Δευτέρα, Νοεμβρίου 23, 2009

Του αίματος το βυσσινί



Όταν θα σβήσει το καντηλάκι
της ύπαρξης μου,μικρό κεράκι
δώσε μου μία,μονάχα μία
μοναδική μου ευκαιρεία
να σε γευτώ,να σε αφήσω
όπως μου πρέπει να σ'αποχαιρετήσω

Σαν το Χριστό,σαν το ληστή
σαν τερατάκι βυσσινί
θα σηκωθώ,θ'αναστηθώ
σαράντα μέρες θα σταθώ
στο πέταλο να τραγουδώ
τον τελευταίο ασπασμό
να σου τον δώσω κι ας χαθώ

Που θα χαθώ,θα σκορπιστώ
θα γίνω χώμα και νερό
θα πάω να έβρω τα παιδιά
που φύγαν απ'τη συντροφιά
και θα κοιτάμε τη ζαριά
που αποφασίζει τη χαρά
την λύπη,την παρηγοριά

Μα θα'χω ζήσει αρκετά
για να γνωρίζω τα μικρά
του είναι μου τα μυστικά
αυτά που δίνεις στα παιδιά
για ν'άντιδρούνε στη ζωή
αιώνια και για μια στιγμή

Το όνομα μου θα σβηστεί
το στίγμα μου θα ξεχαστεί
μα εγώ θα έχω σταθερά
θα ζω μαζί σου νοερά
ολούθε και παντοτινά
μέσα στο σκούρο σου βαθύ
του αίματος το βυσσινί

Υ.Σ«Του αίματος το βυσσινί» Το ποίημα το έγραψε και το απήγγειλε ο αδελφός μου Δημήτρης Χολέβας

Π.Παντελεήμονας Πιερίας

Παρασκευή, Νοεμβρίου 20, 2009

Ταβάνι


Ενώνω τις πατούσες μου και προσπαθώ να ακουμπήσω τις άκρες των γονάτων μου στο έδαφος,κοιτάζω προς τα πάνω,η ομίχλη έχει φύγει και ο ήλιος έχει ανατείλει,ξαφνικά σε είδα να πετάς πολύ ψηλά μα δεν ξαφνιάστηκα,το ήξερα,το περίμενα κι έτσι κάθομαι και σε χαζεύω.

Όλοι μας έχουμε το προσωπικό μας ταβάνι,άλλοι σε υπόγεια,σε τριώροφα και ουρανοξύστες,ελάχιστοι από εμάς το φτάνουμε ή έστω προσπαθούμε να το αγγίξουμε. Μπορεί να μην το παραδέχομαι,αλλά μέσα μoυ ξέρω ότι κάπου το χρωστάω ότι βρήκα και εκτίμησα το δικό μου τριώροφο και κάθε μέρα το παλεύω να φτάσω στο ταβάνι του, άλλες περιόδους της ζωής μου πιο έντονα και άλλες πιο χαλαρά,από την άλλη χάρη σε μένα δεν έχασα τις υπόλοιπες χαρές της ζωής,μόνο και μόνο για να φτάσω το ταβάνι μου,δεν είναι τα πάντα σε αυτή τη ζωή το ταβάνι,ελπίζω πως εσύ έμαθες από μένα αυτό, αλληλοβοηθηθήκαμε δεν νομίζεις;

Ξέρω ότι σιωπηλά και απομονωμένα τα βράδια με παρακολουθείς,ξέρω πως κλείνεις τα μάτια και ώρες-ώρες, αναρωτιέσαι τι κάνω, αν είχες δίκαιο για την πορεία μου ή όχι, ίσως τελικά να ήσουν και ο μόνος που επιβεβαιώθηκες.

Άρχισα να αιωρούμαι το βλέπεις,οι πατούσες μου είναι ακόμα ενωμένες και οι άκρες των γονάτων μου ακουμπούν,σε ένα μείγμα από άζωτο,οξυγόνο,υδρογόνο,όζον, σκόνης κλπ. Νιώθω πιο ανάλαφρη από ποτέ,μην ανησυχείς δεν προσπαθώ να σε φτάσω έχω καταλάβει πως θα ήταν μάταιη οποιαδήποτε τέτοια προσπάθεια,συνέχισε,συνέχισε δεν έπιασες ακόμα το ταβάνι σου έχεις πολύ δρόμο ακόμα,εγώ εδώ από τα χαμηλά θα σε παρακολουθώ μέχρι τη στιγμή που θα χαθείς από το βλέμμα μου,τότε θα ξέρω ότι τα κατάφερες,συνέχισε …

Δευτέρα, Νοεμβρίου 09, 2009

Σπίτια που νιώθουν μοναξιά


Η φωτογραφία είναι από το φωτογραφικό ημερολόγιο του Ανδρέα Κατσάκου
http://www.photodiary.gr 6.11.09


Είναι κάτι σπίτια που νιώθουν μοναξιά,όπως εκείνο στη Θεσσαλονίκη,ανεβήκαμε για ένα Σαββατοκύριακο και μας εγκλώβισε μέσα του… Τα σπίτια που νιώθουν μοναξιά όλα μοιάζουν,συνήθως έχουν κλειστό νερό,κλειστό γενικό και ανοιγμένο ψυγείο,όλα είναι καλυμμένα με σκόνη,τα πατζούρια κλειστά,στο γραφείο τα σημάδια από μια κούπα καφέ που ακούμπησε παλιά,είχαμε να πάμε εδώ και αρκετούς μήνες.Εκείνες τις μπύρες εμείς τις είχαμε πάρει,θυμάσαι; …

Τα σπίτια που νιώθουν μοναξιά,δεν κατοικούνται,ούτε είναι εγκαταλελειμμένα,κάποιος πληρώνει γι αυτά τα κοινόχρηστα,όμως σπάνια ζει μέσα τους. Σπίτια που οι τοίχοι τους μαρτυρούν πως κάποτε άνθρωποι έζησαν ένδοξες στιγμές και που τώρα για κάποιο λόγο ο χρόνος έχει σταματήσει τη στιγμή που ο κάτοικος τους αποφάσισε να αλλάξει πόλη διαμονής και δεν πήρε την απόφαση ούτε να το νοικιάσει ούτε να το πουλήσει…

Ζήσαμε απίστευτες στιγμές μέσα σε αυτό το σπίτι,κι όσο ζεστή,βρόμικη και όμορφη μας περίμενε η πόλη έξω,βγήκαμε από το σπίτι αρκετά μετά τα μεσάνυχτα,γυρίσαμε πρωί και ξαναβγήκαμε όταν ήρθε η ώρα της επιστροφής… Όλα φάνταζαν τόσο τέλεια μέσα σε εκείνο το σπίτι, τα φαγητά ήταν πιο νόστιμα από ότι απέξω,η αγκαλιά σου,ο ύπνος,το ατελείωτο άραγμα στον καναπέ και δεν ήθελα τίποτα άλλο,μου αρκούσε που έλιωνε στο στόμα μου εκείνη η θεσπέσια τρίγωνη σοκολάτα ενώ σε έβλεπα να διαβάζεις εφημερίδες.

Πόσες φορές δεν κάναμε να σηκωθούμε για να βγούμε έξω και μια αόρατη μαγική δύναμη μας καθήλωνε στον καναπέ και στο κρεβάτι.Αυτή η αόρατη μαγική δύναμη,που στο χωριό μου τη λέμε «μουργκέλα»,μας πιάνει συνήθως σε όποιο σπίτι κι αν βρισκόμαστε είναι η αλήθεια,αν και υποτίθεται ότι ανεβήκαμε στη Θεσσαλονίκη και καλά για να πάμε εκδρομή,το μόνο που κάναμε ήταν να διανύσουμε πολλά χιλιόμετρα για να αράξουμε και να λιώσουμε σε άλλο σπίτι,ότι κάνουμε δηλαδή κάθε σαββατοκύριακο,απλά αλλάξαμε παραστάσεις,μεγάλη υπόθεση κι αυτή.

Έτσι κι αλλιώς δεν είναι να πας και πουθενά,την τελευταία φορά που βγήκαμε με το αυτοκίνητο κάναμε μια ώρα με το ρολόι για να βρούμε να παρκάρουμε και το αφήσαμε τρία τετράγωνα πιο μακριά από το σπίτι,θα μου πεις συνηθίσαμε πια…

Μέχρι την τελευταία στιγμή το σπίτι που νιώθει μοναξιά ασκούσε πάνω μας απερίγραπτες δυνάμεις,είχε περάσει για τα καλά η ώρα κι εμείς βλέπαμε ταινία και κάναμε αγκαλιές στο καναπέ, όταν κοίταξα το ρολόι στο τραπεζάκι,αμάν...

Κλείσαμε tv και dvd,μαζέψαμε πράγματα και την κάναμε με ελαφρά,το ψυγείο άνοιξε ξανά,το νερό έκλεισε,το καζανάκι σταμάτησε να τρέχει και ο γενικός υποκλίθηκε, τραβήξαμε την πόρτα,γύρισε το κλειδί στην κλειδαριά και έδωσα μια υπόσχεση πως θα ξανάρθουμε, άγνωστο πότε μα θα ξανάρθουμε …

The first time I told my story, I felt only pain. “How could this have happened to me?” I asked.  The second time I told my story, I felt on...