρούμε έτσι ,είπε εντάξει. Ναι αυτό θα κάνω και το μπάσταρδο θέλει και φαί. Το καλό μου, κοίτα πως μεγάλωσε! Μεγάλωσε αλήθεια και ο άλλος ούτε που να το δει. Που να είναι άραγε; Τι με νοιάζει; Καλύτερα που έφυγε ο μαλάκας. Ήρθε και η άλλη από την ενορία και καλά να βοηθήσει,θέλουν λέει να μου στείλουν και κοινωνική λειτουργό, δε μπα να στείλουν και αστροναύτη; Πότε θα σωπάσουν όλοι τους; Αλλά αυτή φταίει που έφυγε και μας παράτησε σαν σκυλιά με τον πατέρα, αυτός τα τίναξε κι ευτυχώς τα αδέρφια στέλνουν κανα ψιλό για να περνάω κι εγώ.Εγώ; Ίσα που φαίνεται το ωμέγα. Μαλακία θα βρέξει. Πάλι χειμώνας, πάλι κοινόχρηστα . Θα του πω να μου κόψουν την παροχή ή να με προσλάβουν μόνιμα για τις σκάλες. Καλά αυτό αλλά τι ήθελαν και μου άφηναν το κωλόσπιτο, δεν έχω να πληρώσω ούτε για το ρεύμα, που να πλήρωνα και για το ρεύμα να πω αι στο διάολο αλλά πληρώνω όλο για κάτι παπαριές που λένε και λένε στην tv αλλά πια δεν καταλαβαίνω, τους βλέπω στο mute και ρίχνω κάτι γέλια με τις σκατόφατσες δε φαντάζεσαι.Τις προάλλες σκέφτηκα να την κάνω απλά δεν ήξερα αν έπρεπε να πάρω και το μούλικο μαζί. Που πήγε το μαλακισμένο εδώ ήταν πριν λίγο. Πάλι κρυφτό θέλει να παίξει, κανόνισε να εμφανιστείς γρήγορα κωλόπαιδο γιατί αλλιώς θα φας ένα βρωμόξυλο να έχεις να το θυμάσαι. Με συγχωρείται τώρα πρέπει να κλείσω, όσο για το γκάλοπ ρωτήστε δίπλα, αυτοί σίγουρα θα ξέρουν.
σ.χ
As It Was Written
Earth, earth,
riding your merry-go-round
toward extinction,
right to the roots,
thickening the oceans like gravy,
festering in your caves,
you are becoming a latrine.
Your trees are twisted chairs.
Your flowers moan at their mirrors,
and cry for a sun that doesn't wear a mask.
Your clouds wear white,
trying to become nuns
and say novenas to the sky.
The sky is yellow with its jaundice,
and its veins spill into the rivers
where the fish kneel down
to swallow hair and goat's eyes.
All in all, I'd say,
the world is strangling.
And I, in my bed each night,
listen to my twenty shoes
converse about it.
And the moon,
under its dark hood,
falls out of the sky each night,
with its hungry red mouth
to suck at my scars.
riding your merry-go-round
toward extinction,
right to the roots,
thickening the oceans like gravy,
festering in your caves,
you are becoming a latrine.
Your trees are twisted chairs.
Your flowers moan at their mirrors,
and cry for a sun that doesn't wear a mask.
Your clouds wear white,
trying to become nuns
and say novenas to the sky.
The sky is yellow with its jaundice,
and its veins spill into the rivers
where the fish kneel down
to swallow hair and goat's eyes.
All in all, I'd say,
the world is strangling.
And I, in my bed each night,
listen to my twenty shoes
converse about it.
And the moon,
under its dark hood,
falls out of the sky each night,
with its hungry red mouth
to suck at my scars.
Anne Sexton
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked. The second time I told my story, I felt on...