Κυριακή, Νοεμβρίου 28, 2010

Χαμάκ

Έλα ξέχασε τη Νέα Γη
Θα σε κεράσω ρούμι στο κατάστρωμα
Σου υπόσχομαι να λικνίσουμε τα κορμιά μας πάνω σε χαμάκ*
Θα μιλήσουμε για τους βαλσαμωμένους έρωτες
Έτσι για να ερεθίσουμε τις σκέψεις μας
Θυμάσαι;
Όπως τότε που τριβόμασταν σε μηρούς εραστών
Κρυμμένες σε καμπίνες υπερατλαντικών ναυαγίων
Έλα πιες, σε λίγο θα μας φέρουν επιδόρπιο σ.χ


*Κούνια κρεμασμένη οριζόντια στην πλώρη καραβιού.Η λέξη είναι από διάλεκτο της καραϊβικής.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 26, 2010

Τέλος



Δίπλωνε το κορμί και δάγκωνε τα χείλη.Το τέλος λένε σε εξουθενώνει πριν συμβεί. Προσεύχεται να’ ρθεί,να λυτρωθεί,να εξιλεωθεί.Δε λέει να φανεί,αρπάζει τη ζωή,την καταριέται.Στη λήθη ψάχνει γιατροσόφια και όλο σκάβει και θάβει και κρύβει,όλο καίει πετάει,κάνει πως ξεχνάει,μα δεν περνάει σ.χ

Πέμπτη, Νοεμβρίου 25, 2010

Στο σούπερ μάρκετ



Καθώς μπαίνουμε στο σούπερ μάρκετ,οι τιμές δεν με τρομάζουν.Έχω βάλει το ευρώ μου στη σχισμή από το καροτσάκι.Αναρωτιέμαι αν θα παίρνει για πάντα.Από μικρή μου άρεσαν οι βόλτες στο σούπερ μάρκετ,ειδικά στα μεγάλα,με τους διαδρόμους χιλιόμετρα.Σε είχα δίπλα μου,να σε καμαρώνω,ενώ έσπρωχνα με ευχαρίστηση το καροτσάκι,που λίγο πριν σου είχα υπενθυμίσει πως ήταν δικιά μου δουλειά.

Σε χάζευα,που έβγαζες από την τσέπη του πανωφοριού σου,το χαρτάκι με τα ψώνια που έπρεπε να κάνουμε.Το ήξερα πως φέτος στις γιορτές δεν θα αποδράσουμε,σε κάποια στολισμένη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα,λόγω έλλειψης άδειας.Δεν με πείραζε καθόλου,ήταν η πρώτη φορά που θα στολίζαμε,το δικό μας δέντρο κι αυτό μου έφτανε.

Όταν μερικές φορές χάζευες απορριμμένος στα ράφια,έβρισκα χρόνο στα κλεφτά να γεμίζω το καροτσάκι,με σοκολατένιους Αϊ Βασίληδες και άλλες χαζομαρούλες.Όταν με κοίταξες, μάλλον το βλέμμα μου,πρόδιδε σκανταλιά γιατί εκείνο το σαρδόνιο χαμόγελο,ήταν σαν να μου φώναζε «πάλι χαζομάρες,πήρες μωρό μουυυυ;;;»

Λατρεύω τις βόλτες μας στο σούπερ μάρκετ και το κυνηγητό μας στους διαδρόμους, λατρεύω τη μυρωδιά της τσατίλας σου, όταν δεν βρίσκεις παρκινγκ ή όταν έχει κίνηση, λατρεύω να καθόμαστε κάθε μέρα στον καναπέ και να βλέπουμε τηλεόραση ακόμα κι αν κάνουμε πάνω από ώρα να ανταλλάξουμε κουβέντα.

Τσακισμένοι και οι δυο από την ρουτίνα της καθημερινότητας οι ώρες που μπορούμε να αφιερώσουμε στον έρωτα μας,ελάχιστες,μα και αυτές πολύτιμες για να αντέχω να σηκώνομαι το πρωί για τη δουλειά. Μερικές φορές σκέφτομαι πως είμαι τόσο άδικη με μας, προσπαθώ να ζητήσω περισσότερα, ανικανοποίητη φύση ανέκαθεν, όταν όλα τα έχω μπροστά μου.

Και είναι και τότε που με κοιτάς στα μάτια και μου ψιθυρίζεις το μυστικό μας και εγώ λιώνω και σε παίρνω αγκαλιά σαν να θέλω να σε προστατέψω από κάτι. Κλείνω τα μάτια και σε φιλώ,μην δεις μαύρη σκέψη μέσα τους και σε πληγώσει.

Κατεβαίνουμε με το ασανσέρ στο παρκινγκ γεμίζουμε ασφυκτικά το πορτμπαγκάζ και πάω πίσω το καροτσάκι που ξερνάει το ευρώ μου και για μια στιγμή σκέφτομαι εκείνο το βράδυ στο δωμάτιο 205 στη Φλώρινα.

Έκλαιγα γιατί δεν ήσουν εκεί να δούμε παρέα τηλεόραση, έκλαιγα γιατί όσο ωραία κι αν είναι να πραγματοποιείς τους στόχους και τις προσωπικές φιλοδοξίες, όσο ωραία κι αν είναι να διακρίνεσαι να ταξιδεύεις και να μαθαίνεις, άλλο τόσο ωραία είναι να βρεις έναν άνθρωπο να σπαταλήσεις τη ζωή σου στο πλάι του!
Γι αυτό μωρό μου μπήκα συγκινημένη στο αυτοκίνητο, γιατί ήσουν εκεί.

Δευτέρα, Νοεμβρίου 22, 2010

To υφάδι της ζωής μας

Δεν μου έλειπαν, ούτε οι λέξεις, ούτε η ευκαιρία, ούτε η τόλμη.
Μα ήταν το ενδόμυχο υφάδι της ζωής μας,από καιρό κατακερματισμένο.
Κι εγώ δεν ήξερα,ούτε ήθελα να μάθω, τίποτα από σαΐτα και αργαλειό. σ.χ

Κυριακή, Νοεμβρίου 21, 2010

Σάββατο, Νοεμβρίου 13, 2010

5 χρόνια Συγγραφικό ημερολόγιο


Πέρασαν χρόνια,για την ακρίβεια πέντε,τότε ήμουν είκοσι και τώρα εικοσιπέντε!Είναι μια αρκετά συγκινητική μέρα για μένα, όσο γελοίο κι αν μπορεί να ακούγεται.Σήμερα το blog μου γίνεται πέντε χρονών και μόνο που δεν κλαίω, ούτε παιδί μου να ήτανε,μα παιδί μου είναι.

Ήταν μια μέρα στην Τ.Πετροπούλου,στο φοιτητικό μου σπίτι στον πέμπτο όροφο,αδύνατο να θυμηθώ αν είχα βάλει adsl ή προσπαθούσα ακόμα με dial up,έχω την αίσθηση όμως ότι μάλλον συνέβαινε το δεύτερο.Ήταν λίγες μέρες που είχα βάλει τηλέφωνο και είχε έρθει ο Μιχάλης από το Ρέθυμνο. Να’ ναι καλά,θυμάμαι ότι το παλεύαμε αρκετή ώρα,το πιάσαμε απόγευμα και είχε βραδιάσει,τα τασάκια ασφυκτιούσαν και ένα μεγάλο χαμόγελο δημιουργήθηκε στα χείλια μας και εγένετο «Εκπαιδευμένοι στο οίδημα». Το ημερολόγιο έγραφε 13 Νοεμβρίου 2005!(τότε το να φτιάξεις blog δεν ήταν τόσο εύκολο όσο είναι σήμερα και πόσο μάλλον με dial up)

Η αλήθεια είναι,ότι είχα μάθει τι είναι blog από το Νίκο,ο οποίος είχε ένα τέτοιο από το 2003.Ήθελα πολύ νωρίτερα να ανοίξω το blog αυτό,αλλά μια οι χωρισμοί και μια το απολίτιστο μέρος στο οποίο βρισκόμουνα,δεν είχε καν internet cafe!Είχε δυο δηλαδή που ήταν κονσομασιόν μπαρ,μαζί με παράνομο στοίχημα και το internet cafe το είχανε μόνο για βιτρίνα στην ταμπέλα!

Αναμνήσεις,ωραίες αναμνήσεις κι όσο θυμάμαι και τα βράδια που καθόμουνα μπροστά από το pc που είχα κουβαλήσει από τη Θεσσαλονίκη,με την γκουμούτσα CRT οθόνη και έγραφα, έγραφα,έγραφα πριν ακόμα ανοίξω το blog,μετά απλά ήρθατε κι εσείς που εκείνα τα χρόνια ήσασταν ελάχιστοι!

Δεν θα ξεχάσω όμως ποτέ τον πρώτο μου αναγνώστη,τη Γιώτα.Η Γιώτα ήταν δεκαεφτά χρονών και ήταν μαθήτρια της τελευταίας τάξης ενός τεχνικού Λυκείου.Την γνώρισα στα αγγλικά που πήγαινα τότε,ήμασταν στο ίδιο τμήμα που αποτελούνταν από τέσσερα άτομα.

Η Γιώτα ήταν αλάνι και πανέξυπνο παιδί αλλά τι τα θες κάθε βράδυ στα μπουζούκια να κάθεται σε μπουτάκια από γερόντια. Η μάνα της ήταν από την Καβάλα,τραγουδίστρια από αυτές που οργώνουν τις επαρχίες,ο πατέρας της,αν ήταν ο πατέρας της ή απλά ο άντρας(νταβάς) της μάνας της,ήταν αν θυμάμαι καλά από τα Βαρβάσενα Ηλείας.

Η Γιώτα ερχότανε στο σπίτι μου και παίζαμε ατελείωτες ώρες ασσόδυο και πίναμε καφέ ήταν ψυχάρα κι ας είχε ζήσει τόσα για το νεαρό της ηλικίας της. Εκεί που παίζαμε τάβλι,της είπα,«Να σου διαβάσω κάτι;» Ναι μου είπε και άφησα τον τιγρέ καναπέ για να πάω στο μέσα δωμάτιο και να φέρω ένα σκισμένο χαρτί από τετράδιο.

Ναι το πρώτο post το είχα γράψει πρώτα σε χαρτί, μέσα σε ένα ανιαρό μάθημα της σχολής.Καταπληκτικό μου είπε,και τότε της εξήγησα για το blog και όλα εκείνα που σκεφτόμουνα να κάνω με αυτό. Μια μέρα η Γιώτα εξαφανίστηκε,δεν ξαναήρθε στο μάθημα στα αγγλικά και τα κινητά της τα είχε όλα κλειστά.Ψάχναμε να την βρούμε,στο σχολείο της δεν ξαναπήγε,ούτε η μάνα της τραγουδούσε πλέον στα μπουζούκια,ο πατέρας της έκανε πως δεν ήξερε τίποτα.

Μετά από τρεις μήνες περίπου που είχε εξαφανιστεί,η Λένα η καθηγήτρια μας στα αγγλικά προσπάθησε για πολλοστή φορά να την καλέσει στο κινητό της και εκείνη το σήκωσε.Το μόνο που είπε ήταν πως ήτανε καλά και ότι γύρισε στην Καβάλα,τίποτα άλλο,από τότε δεν ξανάκουσα τίποτα για την Γιώτα και δεν έπαιξα ποτέ ξανά ασσόδυο.

Πέντε χρόνια λοιπόν,αφιερώνω αυτό το post στη Γιώτα και στον τιγρέ καναπέ μου,που άφησα πίσω στην Τ.Πετροπούλου.

Σάββατο, Νοεμβρίου 06, 2010

Quizas, Quizas, Quizas



Quizas, Quizas, Quizas – Nat King Cole – Ελληνικοι στιχοι

Πάντα οταν σε ρωτάω
τι, πότε, πως και που
εσύ πάντα μου λες
ίσως, ίσως, ίσως

Και έτσι περνάνε οι μέρες
και εγώ, απελπισμένος
και εσύ, μου απαντάς
ίσως, ίσως, ίσως

Σπαταλάς τον χρόνο
σκεφτόμενη, σκεφτόμενη
αυτό που θέλεις περισσότερο
Ως πότε? Ως πότε?

Και έτσι περνάνε οι μέρες
και εγώ, απελπισμένος
και εσύ, μου απαντάς
ίσως, ίσως, ίσως

Και έτσι περνάνε οι μέρες
και εγώ, απελπισμένος
και εσύ, μου απαντάς
ίσως, ίσως, ίσως

Σπαταλάς τον χρόνο
σκεφτόμενη, σκεφτόμενη
αυτό που θέλεις περισσότερο
Ως πότε? Ως πότε?

Και έτσι περνάνε οι μέρες
και εγώ, απελπισμένος
και εσύ, μου απαντάς
ίσως, ίσως, ίσως

Γέλα πουλί μου



Για την Έλενα!

Παρασκευή, Νοεμβρίου 05, 2010

ημιμάθεια

Η ημιμάθεια ο χειρότερος εχθρός μου σ.χ

Αέναες αρχές

Αέναες συγκρούσεις συνεχείς και αλλεπάλληλες.
Πολεμάω τον εαυτό μου με τον εαυτό μου
Τσακίζω τη σάρκα μου, γεμίζω δάκρια.
Πουθενά δεν μπορώ να σταθώ
Η μονόχνωτη φύση μου με οδηγεί στο περιθώριο
Καταστρώνω καρτερικά το κάθε τέλος μου
Και γεμίζω τη ζωή μου αρχές
Αέναες αρχές
σ.χ

Μονοχνωτίαση

είμαι το πιο μονόχνωτο άτομο που ξέρω! σ.χ

Πέμπτη, Νοεμβρίου 04, 2010

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ-ΝΙΚΟΣ ΤΣΙΦΟΡΟΣ


Πράξη τρίτη

Το λοιπόν, ήτανε κάτι Νηρηίδες, στη Νάξο να πούμε, και παίζανε στο γιαλό,
τρεις και το λουρί της μάνας, πέρναγε ο Ποσειδώνας, τις βλέπει και κόβει
ανάμεσά τους ένα κόμματο απίθανο. Αλληθώρισε.
-Για έλα δω, ρε, φώναξε τον οπλονόμο υπηρεσίας.
-Διατάξτε.
-Ποια είν' αυτή εκεί, ρε, η όμορφη;
-Η μελαχρινή;
-Όχι η άλλη. Μα ντιπ κόπανος είσαι; Σούπα: η όμορφη.
-Θα μάθω αμέσως.
Έτρεξε ο οπλονόμος, ρώτησε, τού 'πανε η Αμφιτρίτη, κόρη του Νηρέα και της
Δωρίδος. Ο Ποσειδώνας σηκώνεται και πάει μια και δυο στον πατέρα της. Είχε
μαζί του μαργαριτάρια, είχε κοράλλια, είχε και το ποινικό μητρώο λευκό.
-Θέλω την κόρη σου.
Κολακεύτηκε ο Νηρέας, είχε κι άλλες δυο κόρες, αλλά, τέλος πάντων, δεν
είναι μικρό πράγμα να κάνεις γαμπρό κοτζάμου βασιλιά της θάλασσας.
-Πώς, να την πάρετε!
Η Αμφιτρίτη, όμως, τον είδε μέσα από το καφάσι και δεν της γουστάριζε
ποσώς.
-Ποιόν; Αυτόν τον αξούριστο; Δεν τον θέλω.
-Μωρή, είναι θεός.
-Δεν θέλω κι ας είναι και λουκουματζής.
Κι επειδή κατάλαβε ότι θα της τον δώσουνε με το άστε-ντούα, σηκώθηκε ένα
βράδι, γέμισε τη βαλίτσα της βρακιά και σουτιέν και πήγε τρεχάλα στον Άτλαντα.
-Θείε Άτλα...
-Τ' είναι, ρε ζωηρό;
-Κρύψε με, θέλουν να με παντρέψουνε δια της βίας.
Ο Άτλας την πήρε και την έχωσε σ' ένα βαθύ μέρος στη θάλασσα και την
κρυφοτάιζε γαρίδες γιουβετσάκι. Θαλασσινά δεν της έδινε, φοβότανε, γιατί
σερνόταν τύφος. Έμαθε ο Ποσειδώνας ότι χάθηκε η νύφη, τον έπιασε μαύρη
απαλπισία.
-Τώρα;
-Μην κάνετε έτσι θεότατε. Τι να γίνει;
-Δεν μπορώ, είμαι ερωτευμένος.
-Να φάτε φύκια.
Ούτε με τα φύκια τού πέρναγε, πήγαινε στα μπουζούκια τα παραθαλάσσια, τά
'σπαγε, σεβντάς βαρύς και μέγας. Πάνω στην απελπισία του, περνάει ένα δελφίνι.
-Μπορώ να σας πω; Τού 'κλεισε το μάτι.
-Άσε με και συ.
-Μα σας ενδιαφέρει.
-Ιδιαιτέρως με θέλεις;
-Μάλιστα.
Τον πήρε ιδιαιτέρως το δελφίνι και του ξηγήθηκε πολύ ξεγυρισμένα.
-Την Αμφιτρίτη γυρεύετε;
-Ναι, μωρέ. Την είδες πουθενά;
-Την είδα στο τάδε μέρος, έψηνε κακαβιά.
Σηκώνεται ο Ποσειδώνας, πάει σφεντόνα... Η Αμφιτρίτη είχε φάει κάτι
πιατάρες και κοιμότανε, δεν τον πήρε μυρωδιά που ζύγωσε. Πάει ο Ποσειδώνας
κι άρχισε να την γλυκοξυπνάει.
-Μανούλα μου...
-Μμμμ.
-Μούξις. Ξύπνα, ρε τζιέρι μου!
Και ξυπνήσασα η Αμφιτρίτη ευρέθη προ του δραματικού γαμβρού και κατόπιν
τούτου έκανε το κορόιδο και τι να γίνει; Τον υπανδρεύθη και έγιναν χαρές
μεγάλες, μέχρι που σερβίρανε και σουπιές σπανάκι και χταπόδι με κοκκάρια
κι έφαγε ο Δίας τον αγλέουρα και παραλίγο να κλατάρει.
Στο δελφίνι ο Ποσειδώνας εξέφρασε την ευαρέσκειά του.
-Θα σε διορίσω αστερισμό.
Έτσι έγινε και το δελφίνι αστερισμός και ικανοποιήθηκε.

Τρίτη, Νοεμβρίου 02, 2010

Κοσμογενετικός Μύθος

Μετά από μία εποχή "απόλυτης μονοτονίας", με απροσδιόριστη χρονική διάρκεια, ο Θεός αποφασίζει να δημιουργήσει το Σύμπαν.

Ακολουθεί η εποχή (διάρκειας πολλών δισεκατομμυρίων ετών) του σχεδιασμού του μοντέλου της κοσμικής δημιουργίας (που προφανώς περιλαμβάνει την σύνθεση, κατάστρωση και επίλυση τρισεκατομμυρίων μαθηματικών εξισώσεων).

Στην συνέχεια, καθώς ο Χωρόχρονος ολοκληρώνεται, ο Θεός διαπιστώνει ότι ένα απόλυτα αιτιοκρατικό και αξιοκρατικό Σύμπαν είναι και απόλυτα πληκτικό (δηλ. σαν άνοστο "φαγητό" χωρίς καρυκεύματα).

Οπότε, δημιουργεί την Ειμαρμένη, την μέγιστη Μοίρα, η οποία (σε ρόλο Πανδώρας) αναλαμβάνει να εμπλουτίσει το νεότευκτο θεϊκό μαθηματικό οικοδόμημα με την απαραίτητη "γεύση" (ή αλλιώς, με την κβάντωση ή τυχαιότητα και επομένως ασάφεια, απροσδιοριστία και τελικά αναξιοκρατία που θα το καθιστούσε συναρπαστικό) (Απογνωσισμός).

Η Ειμαρμένη αμέσως αρχίζει την παρέμβασή της που χαρακτηρίζεται, κυρίως, από απόδοση υπερβατικών ή άρρητων τιμών στις θεμελιώδεις φυσικές σταθερές όπως:

την βάση της εκθετικής συνάρτησης (e)
την ταχύτητα φωτός (c)
την σταθερά Planck (h)
τον λόγο περιφερείας-διαμέτρου (π)

κ.α

Μετά από εξονυχιστικούς ελέγχους πολλών δισεκατομμυρίων ετών το θεϊκό δίδυμο (Θεός-Ειμαρμένη) ολοκληρώνει το μοντέλο της Φύσης. Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του δημιουργηθέντος συμπαντικό μοντέλου είναι ότι θα βρίσκεται συνεχώς σε κατάσταση "κρίσιμης ισορροπίας" άρα θα διαθέτει την μέγιστη δυνατή συναρπαστικότητα που δεν θα οδηγεί όμως στην κατάρρευσή του.

Ακολουθεί η στιγμή της Δημιουργίας (δηλ. το λεγόμενο Big Bang) που αποτελεί την κορυφαία στιγμή ευτυχίας του ζεύγους Θεού-Ειμαρμένης.

Αλλά, ο Θεός δεν αρκείται σε αυτό. Επιζητά να "νοιώσει" ο ίδιος, "αυτοπροσώπως", την συναρπαστικότητα του δημιουργήματός του (Απόλυτος Απογνωσισμός).

Έτσι, αντί να παραμείνει θεατής και να παρακολουθεί την Κοσμική Εξέλιξη εξωτερικά χρησιμοποιώντας Σύστημα Αναφοράς Euler, αποφασίζει να εισέλθει στο εσωτερικό του δημιουργήματός του και να χρησιμοποιήσει Σύστημα Αναφοράς Lagrange, βιώνοντας έτσι την εξέλιξή του "από πρώτο χέρι".

Αυτή του η απόφαση προκαλεί την αντίδραση της Ειμαρμένης που ως το "πρώτιστο θηλυκό Ον", υφίσταται απόλυτη ερωτική έλξη προς το "πρώτιστο αρσενικό Ον". Την εγκατάλειψή της, έστω και με στόχο την "ρήξη της μονοτονίας", την εκλαμβάνει ως ερωτική απόρριψη.

Όμως, ο Θεός είναι άτεγκος. Διορίζει την Ειμαρμένη ως "τοποτηρήτρια" της Κοσμικής Νομοτέλειας και την αναγκάζει, παρά την αντίθεσή της, να δημιουργήσει μία δίοδο ("Δίοδος Ειμαρμένης"), (δηλ. μία "οπή" σε κάποιο σημείο του συμπαντικού Χωρόχρονου) από την οποία αυτός εισέρχεται ως δομική μονάδα ενέργειας (δηλ. φωτόνιο), την χρονική στιγμή δημιουργίας (t = 0).

Μετά την είσοδο του στο "κτίσμα" του, ο Δημιουργός ακολουθεί πλέον την εξελικτική πορεία των επιπέδων πολυπλοκότητας σε όλα τα στάδια των δισεκατομμυρίων ετών της Συμπαντικής εξέλιξης.

Έτσι, μετρέπεται διαδοχικά σε κυρκόνιο (quark), πρωτόνιο, άτομο, μόριο, βιομόριο, κύτταρο και τελικά "ενανθρωπίζεται" και γίνεται Βιολογικός Οργανισμός.

Zώντας έτσι ο Θεός, την ζωή ενός μέσου και απλού ανθρώπου, βιώνει ολοκληρωτικά την "γεύση" του "κτίσματός" του.

Όμως, ο άνθρωπος είναι νοήμον ον οπότε και ο "ενανθρωπισθείς" Θεός αρχίζει βαθμιαία να "ανακτά" ψύγματα μαθηματικής γνώσης, δηλ. της γνώσης που χρησιμοποίησε ο ίδιος "πάλαι ποτέ" για την δόμηση του Σύμπαντος.

Καθώς το γήρας πλησιάζει, η ανθρώπινη υπόστασή του εξασθενεί και η νόηση του βαθμιαία απελευθερώνεται από τις υλικές επιδράσεις. Η τάση για μάθηση ογκούται ενώ επιπλέον αρχίζει να διακατέχεται από αποσπασματική "θεϊκή ανάμνηση".

Τελικά, διαπιστώνει το προφανές δηλ. ότι ο ανθρώπινος βίος είναι πολύ μικρός για να αποκτήσει την απαιτούμενη γνώση που θα του επιτρέψει την διαφυγή από τον Χωρόχρονο.

Προ του φόβου του τερματισμού της ύπαρξής του ή της αέναης και επίπονης μετεξέλιξης αρχίζει τις δεήσεις προς την Ειμαρμένη να του προσφέρει την αποκάλυψη της "Ειμαρμένειας Διόδου" ώστε να επιστρέψει στην πρότερη κατάσταση.

Η Ειμαρμένη, εγκατελειμένη και μόνη για 13,7 δισεκατομμύρια έτη (όση και η ηλικία του Σύμπαντος) στην Εξωσυμπαντική έδρα της, βρίσκεται σε μεγάλο δίλημμα. Ο Θεός δεν θα έπρεπε να είχε προβλέψει ότι ζώντας ως άνθρωπος ενδεχομένως θα αδυνατούσε να ανακαλύψει την Δίοδο;

Οπότε:

- Έκανε απλά λάθος, σκεπτόμενος τότε ως θεός, ότι η ανεύρεσή της θα ήταν απλούστατη και αυτονόητη οπότε αυτεγκλωβίσθηκε; ή
- Είχε προβλέψει το γεγονός και ήθελε, να επιτύχει την ανακάλυψη αυτή στην άκρη του νήματος, "στην κόψη του ξυραφιού", στα πλαίσια της "ακρότατης αναζήτησης συγκινήσεων";

Επιπλέον είναι ερωτικά πληγωμένη. Αρχίζει να βιώνει μία τραγωδία.

- Τις ημέρες κατακλύζεται απο συναισθήματα όπως οργή και σκληρότητα και αποφασίζει να τηρήσει "στάση αδράνειας":

-- Αφού είναι θεός, ας ανακαλύψει μόνος του την δίοδο
-- Ο Θεός δεν δικαιούται μία δεύτερη ευκαιρία.
-- Τα λάθη πρέπει να πληρώνονται και από ανθρώπους και από θεούς.
-- Η εκδίκηση είναι έδεσμα που σερβίρεται κρύο.

- Τις νύκτες κατακλύζεται από συναισθήματα όπως αγάπη και νοσταλγία και αποφασίζει να επέμβει και να δώσει τέλος στην αγωνία του Δημιουργού της και να τον ανασύρει από το αδιέξοδο.

Η απόγνωση της Ειμαρμένης είναι πλέον απερίγραπτη. Ο χρόνος γενικά, τα έτη, οι μήνες, τα ημερονύκτια, οι ώρες και τα δευτερόπλεπτα κυλούν απελπιστικά αργά αλλά δεν αρκούν για λάβει την τελική απόφαση.

Προσανατολισμοί

Τότε θ' ανοίξεις μέσα μου τα ριπίδια των συναισθημάτων. Δάκρυα
συνειδήσεων πολύτιμες πέτρες επιστροφές κι απουσίες. Κι ενώ θα
τρέχει ο ουρανός κάτω απ' τις γέφυρες των πλεγμένων χεριών μας
ενώ οι πιο πολύτιμοι κάλυκες θα ταιριάζουνε στα μάγουλά μας θα δώ-
σουμε το σχήμα του έρωτα που λείπει από τις οράσεις αυτές
Τότε θα δώσουμε
Στη λειτουργία των δυσκολότερων ονείρων μια σίγουρη παλινόρθωση

Οδυσσέας Ελύτης

Δευτέρα, Νοεμβρίου 01, 2010

Το πρώτο μάθημα


Χιονισμένη Φλώρινα


Γεννήθηκα σε ένα σπίτι μπουχτισμένο από βιβλία,η χαρά της κατσαρίδας.Δόξα τον απολυμενατζή,έχουμε απαλλαχτεί από τους καφετί επισκέπτες.
Μελετηρός της οικογένειας,ο πατέρας, που τον θυμάμαι να κλείνεται ώρες στην τουαλέτα με ένα βιβλίο στο χέρι και τον μπιντέ μας να έχει μετατραπεί σε βιβλιοθήκη!

Πατημένα εικοσιπέντε,ανήκω στη γενιά που μεγάλωσε με «Μπράβο Ρούλα» και είναι σχεδόν συνομήλικη της ιδιωτικής τηλεόρασης.Την εφηβεία την πέρασα παρέα με το mirc και το τότε μου ψευδώνυμο έμελε να το κουβαλάω μέχρι και σήμερα(sophie_jamaica)Ίσως όλα αυτά,ίσως οι σαχλοί έρωτες και τα πολλά ιστορικά βιβλία του μπαμπά να έκαναν τη σχέση μου με το βιβλίο σχεδόν ανύπαρκτη.

Κι όμως κοίτα να δεις,που όταν δεν έπαιζα βόλεϊ,δεν πήγαινα αγγλικά,αρμόνιο, κιθάρα, μπαλέτο, δεν είχα σχολείο, δεν έβλεπα Disney clubή comfuzio,δεν έπαιζα με τα άλλα παιδιά, καθόμουνα και έγραφα,έγραφα,έγραφα.

Μια αμόρφωτη,πιτσιρίκα συγγραφέας,που αν γράφει ακόμα και σήμερα ο λόγος είναι ένας. Είναι η δίδυμη αδερφή από το «Ένα παιδί απ’τη Θεσσαλόνικη,Κέδρος, Αθήνα 1989. (Το στίγμα-Με νύχια και με δόντια)του Σωτηρη Δημητρίου.

Κάπως έτσι έφτασα να βρίσκομαι ανάμεσα σε αλληγορίες και μεταφορές,παρέα με τους συμφοιτητές μου που οι περισσότεροι είναι αρκετά μεγαλύτεροι μου,με πολλές εμπειρίες,διάβασμα και γνώσεις.Πρώτη φορά νιώθω πως αυτή η δίψα που με τυραννάει τόσα χρόνια,αρχίζει και περνάει κι αυτό χάρη σε αυτούς τους ανθρώπους(καθηγητές και συμφοιτητές)

Η έκφραση της ψυχής μου μέσω του γραψίματος είναι όμως κάπως ανεξάρτητη από αυτές τις σπουδές,γι αυτό και δεν είμαι ακόμα σίγουρη αν αλλάξουν και πολλά ως προς αυτό και τις ικανότητες μου. Για το μόνο που είμαι σίγουρη,είναι πως τελειώνοντας αυτό το μεταπτυχιακό,θα έχω διαβάσει όλα μας τα σπίτια!

Τι είναι αυτό που θέλεις...

  "Και μη νομίζεις ότι δεν ονειρεύομαι μια ζωή πιο κανονική μα με ξυπνάει πάντα ο κρύος ιδρώτας στη τελευταία στιγμή κι ένα άρωμα στον...